Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2017

Σήμερα 12 Φεβρουαρίου γιορτάζουν…

Αργίες και εορτές

Κόσμος

  • Flag of the United States.svg ΗΠΑ – Ημέρα του Λίνκολν
  • Μυανμάρ Μιανμάρ – Ημέρα της Ένωσης

Ορθόδοξη Εκκλησία

  • Κυριακή του Ασώτου.
    Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην πολύ διδακτική παραβολή του ασώτου υιού (Λουκ.15,13-32). Η παραβολή ομιλεί για ένα πλούσιο νέο ο όποιος άσωτα κατασπατάλησε την περιουσία του σε χώρα μακρινή και στο τέλος κατάντησε να βόσκει χοίρους. Τότε μετανόησε και επέστρεψε στον πατέρα του, που τον δέχθηκε με άπειρη αγάπη και στοργή.
    Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: «Εἶπε δέ· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. ῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη». (Λουκ. 15, 11 – 32)
    Απόδοση: «Υπήρχε κάποιος πατέρας που είχε δυο γιους. Ο δεύτερος, κάποια στιγμή, ζήτησε το μερίδιο της κληρονομιάς του και έφυγε σε μακρινές χώρες, όπου σπατάλησε την περιουσία του σε ασωτίες. Τα χρήματα κάποτε τελείωσαν και στην περιοχή έπεσε μέγας λιμός. Αναγκάστηκε να γίνει χοιροβοσκός και να προσπαθεί να χορτάσει από τις βρωμερές και ευτελείς τροφές των χοίρων. Μέσα στη δίνη του θυμήθηκε την αρχοντική ζωή στο πατρικό σπίτι. Θυμήθηκε πως ακόμα και οι δούλοι του πατέρα του ζούσαν ασύγκριτα καλλίτερη ζωή από τη δική του. Τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει στο σπίτι του και να ζητήσει από τον πατέρα του να τον συγχωρήσει και να τον προσλάβει ως δούλο του. Όμως ο στοργικός πατέρας του τον δέχτηκε ως γιο του και τον περιποιήθηκε δεόντως, παρά τις διαμαρτυρίες του μεγάλου γιου του, διότι «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη».
    Η παραβολή είναι ανεξάντλητη σε νοήματα, αφού, όπως λέγεται, ολόκληρο το έργο της Θείας Οικονομίας ευρίσκεται μέσα σ’ αυτή. Το βαθύτερο νόημα της παραβολής είναι τετραπλό:
    α. Η απελπιστική κατάσταση στην οποία φθάνει ο αμαρτωλός.
    β. Η ανάγκη μετανοίας και τα σωτήρια αποτελέσματα της.
    γ. Το μέγεθος της θείας Ευσπλαχνίας στην οποία μπορούν να στηρίζονται και οι πλέον αμαρτωλοί, ώστε να μη φθάνουν ποτέ στην απελπισία. Κανένα αμάρτημα, όσο μεγάλο κι αν θεωρείται, δεν μπορεί να υπερνικήσει τη φιλάνθρωπη γνώμη του Θεού και
    δ. Η αποφυγή του αισθήματος της αυτάρκειας του δικαιωμένου, όπως θεωρούσε τον εαυτό του ο πρεσβύτερος υιός.
    Εάν λοιπόν συναισθανθούμε την πραγματική πνευματική μας κατάσταση και με ειλικρίνεια ομολογήσουμε τα λάθη μας και την κατασπατάληση των ταλάντων πού μας χάρισε ο Θεός, θα καταλάβουμε ότι αυτή την Κυριακή όλοι μας εορτάζουμε και όλοι, κατά κάποιο τρόπο, είμαστε άσωτοι υιοί, απομακρυνθέντες από τον «Οίκον του Ουρανίου Πατρός μας».
    Κοντάκιον
    Ἦχος γ’.
    Τῆς πατρῴας δόξης σου, ἀποσκιρτήσας ἀφρόνως, ἐν κακοῖς ἐσκόρπισα, ὅν μοι παρέδωκας πλοῦτον· ὅθεν σοι τὴν τοῦ Ἀσώτου, φωνὴν κραυγάζω· Ἥμαρτον ἐνώπιόν σου, Πάτερ οἰκτίρμον· δέξαι με μετανοοῦντα, καὶ ποίησόν με, ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου.
  • Άγιος Μελέτιος Αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας.
    Ο Άγιος Μελέτιος γεννήθηκε περί το 310 μ.Χ. στην Μελιτηνή της Μικράς Αρμενίας. Η μαρτυρία περί της πρώτης εμφανίσεώς του στο προσκήνιο της ιστορίας, λίγο μετά το έτος 357 μ.Χ., τον καταδεικνύει ως αντίπαλο των αιρετικών Ομοιουσιανών και οπαδό του Επισκόπου Καισαρείας της Παλαιστίνης Ακακίου, ο οποίος δια Συνόδου, το έτος 358 μ.Χ., εκλέγει τον Άγιο Μελέτιο ως Επίσκοπο Σεβαστείας. Λόγω όμως της σφοδράς αντιδράσεως των οπαδών του προηγουμένου Επισκόπου Σεβαστείας Ευσταθίου, παραιτείται και μεταβαίνει στη Βέροια της Συρίας. Το 360 μ.Χ. εκλέγεται Πατριάρχης Αντιοχείας, μετατεθέντος του Πατριάρχου Ευδοξίου στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Όταν ο Άγιος έφθασε στην Αντιόχεια, όλοι οι πιστοί βγήκαν στους δρόμους, για να τον υποδεχθούν και να λάβουν την ευλογία του. Στη νέα του όμως έδρα ο άγιος Μελέτιος παρέμεινε ένα μόνο μήνα, αφού οι αιρετικοί Αρειανοί έπεισαν τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο (337 – 361 μ.Χ.) να τον εξορίσει στην Αρμενία και να εκλέξει στη θέση του τον παλαιό συνεργάτη του Αρείου Ευζώιο. Τα ορθόδοξα φρονήματα του Αγίου, ως και η εξορία του και η αντικατάστασή του, συνετέλεσαν στη δημιουργία μεγάλης παρατάξεως των οπαδών του, που ονομάσθηκαν «Μελετιανοί». Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξαίρει τα αποτελέσματα της επιδράσεως του αγίου Μελετίου στους πιστούς της Αντιόχειας σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα. Και αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ο άγιος Μελέτιος εθεμελίωσε τόσο και ενέβαλε τέτοιο ζήλο για την πίστη στους Χριστιανούς, ώστε, παρά τις αιρετικές δοξασίες και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν αργότερα, η διδασκαλία του παρέμεινε άσειστη. Επίσης, ο ιερός Χρυσόστομος διηγείται το ακόλουθο επεισόδιο, το οποίο συνέβη κατά την απομάκρυνση του Αγίου από την Αντιόχεια: ο διοικητής της πόλεως οδηγούσε έξω από την Αντιόχεια με άμαξα τον Άγιο, για να τον θέσει στον δρόμο της εξορίας. Τα πλήθη των ορθοδόξων το επληροφορήθηκαν και αμέσως έτρεξαν, για να ζητήσουν την ευχή του. Στη θέα όμως του διοικητού τόσο πολύ αγανάκτησαν για την άδικη εξορία του Αγίου, ώστε άρχισαν να λιθοβολούν τον αντιπρόσωπο του αυτοκράτορος. Και τότε ο Άγιος Μελέτιος, επειδή δεν μπορούσε να εμποδίσει με λόγια την παραφορά του λαού, εσηκώθηκε και επροστάτευσε με το σώμα του το διώκτη του.
    Η εξορία του Αγίου ετερματίσθηκε στις αρχές του έτους 362 μ.Χ. δια του διατάγματος του νέου αυτοκράτορος Ιουλιανού του Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.) περί θρησκευτικής ελευθερίας όλων των υπηκόων. Ο Άγιος εξορίσθηκε και πάλι την άνοιξη του 365 μ.Χ. και το 371 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Ουάλη (364 – 378 μ.Χ.) στην περιοχή Γήτασα της Αρμενίας, κοντά στα σύνορα της Καππαδοκίας, και είχε συχνή επαφή και επικοινωνία με τον Μέγα Βασίλειο. Επανήλθε στην Αντιόχεια το έτος 379 μ.Χ. Αμέσως συνεκάλεσε Σύνοδο, η οποία ομολογούσε την πίστη στις αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και κατεδίκασε όλες τις αιρέσεις.
    Όταν ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Μέγας (379 – 395 μ.Χ.) συνεκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ. τη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, ο Άγιος Μελέτιος εκλήθηκε να λάβει μέρος στη Σύνοδο και μάλιστα ως πρόεδρος αυτής. Δυστυχώς, ο Άγιος εκοιμήθηκε λόγω ασθενείας, πριν ολοκληρωθούν οι εργασίες της Συνόδου. Στην κηδεία συμμετείχε και ο αυτοκράτορας, τον δε επικήδειο εξεφώνησε ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης (βλέπε 10 Ιανουαρίου), ο οποίος ομίλησε για τον απορφανισμό της Εκκλησίας της Αντιοχείας, της Συνόδου και ολόκληρης της Ανατολής, για την γλυκύτητα και την υπομονή του Αγίου Μελετίου, ως και για τους διωγμούς τους οποίους υπέστη.
    Το ιερό λείψανό του μεταφέρθηκε αργότερα με μεγάλη πομπή στην Αντιόχεια και εναπετέθη στον τάφο του Αγίου Μάρτυρος Βαβύλα, Επισκόπου Αντιοχείας (βλέπε 4 Σεπτεμβρίου), στον ομώνυμο ναό.
    Ἀπολυτίκιον 
    Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
    Νόμον ἔνθεον, ἐμμελετήσας, τὴν οὐράνιον, γνῶσιν ἐκλάμπεις, τὴ Ἐκκλησία Ἱεράρχα Μελέτιε, τὴν γὰρ Τριάδα κηρύττων ὁμότιμον, αἱρετικῶν διαλύεις τᾶς φάλαγγας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
  • Οσία Μαρία η μετονομασθείς Μαρίνος. Η Οσία Μαρία που αντιπροσωπεύει ίσως το πιο διαδεδομένο παράδειγμα του «ιερού θρύλου» της γυναίκας που αφιερώνεται στη μοναστική άσκηση κάτω από μια ανδρική μεταμφίεση και που μνημονεύεται στο Συναξάρι της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά θεωρούν ότι έζησε τον 5ο αιώνα μ.Χ., με βάση ουσιαστικά τη Μαρωνιτική παράδοση που τοποθετεί τον τόπο ασκήσεώς της στη σπηλιά Qanubin, στην πεδιάδα της Qadisa στο βόρειο Λίβανο, και άλλοι τον 7ο αιώνα μ.Χ. και σε Αιγυπτιακή περιοχή.Οι Συναξαριστές διηγούνται ότι η Οσία, επιθυμώντας την μοναστική ζωή, μεταμφιέσθηκε σε άνδρα και κατέφυγε μετά του πατρός της Ευγενίου, που είχε μείνει χήρος, σε μοναστήρι. Όταν κάποτε η Αγία κατέλυσε, με άλλους μοναχούς, σε πανδοχείο, την κατηγόρησαν ότι διέφθειρε την κόρη του ξενοδόχου, η οποία όμως είχε διαφθαρεί από έναν στρατιώτη. Η Αγία όχι μόνο υπέμεινε το όνειδος, τις προσβολές και τις διώξεις με σιωπή και υπομονή, αλλά και το παιδί που γεννήθηκε το δέχθηκε ως δικό της και το διέτρεφε έξω από τη μονή επί τριετία, αφού οι μοναχοί την έβγαλαν έξω της μονής ως αμαρτωλή. Όταν, μετά την οσιακή κοίμησή της, φανερώθηκε ότι ήταν γυναίκα, οι μοναχοί που πριν λίγο την αποκαλούσαν αθλία, την μακάρισαν για την αρετή και την πνευματική της ανδρεία και την θεώρησαν Οσία.
  • Άγιος Χρήστος ο Κηπουρός. Ο νεομάρτυρας αυτός καταγόταν από την Αλβανία. Σε ηλικία 40 χρονών πήγε στην Κωνσταντινούπολη και έκανε το επάγγελμα του κηπουρού. Κάποια μέρα φιλονίκησε με έναν Τούρκο για την τιμή των μήλων που πουλούσε. Συνελήφθη και οδηγήθηκε στον Κριτή, συκοφαντούμενος, ότι είπε ότι θα γίνει Τούρκος. Τότε τον έριξαν στη φυλακή, χωρίς ψωμί και νερό, και τον βασάνισαν σκληρά. Στην ίδια φυλακή βρισκόταν και ο λόγιος Καισάριος Δαπόντε, που παρακολούθησε τα βασανιστήρια του Αγίου και αργότερα έγραψε το μαρτύριο του. Ο Χρήστος παρέμεινε σταθερός στην πίστη των πατέρων του και αποκεφαλίστηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1748 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη.
  • Άγιος Αντώνιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Ο Άγιος Αντώνιος Β’ ο Καυλέας, γεννήθηκε προ του 830 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Σε μικρή ηλικία έγινε μοναχός και αναδείχθηκε «ανήρ όσιος, εστεμμένος με αρετές και ναός οίκτου». Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και μη θέλοντας να εγκαταλείψει τον μοναχικό βίο ίδρυσε τη μονή του Καλλίου ή Καλλέως. Ο Άγιος εργάσθηκε πολύ για την ενότητα της Εκκλησίας και την κατασίγαση των παθών μεταξύ των οπαδών των Πατριαρχών Ιγνατίου και Φωτίου και έγινε περιλάλητος για την φιλανθρωπία και την ελεημοσύνη του. Το έτος 893 μ.Χ. εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και εξακολούθησε να αυξάνει στην πνευματική προκοπή, την ευσέβεια και τη φιλαδελφία. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 901 μ.Χ. Η Σύναξή του ετελείτο στη μονή, στην οποία ανήκε ως μοναχός
  • Άγιοι Πλωτίνος και Σατορνίνος.
  • Όσιος Μελέτιος ο εν Υψενή.
    Ο Όσιος και θεοφόρος Πατήρ ημών Μελέτιος, γεννήθηκε περί τα τέλη του 18ου αιώνα μ.Χ. στο χωριό Λάρδος της Ρόδου και ονομάστηκε κατά το άγιο Βάπτισμα Εμμανουήλ. Οι ευσεβείς γονείς του Νικόλαος και Σταματία τον ανέθρεψαν κατά την αποστολική ρήση «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίο» και εμφύτευσαν στην ψυχή του την αγάπη προς τον Θεό και τις παραδόσεις του ευσεβούς ημών Γένους. Από τη βρεφική ηλικία φαινόταν ότι ήταν «σκεῦος ἐκλογῆς» αφού αρνούνταν να θηλάσει το μητρικό γάλα κατά τις νηστίσιμες ημέρες της Τετάρτης και Παρασκευής. Αργότερα, όταν μεγάλωσε, μοίραζε αγαθά από την πατρική αποθήκη στους φτωχούς χωρίς αυτά να ελαττώνονται, γεγονός που προκάλεσε την έκπληξη των γονέων του, που τον είχαν προηγουμένως επιτιμήσει.
    Από τον εφημέριο της γενέτειράς του διδάχθηκε ανάγνωση και γραφή και επιδόθηκε με ζήλο στη μελέτη των βίων των Αγίων της Εκκλησίας, τους αγώνες των οποίων προσπαθούσε να μιμηθεί σχολάζοντας στην αγρυπνία, την προσευχή και τη νηστεία. Μέσα στην ψυχή του άναψε ο θείος πόθος και προτιμούσε να αποσύρεται στο δάσος για να προσεύχεται απερίσπαστος στον Θεό, με θερμά δάκρυα, ολονύκτιες δεήσεις και γονυκλισίες. Ο συνήθης τόπος που αποσυρόταν ήταν ένα σπήλαιο στην περιοχή της ερειπωμένης τότε αρχαίας Μονής της Υπεραγίας Θεοτόκου του Ύψους.
    Κάποια νύκτα ενώ βρισκόταν κοντά στη Μονή προσευχόμενος παρατήρησε στήλη υπέρλαμπρου φωτός να κατέρχεται από τον ουρανό και να στέκεται πάνω από ένα αιωνόβιο δένδρο ελιάς. Απόρησε βλέποντας το παράδοξο θέαμα, πλησίασε στο μέρος εκείνο που υποδείκνυε το ουράνιο φως και βρήκε μία παλαιά Εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γονάτισε με δέος, την σήκωσε στα χέρια του και την ασπάστηκε με πνευματική χαρά και αγαλλίαση ψάλλοντας ύμνους δοξολογίας στον Θεό και άσματα ευγνωμοσύνης στη Θεομήτορα για τη θαυμαστή ευδοκία της χάριτός της.
    Μία από τις επόμενες νύκτες του εμφανίστηκε σε όραμα η Μητέρα του Κυρίου λέγοντάς του να ανεγείρει στον τόπο της ευρέσεως ιερό Ναό επ’ ονόματί της και να ανοικοδομήσει την κατεστραμμένη Μονή. Παράλληλα του υπέδειξε το μέρος όπου θα έπρεπε να σκάψει για να εξασφαλίσει το ποσό που απαιτούσε η οικοδομή. Ο Όσιος υπάκουσε και σκάβοντας εκεί που του υπέδειξε η Θεοτόκος ανακάλυψε κάποιο κρυμμένο θησαυρό. Έχοντας τη βεβαιότητα της παρουσίας της χάριτος της Θεομήτορος εξασφάλισε την απαιτούμενη άδεια από τις τουρκικές αρχές, οικοδόμησε τον ιερό Ναό και γύρω απ’ αυτόν κελλιά. Έλαβε το αγγελικό Σχήμα, μετονομάστηκε Μελέτιος και εγκαταστάθηκε εκεί αγωνιζόμενος με υπερβάλλοντα ζήλο τον καλό αγώνα της μοναχικής πολιτείας.
    Για την υπερβάλλουσα αρετή του και την καθαρότητα της πολιτείας του ο Αρχιερεύς του τόπου τον χειροτόνησε Διάκονο και Πρεσβύτερο, του ανέθεσε το διακόνημα της πνευματικής πατρότητας και τον εγκατέστησε Ηγούμενο της επανιδρυθείσας Μονής. Η φήμη του ξαπλώθηκε σε όλο το νησί και πολλοί τον επισκέπτονταν για να εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους και να ακούσουν τις πνευματικές νουθεσίες του. Συχνά επισκεπτόταν ο ίδιος τα χωριά του νησιού για να λειτουργήσει, να εξομολογήσει τους κατοίκους, να τους στερεώσει στην αληθινή πίστη και στα έργα της ευσεβείας και να ενισχύσει το φρόνημά τους στις δοκιμασίες που υφίσταντο λόγω της δουλείας. Έχοντας χάρη από τον Θεό με την προσευχή του θεράπευσε ασθενείς και ελευθέρωσε πολλούς δαιμονιζομένους από την επήρεια των ακαθάρτων πνευμάτων. Είχε στο έπακρον την αρετή της ελεημοσύνης και κανείς απ’ όσους ερχόταν και ζητούσε την αρωγή του δεν έφευγε χωρίς να λάβει τα αναγκαία. Φιλοξενούσε με αβραμιαία διάθεση τους επισκέπτες και δεχόταν στη Μονή τους καταδιωκομένους από τους οθωμανούς προσφέροντάς τους αντίληψη και προστασία. Προέτρεπε με σθένος τους Χριστιανούς να μένουν σταθεροί στην πίστη των πατέρων τους και να ζουν σύμφωνα με τον λόγο του Θεού.
    Ιδιαίτερα επέμενε ο μακάριος να διδάσκει τις Χριστιανές γυναίκες να αποφεύγουν τις σαρκικές σχέσεις με τους αλλοθρήσκους και να μη συνάπτουν γάμους με αυτούς. Οι διδαχές του ενοχλούσαν τους οθωμανούς, οι οποίοι έψαχναν ευκαιρία να τον δολοφονήσουν. Αφορμή για να εκτελέσουν τα ασεβή σχέδιά τους στάθηκε η περίπτωση της αδελφής ενός Επιτρόπου της εκκλησίας της Λάρδου, η οποία είχε άνομες σχέσεις με τους οθωμανούς ζαπτιέδες της Λίνδου. Ο Όσιος, όταν το πληροφορήθηκε, συνέστησε στον αδελφό της να την παροτρύνει να σταματήσει τα αμαρτωλά έργα της. Το ίδιο έκαναν και οι δημογέροντες του χωριού. Οι συστάσεις τους έγιναν γνωστές στους οθωμανούς και προκάλεσαν την οργή τους. Πήγαν νύκτα στη Λάρδο, δολοφόνησαν δύο δημογέροντες και έπειτα πήραν τον δρόμο προς τη Μονή για να σκοτώσουν και τον Όσιο. Απέτυχαν όμως του σκοπού τους, γιατί αυτός είχε πληροφορηθεί τα σχέδιά τους και είχε αποχωρήσει έγκαιρα από το Μοναστήρι.
    Έχοντας πόθο για ησυχαστική ζωή ο Όσιος αποσυρόταν συχνά σε ένα κοντινό σπήλαιο, την ύπαρξη του οποίου δεν γνώριζαν οι αλλόθρησκοι. Επιστρέφοντας κάποια ημέρα στη Μονή ένας τούρκος, ονόματι Αλής, είδε να τον συνοδεύει κάποια ωραία γυναίκα και έκανε πονηρές σκέψεις γι’ αυτόν. Τον ακολούθησε και τον είδε να εισέρχεται στον Ναό μαζί με την γυναίκα. Μετά από λίγο εισήλθε και αυτός αλλά μέσα υπήρχε μόνο ο Όσιος προσευχόμενος. Άρχισε να τρέμει και τα μέλη του παράλυσαν. Κατάλαβε ότι η γυναίκα ήταν η Θεοτόκος και έπεσε στα πόδια του ζητώντας συγχώρηση για τον πονηρό λογισμό του. Ο Όσιος τον θεράπευσε και εκείνος από ευγνωμοσύνη αφιέρωσε στην εικόνα της Παναγίας το μέχρι σήμερα σωζόμενο χρυσό περιλαίμιο. Άλλοτε πάλι ο Όσιος βρισκόταν στη Λάρδο και θέλησε να επιστρέψει στη Μονή μέσα στη νύκτα. Το ποτάμι είχε πλημμυρίσει και η διάβαση ήταν αδύνατη. Αυτός όμως δεν επέστρεψε, έκανε το σημείο του Σταυρού πάνω στα νερά, πέρασε με θαυμαστό τρόπο χωρίς να βραχεί και συνέχισε το δρόμο του, ο οποίος φωτιζόταν από ένα ουράνιο φως που κινούνταν μπροστά του καθώς πεζοπορούσε, όπως μαρτύρησαν κάποιοι βοσκοί που έγιναν αυτόπτες του παραδόξου πράγματος.
    Ο Θεός επέτρεψε ο Όσιος στα τέλη της επιγείου ζωής του να δοκιμαστεί και να επαληθευτεί στο πρόσωπό του το ψαλμικό «Κύριε ἐδοκίμασάς με, καὶ ἔγνως με». Ένας Τούρκος διέφθειρε και κατέστησε έγκυο μία Χριστιανή από τη Λάρδο, ονόματι Πελαγία, η οποία έπασχε από νοητική στέρηση. Όταν έγινε γνωστή η εγκυμοσύνη της, οι τούρκοι την ανάγκασαν να υποδείξει τον Όσιο ως πατέρα του κυοφορουμένου βρέφους. Τον κατήγγειλαν στον Μητροπολίτη Ρόδου, ο οποίος τον κάλεσε σε απολογία. Ο μακάριος Μελέτιος, που βρισκόταν ήδη σε προχωρημένη ηλικία, δεν μπόρεσε να αντέξει τις αιτιάσεις και εξέπνευσε μπροστά στα πόδια του Αρχιερέως. Η συκοφαντία όμως αποκαλύφθηκε όταν θέλησαν να ετοιμάσουν για την ταφή το σώμά του και ο Αρχιερεύς έδωσε εντολή να κηδευθεί το εξαϋλωμένο από τους αγώνες της εγκρατείας σκήνωμά του στον περίβολο του Μητροπολιτικού Ναού των Εισοδίων της Υπεραγίας Θεοτόκου. Όταν αργότερα ανοίχθηκε ο τάφος του βρέθηκαν ευωδιάζοντα τα λείψανά του εις μαρτύριον της αγιότητάς του. Σήμερα στην Ιερά Μονή της Υψενής φυλάσσεται η τιμία κάρα και μικρό μέρος των τιμίων λειψάνων του.
    Ο Όσιος έλαβε από τον Θεό τη χάρη να ενεργεί θαύματα σε όσους με πίστη τον επικαλούνται και ζητούν την αντίληψη και προστασία του. Πολλές φορές έχει παρουσιαστεί σε ασθενείς δηλώνοντας το όνομά του και θεραπεύοντάς τους από ασθένειες. Συγκλονιστική είναι η μαρτυρία ευσεβούς Χριστιανού από την Αρχάγγελο ο οποίος τον συνάντησε καθ’ οδόν έξω από το χωριό Πυλώνα, και τον μετέφερε με το αυτοκίνητό του μέχρι έξω από την Λάρδο, στη διασταύρωση του δρόμου που οδηγεί στο Μοναστήρι. Όταν ήλθε στη Μονή και προσκύνησε την Εικόνα του κατάλαβε ποιός ήταν ο ηλικιωμένος Κληρικός τον οποίο είχε συναντήσει και έφυγε διακηρύσσοντας παντού τη θαυμαστή εμφάνεια του Οσίου.
    Στην αγιοκατάταξη του Οσίου Μελετίου προχώρησε η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κατά την συνεδρίαση της 27ης Νοεμβρίου 2013 μ.Χ., υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
    Ἀπολυτίκιον
    Ἦχος α΄. 
    Τὸν φωστῆρα τῆς Λάρδου, Ῥοδονήσου τὸ καύχημα, καὶ τῆς Ὑψενῆς τοῦ σεμνείου, θεοφόρον δομήτορα, Μελέτιον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς σκεῦος οὐρανίων ἀρετῶν· πρυτανεύει γὰρ θαυμάτων τὰς δωρεάς, τοῖς πόθῳ ἀναβοῶσι· Δόξα τῷ σέ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
  • Όσιος Ευγένιος. Ο Όσιος Ευγένιος ήταν πατέρας της Οσίας Μαρίας της μετονομασθείσης Μαρίνος.
  • Άγιοι Ιουλιανός και Μόδεστος οι Μάρτυρες.
  • Ανάμνηση των εγκαινίων του Ναού της Θεοτόκου «εις Πούσγην».
  • Όσιος Πρόχορος εκ Γεωργίας. Ο Όσιος Πρόχορος έζησε κατά τον 11ο αιώνα μ.Χ. και ασκήτεψε στη Λαύρα του Αγίου Σάββα και στη μονή του Τιμίου Σταυρού στα Ιεροσόλυμα, στην οποία υπήρχαν πολλοί Γεωργιανοί, ενώ διετέλεσε και ηγούμενος αυτής. Κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη το έτος 1066 μ.Χ.
  • Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης ο Οσιομάρτυρας.
  • Όσιος Αλέξιος ο Θαυματουργός Αρχιεπίσκοπος Μόσχας.
    Ο Όσιος Αλέξιος, κατά κόσμο Ελευθέριος, γεννήθηκε στη Ρωσία το έτος 1300 μ.Χ. και ανήκε στην πλούσια, ευγενή και ευσεβή οικογένεια των Πλετσέγιεφ. Οι γονείς του, Θεόδωρος Βιάκοντ και Μαρία, κατάγονταν από το Τσέρνιγκωφ. Όταν η πόλη καταστράφηκε από τους Τατάρους, το ζεύγος κατέφυγε στη Μόσχα, όπου βρήκε τη φιλοξενία του Αγίου Δανιήλ Αλεξάνδροβιτς του πρίγκιπα, ο οποίος πέθανε το έτος 1303 μ.Χ. και τιμάται ως Άγιος της Ρωσικής Εκκλησίας. Ο Θεόδωρος κατέλαβε μια σημαντική θέση στη διοίκηση του πριγκιπάτου και εκτιμήθηκε δεόντως από τον μεγάλο πρίγκιπα και τους άρχοντες.
    Ο Ελευθέριος είχε ως πνευματικό πατέρα το δευτερότοκο υιό του πρίγκιπα Δανιήλ και μέλλοντα μοσχοβίτη πρίγκιπα Ιωάννη Ντανίλοβιτς Καλίτα (1328 – 1340 μ.Χ.). Από τα παιδικά του χρόνια ανέπτυξε ένα χαρακτήρα συγκρατημένο και σεμνό. Σε ηλικία 12 ετών, κατά τη διάρκεια ενός κυνηγιού στα λιβάδια, αποκοιμήθηκε και στον ύπνο του άκουσε μια φωνή να τον προστάζει: «Αλέξιε, γιατί κουράζεσαι μάταια; Εσύ πρέπει να γίνεις αλιεύς ανθρώπων!». Η φωνή αυτή άσκησε αποφασιστική επιρροή στην ζωή του νεαρού Ελευθερίου. Απαρνήθηκε τα παιδικά παιχνίδια και αφιερώθηκε με μεγάλο ζήλο στην άσκηση της προσευχής και της νηστείας και τη μελέτη της Αγίας Γραφής. Σε ηλικία 20 ετών εγκαταβίωσε στη μονή των Θεοφανίων της Μόσχας, στην οποία ηγούμενος ήταν ο Στέφανος, μεγαλύτερος αδελφός του Αγίου Σεργίου του Ραντονέζ. Κείρεται μοναχός και λαμβάνει το όνομα Αλέξιος. Πνευματικός καθοδηγητής του γίνεται ο στάρετς Γερόντιος. Με μαγάλο ζήλο περατώνει τα μοναχικά καθήκοντά του, καλλιεργώντας με ξεχωριστό πάθος τη μελέτη του λόγου του Θεού. Για να μελετήσει την Καινή Διαθήκη στην πρωτότυπη γλώσσα μελετάει τα ελληνικά. Χάρη σε αυτό, ήταν στην συνέχεια σε θέση να αντιπαραβάλλει το σλαβικό με το ελληνικό κείμενο και να διορθώσει τις ανακρίβειες των διαφόρων μεταφραστών και αντιγραφέων. Η νέα σλαβική έκδοση του Ευαγγελίου απευθείας από τα ελληνικά, που έγινε πράξη από τον Μητροπολίτη Αλέξιο, είναι ένα ανεκτίμητο κείμενο της Ρωσικής εθνικής λογοτεχνίας.
    Τα μεγάλα πνευματικά χαρίσματα και οι θεολογικές αρετές του Αλεξίου τράβηξαν την προσοχή του Μητροπολίτου Θεογνώστου, που τον εκτίμησε και τον ονόμασε αντιπρόσωπό του για τις υποθέσεις της Μητροπόλεως και, κυρίως, για τις περιπτώσεις του εκκλησιαστικού δικαστηρίου. Για μια χρονική περίοδο 12 ετών, ο Αλέξιος έφερε εις πέρας αυτό το διακόνημα αποκτώντας σπουδαία εμπειρία και μια ευρεία γνώση των εκκλησιαστικών πραγμάτων, ειδικότερα στο διοικητικό και δικαστικό τομέα.
    Προικισμένος με αρετές από τον Θεό, ο Όσιος Αλέξιος έγινε γρήγορα τοποτηρητής του Μητροπολίτου Θεογνώστου, κάθε φορά που ο Μητροπολίτης μετέβαινε στην Κωνσταντινούπολη ή στο στρατόπεδο του Χάνου των Τατάρων, που κυριαρχούσαν τότε στη Ρωσία, ή επισκεπτόταν απομακρυσμένες επαρχίες. Λίγο αργότερα εκλέγεται Επίσκοπος του Βλαδιμήρ. Όταν ενέσκηψε, κατά το έτος 1344 μ.Χ., ο τρομερός εκείνος λοιμός, που ονομάσθηκε μέγας θάνατος, προσβλήθηκε από την ασθένεια και ο Μητροπολίτης Θεόγνωστος. Ο Όσιος Αλέξιος προσκλήθηκε τότε από τον λαό και την αυλή του μεγάλου ηγεμόνα της Μόσχας να αναλάβει τη θέση του Μητροπολίτου Θεογνώστου, ο οποίος ψυχορραγώντας έγραψε προς τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως υπέρ του Οσίου Αλεξίου. Το ίδιο έπραξε και ο μέγας ηγεμόνας Συμεών προς τον αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζηνό (1347 – 1354 μ.Χ.).
    Όμως ο Πατριάρχης Φιλόθεος (1354 – 1355 μ.Χ., 1364 – 1376 μ.Χ.) χειροτόνησε, στην Κωνσταντινούπολη, αντί ενός δύο Μητροπολίτες, τον Άγιο Αλέξιο και τον Ρωμανό, ελληνικής καταγωγής, αποσταλέντα υπό του ηγεμόνος της Λιθουανίας Ολγκέρντ (1341 – 1380 μ.Χ.). Η πράξη αυτή του Πατριάρχου προκάλεσε εκκλησιαστικό σκάνδαλο. Έτσι, ο Πατριάρχης Φιλόθεος, για να επαναφέρει την γαλήνη, αναγόρευσε τον Άγιο Αλέξιο Μητροπολίτη Κιέβου, τον δε Ρωμανό Μητροπολίτη Λιθουανίας και Βολυνίας.
    Ο Άγιος Αλέξιος, του οποίου η φήμη των αρετών είχε εκταθεί σε όλη τη Ρωσία και μεταξύ αυτών των Τατάρων, ωφέλησε τα μέγιστα τη χώρα. Η σύζυγος του Χάνου Ταϊδούλα, πάσχουσα από βαριά ασθένεια, επικαλέσθηκε την βοήθεια του Αγίου. Ο αρχηγός των Τατάρων έγραψε προς τον ηγεμόνα Συμεών: «Ακούσαμε ότι ο ουρανός τίποτε δεν αρνείται στις παρακλήσεις του παπά σας. Ας ζητήσει, λοιπόν, την υγεία της συζύγου μου». Πράγματι ο Άγιος προσευχήθηκε στον Θεό. Η ηγεμονίς Ταϊδούλα ανέκτησε την υγεία της και θέλησε να εκδηλώσει την ευγνωμοσύνη της προς τον άνθρωπο του Θεού. Ο Άγιος τότε παρακάλεσε να απαλλαγούν οι Ρώσοι από τους βαρύτατους φόρους που πλήρωναν στον Χάνη των Τατάρων. Έτσι ήλθαν καλύτερες ημέρες, ημέρες ειρήνης, για τον λαό του Θεού. Σαν σημάδι ευγνωμοσύνης για τη θεραπεία, ο Χάνης δώρισε στον Όσιο ένα τεμάχιο γης που βρισκόταν στο Κρεμλίνο, όπου αργότερα κτίσθηκε η μονή των Θαυμάτων, σε ανάμνηση του θαύματος που έκανε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ στις Κολοσσές (ή Χώνια) της Μικράς Ασίας. Επίσης, ο Χάνης δώρισε στον Όσιο Αλέξιο ένα πολύτιμο δακτυλίδι, που φυλάσσεται μέχρι σήμερα στο σκευοφυλάκιο του καθεδρικού ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κρεμλίνο.
    Ο Άγιος Αλέξιος εργάσθηκε σκληρά στο Κίεβο για την αποκατάσταση της εκκλησιαστικής τάξεως και της ευημερίας του λαού και μάλιστα σε καιρούς δύσκολους για την πολιτική ζωή της Ρωσίας. Η εξουσία του μεγάλου δούκα της Μόσχας Ιωάννου του Ερυθρού εξασθενούσε. Μετά τον θάνατο του ηγεμόνα, μέγας δούκας αναγορεύθηκε όχι ο νόμιμος διάδοχος Δημήτριος, αλλά ο δούκας του Σούζνταλ. Παρά την αντίδραση του νέου ηγεμόνα κατά του Πατριάρχου, ο Άγιος δεν εγκατέλειψε τη Μόσχα και προσπάθησε με όλες του τις δυνάμεις να αποκαταστήσει στον θρόνο το νεαρό Δημήτριο. Υπήρξε σύμβουλος του Δημητρίου και ανέλαβε έργο ειρηνοποιού μεταξύ των φιλόδοξων Ρώσων ηγεμόνων. Η αγιότητα του Οσίου είχε τέτοια επίδραση και στους Μογγόλους, ώστε οι υιοί του Χάνου Κούλπα έγιναν Χριστιανοί και έλαβαν τα ονόματα Ιωάννης και Μιχαήλ. Ο Άγιος βοήθησε, επίσης, στην κατάργηση των κληρουχικών ηγεμονιών, τη συνδιαλλαγή τους και την αναγνώριση του μεγάλου ηγεμόνα της Μόσχας ως εθνικού αρχηγού.
    Ακούραστη υπήρξε επίσης, η δραστηριότητα του Αγίου στον εκκλησιαστικό χώρο. Συνέβαλλε στην ανέγερση πολλών ναών και μοναστηριών, που ήταν εστίες της ρωσικής κουλτούρας, επάνδρωσε με ποιμένες τις επαρχίες, επισκέφθηκε τις ενορίες και τις Επισκοπές κηρύττοντας ακούραστα τον λόγο του Θεού και έστειλε ποιμαντικές επιστολές προς το ποίμνιό του.
    Στην πρωτεύουσα ίδρυσε τη μονή Σπάζο-Ανδρόνικωφ, τη μονή των Θαυμάτων και τη γυναικεία μονή Αλεξέεφσκι, στην οποία τοποθετήθηκε ηγουμένη η αδελφή του Αγίου, Ιουλιάνα. Μοναστήρια ανυψώθηκαν ακόμα και στις όχθες του ποταμού Μόσχαβα, όπως η μονή Σιμονώφ, στις όχθες του ποταμού Κλιάζμα και αλλού.
    Ο Άγιος εισήγαγε ένα νέο καθεστώς για τα γυναικεία μοναστήρια, που μέχρι τότε εξαρτώντο από τα ανδρικά μοναστήρια. Το κανονικό τους καθεστώς εγκρίθηκε, κατά τρόπο οριστικό, από τη Σύνοδο των «Εκατό Κεφαλαίων», το έτος 1551 μ.Χ. και έγινε υποχρεωτικό για ολόκληρη την Εκκλησία της Ρωσίας.
    Στα χρόνια εκείνα στη Μόσχα άρχισαν να κατασκευάζονται κτίρια από πέτρα. Με προτροπή του Αγίου Αλεξίου, το Κρεμλίνο περιστοιχήθηκε από τείχη, πύργους και θύρες διαμορφωμένες με πέτρινα εμπόδια.
    Ο Άγιος φάνηκε γενναιόδωρος απέναντι στις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, που απευθύνονταν στη Μόσχα, για να ζητήσουν βοήθεια. Έστειλε πίσω με πλούσια δώρα τους εκπροσώπους της Εκκλησίας της Ιερουσαλήμ και τους μοναχούς της ερήμου του Σινά, που ήταν επιφορτισμένοι να καταβάλλουν χρηματικές εισφορές στους Μουσουλμάνους.
    Ο γεμάτος ζήλο ποιμένας απευθυνόταν συχνά προς τους πιστούς με επιστολές και τους προέτρεπε να ακολουθήσουν το χριστιανικό βίο.
    Ο Όσιος Αλέξιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1378 μ.Χ. Ο ενταφιασμός του ιερού λειψάνου αυτού έγινε στη μονή των Θαυμάτων, που είναι αφιερωμένη στον Αρχάγγελο Μιχαήλ.
    Η Εκκλησία της Ρωσίας τίμησε εξαιρετικά την αρετή και την ποιμαντική δράση του Αγίου, αποκαλώντας τον «φωστήρα της Ρωσίας, τιμή της Μόσχας, στύλο και θεμέλιο της Εκκλησίας».
    Το 1431 μ.Χ. η ξύλινη εκκλησία, στην οποία φυλάσσονταν τα λείψανα του Αγίου, καταστράφηκε και στη θέση της ο μεγάλος πρίγκιπας διέταξε να ανεγερθεί πέτρινος ναός. Κατά την διάρκεια των εργασιών βρέθηκε άφθαρτο το λείψανο του Αγίου. Ο Μητροπολίτης Μόσχας Φώτιος, περιστοιχισμένος από τον κλήρο, τέλεσε ακολουθία ευχαριστίας στον Θεό και τα ιερά Λείψανα του Αγίου Αλεξίου τοποθετήθηκαν με επισημότητα στο παρεκκλήσι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Έκτοτε δεν έπαψε ποτέ η τιμή προς τον Άγιο, στον οποίο αποδίδονται πολλά θαύματα και πνευματικές ευεργεσίες.
    Η Ρωσική Σύνοδος, το έτος 1448 μ.Χ., προεδρεύοντος του Πατριάρχου Ιωνά (1448 – 1461 μ.Χ.), καθιέρωσε τον εορτασμό της μνήμης του Αγίου Αλεξίου την 12η Φεβρουαρίου, ημέρα της κοιμήσεώς του, και την 20η Μαΐου, ημέρα της ευρέσεως των ιερών λειψάνων του.
    Το έτος 1485 μ.Χ., στη μονή των Θαυμάτων, ανεγέρθη ναός προς τιμήν του Αγίου Αλεξίου και εκεί μεταφέρθηκαν τα λείψανά του. Επί Πατριαρχείας Ιωακείμ (1674 – 1690 μ.Χ.), το έτος 1686 μ.Χ., έλαβε χώρα μια δεύτερη επίσημη μετακομιδή των λειψάνων στο καινούργιο ναό, που ήταν αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και τον Άγιο Αλέξιο. Με ευλογία του Πατριάρχου Αλεξίου, το έτος 1947 μ.Χ., τα λείψανα του Αγίου μετεκομίσθησαν στον καθεδρικό πατριαρχικό ναό των Θεοφανείων στη Μόσχα, όπου βρίσκονται ακόμα σήμερα, μπροστά από το τέμπλο του ναού, στη δεξιά πλευρά.
  • Άγιος Βασιανός του Ούγκλιχ.
  • Όσιος Μελέτιος Επίσκοπος Χαρκώβ. Ο Όσιος Μελέτιος, κατά κόσμο Μιχαήλ Ιβάνοβιτς Λεοντόβιτς, γεννήθηκε στις 6 Νοεμβρίου 1784 μ.Χ. στη Ρωσία. Σπούδασε στη θεολογική ακαδημία της Αγίας Πετρουπόλεως και έγινε μοναχός το έτος 1820 μ.Χ. στη μονή Μπρατσκ του Κιέβου. Στις 19 Οκτωβρίου 1826 μ.Χ. εξελέγη Επίσκοπος Τσιγκίρινσκ του Κιέβου και διακρίθηκε για τον ασκητικό βίο και την φιλανθρωπία του. Κοιμήθηκε με ειρήνη και ενταφιάσθηκε στη μονή της Παναγίας του Χαρκώβ. Το έτος 1948 μ.Χ. το ιερό λείψανο αυτού μετακομίσθηκε στον καθεδρικό ναό των Θεοφανείων του Χαρκώβ. Η Εκκλησία τιμά την μνήμη του και στις 28 Φεβρουαρίου.
  • Άγιος Αλέξιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Βορονέζ.
  • Άγιος Μητροφάνης ο Ιερομάρτυρας εκ Ρωσίας.
  • Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ιβηριτίσσης στη Μόσχα. Η επωνυμία της ιεράς εικόνας της Παναγίας, Ιβηρίτισσα, οφείλεται στην Ιερά Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους, όπου η ιερή εικόνα έφθασε κατά τρόπο θαυματουργικό το έτος 999 μ.Χ., αφού επέπλεε επάνω στα κύματα της θάλασσας. Το έτος 1648 μ.Χ., μετά από επιθυμία του Πατριάρχου της Ρωσίας Νίκωνος, έφεραν στη Μόσχα πανομοιότυπο αντίγραφο της ιεράς εικόνος. Η εικόνα τιμάται, επίσης, στις 12 Οκτωβρίου, ημέρα κατά την οποία έφθασε στη Μόσχα και την Τρίτη της Διακαινησίμου.
  • Μαρτύρων Πρίμας, Αμπλία, Δατίβου, Πλωτίνου, Σατορνίνου, Φαβίου, Φήλικος και των συν αυτοίς.
  • Οσιομαρτύρων Λουκά και Νικολάου και των συν αυτοίς μαρτυρησάντων.
  • Σισινίου Επισκόπου Θέου.
ΠΗΓΗ: http://www.saint.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου