Σάββατο 1 Απριλίου 2017

Σήμερα 2 Απριλίου γιορτάζουν…

Ε΄ Κυριακή των Νηστειών – Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας.
Για να διαβάσετε τον βίο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας κάντε click ΕΔΩ.
Όσιος Σάββας ο Νέος ο εν Καλύμνω. 
Ο Όσιος Σάββας ο Νέος, κατά κόσμο Βασίλειος, γεννήθηκε το έτος 1862 μ.Χ. στην Ηρακλείτσα της περιφέρειας Αβδίμ της Ανατολικής Θράκης από πτωχούς και απλοϊκούς γονείς, τον Κωνσταντίνο και τη Σμαραγδή. Ο Βασίλειος μεγάλωσε έχοντας βαθιά πίστη και μεγάλη ευσέβεια και προσπαθώντας να μιμηθεί την άσκηση των Αγίων της Εκκλησίας μας. Σε ηλικία δώδεκα ετών ο Βασίλειος διαπίστωνε καθημερινά ότι το επάγγελμα που ασκούσε δεν ήταν στα μέτρα του και ποθούσε μια άλλη ζωή. Ήθελε να ζήσει μόνο για τον Χριστό και να ακολουθήσει την οδό της μοναχικής πολιτείας. Έτσι έλαβε πλέον την αμετάκλητη απόφαση να φύγει, εγκαταλείποντας τα εγκόσμια. Κατευθύνεται στο Άγιον Όρος, στην Ιερά Σκήτη της Αγίας Άννης, όπου επί δώδεκα έτη ζει πλέον με προσευχή και αυστηρή άσκηση.

Έντονη ήταν και η επιθυμία του Οσίου να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους, την οποία πραγματοποιεί αφού πρώτα διέρχεται από την γενέτειρά του. Δέος τον καταλαμβάνει καθώς αντικρίζει τον Πανάγιο Τάφο. Ελπίζοντας πάντα στην βοήθεια του Θεού, εισέρχεται στην ιερά μονή του Αγίου Γεωργίου Χοζεβά, όπου έπειτα από τριετή ενάρετο βίο κείρεται μοναχός το 1890 μ.Χ. και αργότερα, το έτος 1894 μ.Χ., αποστέλλεται από τον ηγούμενο της μονής, Καλλίνικο, στην Σκήτη της Αγίας Άννης, κοντά στον αρχιμανδρίτη Άνθιμο, για να ασκηθεί στην αγιογραφία. Το 1902 μ.Χ. χειροτονείται διάκονος και το επόμενο έτος πρεσβύτερος. Διακονεί δε μέχρι το έτος 1906 μ.Χ. ως εφημέριος της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού, όπου γνωρίζεται με τον αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ο οποίος έλεγε για τον Άγιο Σάββα στον Καλύμνιο φίλο του Γεράσιμο Ζερβό, πριν ακόμη ο Άγιος κοιμηθεί: «Να ξέρεις, Γεράσιμε, ότι ο πατήρ Σάββας είναι άγιος άνθρωπος».
Το έτος 1907 μ.Χ. επανέρχεται στη μονή Χοζεβά, όπου διάγει βίο ασκητικό με τέλεια υποταγή στους ασκητικούς κανόνες, άκρα ταπείνωση, χαμαικοιτία, στέρηση παντός υλικού αγαθού, ακολουθώντας το πατερικό «ο ακτήμων μοναχός, υψιπέτης αετός». Η τροφή του ήταν μια κουταλιά βρεγμένο σιτάρι και νερό από τον ποταμό.
Το έτος 1916 μ.Χ. επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα, μεταβαίνει στη νήσο Πάτμο, όπου διαμένει δύο χρόνια και ιστορεί δύο εικόνες στο Καθολικό της μονής. Έπειτα έρχεται στην Αθήνα, όπου πληροφορείται ότι τον αναζητεί ο Άγιος Νεκτάριος, Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Μεταβαίνει στην Αίγινα και διακονεί τον Άγιο μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του. Η συγκαταβίωση με τον Άγιο Νεκτάριο συνέβαλε στην πνευματική του πρόοδο. Γνώρισε την αυστηρή άσκηση του Αγίου Νεκταρίου, την παροιμιώδη ταπείνωσή του, την απλότητά του. Έζησε το πρώτο θαύμα του Αγίου, όταν μετά την κοίμησή του είδε τον Άγιο να κλίνει την κεφαλή του προκειμένου να του φορέσει το πετραχήλι του και να επανέρχεται κατόπιν στην θέση της. Επί τρεις συνεχείς ημέρες οι αδελφές της μονής στην Αίγινα άκουγαν συνομιλίες από τον τάφο του Αγίου, όταν δε πλησίασαν, είδαν εκεί τον Όσιο Σάββα να συνομιλεί με τον Άγιο Νεκτάριο. Ο Όσιος έμεινε έγκλειστος στο κελί του για σαράντα ημέρες. Κατά την τεσσαρακοστή ημέρα εξήλθε κρατώντας μία εικόνα του Αγίου Νεκταρίου, την οποία ενεχείρησε στην ηγουμένη με την εντολή να την τοποθετήσει στο προσκυνητάρι. Η ηγουμένη απάντησε ότι αυτό δεν ήταν δυνατό να γίνει, διότι ο Άγιος δεν είχε αναγνωρισθεί επίσημα από την Εκκλησία και μια τέτοια ενέργεια ίσως να έθετε τη μονή σε διωγμό. Τότε ο Όσιος Σάββας της είπε επιτακτικά: «Οφείλεις να κάνεις υπακοή. Να πάρεις την εικόνα, να την βάλεις στο προσκυνητάρι και τις βουλές του Θεού να μην τις περιεργάζεσαι».
Στην Αίγινα δεν μπορεί πλέον να μείνει, διότι προσέρχεται πολύς κόσμος και αυτό κουράζει τον φιλήσυχο Όσιο. Μεταβαίνει στην Αθήνα και κατόπιν στην Κάλυμνο, όπου μετά από περιπλάνηση στις μονές και τα ησυχαστήρια του νησιού, καταλήγει στη μονή των Αγίων Πάντων. Εκεί αρχίζει μία έντονη πνευματική ζωή. Αγιογραφεί, τελεί τα Θεία Μυστήρια και τις Ιερές Ακολουθίες, εξομολογεί, διδάσκει διά του στόματος και διά του παραδείγματός του και βοηθάει χήρες, ορφανά και φτωχούς. Ήταν επιεικής και εύσπλαχνος με τις αμαρτίες των άλλων, δεν ανεχόταν όμως την βλασφημία και την κατάκριση. Πολλές φορές δάκρυζε και με πόθο παρακαλούσε για την μετάνοια των πνευματικών του τέκνων, κατά δε τη Θεία Λειτουργία είχε τέλεια προσήλωση στο συντελούμενο μυστήριο. Αξιώθηκε της ευωδίας του σώματός του εν ζωή, καθώς και το πέρασμά του ήταν ευώδες, ευωδία η οποία θα εξέλθει και από το μνήμα του μετά την εκταφή του. Χρήματα δεν κρατούσε ποτέ, η ζωή του ήταν μια συνεχής κατάσταση αγίας υπακοής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο συμπλήρωσε τις ημέρες της επίγειας ζωής του, με άκρα περισυλλογή και ιερά κατάνυξη, ενώ λίγο πριν το τέλος η τελευταία φράση του ήταν «Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος». Η ομολογία αυτή ήταν η βεβαίωση της εν Χριστώ πορείας του.
Μετά από δέκα έτη, έγινε η ανακομιδή των αγίων και χαριτόβρυτων λειψάνων του, στις 7 Απριλίου 1957 μ.Χ., προεξάρχοντος του μακαριστού Μητροπολίτου Λέρου, Καλύμνου και Αστυπάλαιας κυρού Ισιδώρου, ενώπιον πλήθους λαού. Ένα πυκνό νέφος θείας ευωδίας κάλυψε ολόκληρη την περιοχή και το νέο για το θεϊκό σημείο έκανε αμέσως το γύρο του νησιού. Το ιερό λείψανο του Οσίου μεταφέρθηκε σε λάρνακα, στο παρεκκλήσι του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου. Η επίσημη Αγιοκατάταξη του Οσίου Πατρός ημών Σάββα του Νέου έγινε διά Πατριαρχικής Συνοδικής Πράξεως της 19ης Φεβρουαρίου 1992 μ.Χ.
Όσιος Τίτος ο Θαυματουργός. 
Ο Όσιος Τίτος είχε ψυχή με θερμή αγάπη στο Θεό και τον πλησίον. Όπως ο Κύριος είχε πει στους μαθητές του, «ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με» ( Ιωάν., δ’ 34), δικό μου, δηλαδή, φαγητό είναι να πράττω το θέλημα Εκείνου (του Πατέρα Θεού) που με απέστειλε, έτσι συνέβαινε και στον όσιο Τίτο. Τροφή του ήταν να πράττει με κάθε τρόπο το θέλημα του ουρανίου Πατέρα και να χρησιμοποιεί τη ζωή του για την ηθική και πνευματική οικοδομή των αδελφών του.
Όταν έγινε μοναχός, έλαμψε με την φιλάδελφη συμπεριφορά του, την πραότητα και την επιείκεια. Ήταν χαρακτήρας που γνώριζε να παραβλέπει, να μακροθυμεί, να ανέχεται, να συνδιαλέγεται, να διαλύει τις παρεξηγήσεις, να κερδίζει γρήγορα την εμπιστοσύνη και να κατακτά τις καρδιές των άλλων. «Ετσι, έγινε πνευματικός ηγέτης μεγάλης αποδοχής και πλήθος λαϊκών και μοναχών ζητούσαν να ωφεληθούν από την συντροφιά του. Μάλιστα, ο Θεός αντάμειψε την καθαρότητα της ψυχής και της ζωής του με το χάρισμα να θαυματουργεί. Αφού έμεινε σταθερός στην πίστη μέχρι τέλους της ζωής του, αποδήμησε στον Κύριο, αφήνοντας πίσω του πολλούς μιμητές.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοί Πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβών γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Τίτε τό πνεῦμά σου.
Άγιοι Αιδέσιος και Αμφιανός οι αυτάδελφοι. Ευλογημένα παραδείγματα πνευματικού αγώνος μέσα στον κόσμο με τις ποικίλες σειρήνες του, αποτελούν και οι δύο φοιτητές Άγιοι Μάρτυρες Aμφιανός και Aιδέσιος. Πηγή πληροφοριών των δύο αδελφών μαρτύρων είναι ο Ευσέβιος Καισαρείας. Κατάγονται από επιφανείς γονείς που διαμένουν στην Γάζα, σημαντική πόλη της Λυκίας. O μάρτυς Aμφιανός πηγαίνει για σπουδές στα εκπαιδευτήρια της Bηρυττού, πανεπιστημιακής κυψέλης της εποχής, που μάλιστα φημιζόταν για τις νομικές κυρίως σπουδές. Επιστρέφει στην πατρική εστία αλώβητος από τις παγίδες του εχθρού που παραμόνευαν σε μια μεγάλη και κοσμοπολίτικη πόλη, όπως η Bηρυττός. Μη μπορώντας να υποφέρει τη συμβίωση με την οικογένειά του και τους συγγενείς του λόγω της διαφορετικότητας του πνεύματος που τους διακατείχε, καταφεύγει στην Kαισάρεια της Παλαιστίνης, συγκατοικεί εκεί με τον κατοπινό μάρτυρα Πάμφιλο (βλέπε 5 Νοεμβρίου) και τους μαθητές του και ασκείται μαζί τους.
Το τρίτο έτος του δεύτερου διωγμού κατά των Χριστιανών, γύρω στο 305 μ.X., αποστέλλονται γράμματα από τον αυτοκράτορα Mαξιμίνο τον B’ να θυσιάσουν όλοι οι κάτοικοι ανεξαιρέτως σε ειδωλολατρικούς ναούς. Καθώς ο άρχων της Kαισάρειας της Παλαιστίνης Oυρβανός ετοιμάζεται να θυσιάσει στα είδωλα, τον πλησιάζει ο Aμφιανός προσπερνώντας με τόλμη τη στρατιωτική παράταξη, του πιάνει το χέρι και τον εμποδίζει να τελέσει τη θυσία. Ελέγχει τον άρχοντα λέγοντας του ότι δεν μπορεί να θυσιάζει στους δαίμονες και στα είδωλα και να εγκαταλείπει τον ένα και αληθινό Θεό. Oι στρατιώτες του ηγεμόνα τον αρπάζουν, τον χτυπούν, τον κλωτσούν, του σπάζουν το στόμα, τον οδηγούν στο δεσμωτήριο και τον υποβάλλουν στη φάλαγγα. Tην επόμενη, του ξεσκίζουν τα πλευρά, τα σπλάχνα, το πρόσωπο και τον αυχένα ώστε παραμορφώνεται το νεανικό του κάλλος. Του περιτυλίσσουν τα πόδια με λινά υφάσματα ποτισμένα με λάδι και τα ανάβουν με φωτιά. O Aμφιανός αντιστέκεται με ανδρεία χωρίς να υποχωρήσει κατ’ ελάχιστον από την πίστη του. Oδηγείται στο δεσμωτήριο και μετά από τρεις ημέρες ρίχνεται στη θάλασσα. Τότε, γίνεται ισχυρός σεισμός και η πόλη ταράσσεται ολόκληρη, ενώ συγχρόνως το σώμα του αγίου εκβράζεται από τη θάλασσα.
Παρόμοια η πίστη και η δυναμικότητα του ομοπάτριου αδελφού του, Aιδέσιου. O Aιδέσιος ήταν περισσότερο μορφωμένος από τον αδελφό του Aμφιανό και είχε μείνει περισσότερο χρόνο κοντά στον Παμφίλο. Συνελήφθη την εποχή του ίδιου διωγμού και είχε παραδοθεί στα μεταλλεία χαλκού της Παλαιστίνης. Μεταβαίνει στη συνέχεια στην Αλεξάνδρεια όπου εκεί τον περιμένει ο θρίαμβος του μαρτυρίου. O δικαστής Ιεροκλής (και άρχοντας της Αιγύπτου) δεν περιορίζεται στην εκτέλεση της αυτοκρατορικής διαταγής (θυσία των κατοίκων στα είδωλα), αλλά παραδίδει χριστιανές παρθένους σε πορνοτρόφους να τις ρίξουν στην ασέλγεια. O Aιδέσιος ελέγχει τον Ιεροκλή με τα λόγια του, αλλά και τον γρονθοκοπά με τα ίδια του τα χέρια, τον πληγώνει και τον ρίχνει κάτω, θέλοντας έτσι να τον αποτρέψει από το να προσβάλλει τις δούλες του Θεού. Οι στρατιώτες του ηγεμόνα τον συλλαμβάνουν, τον βασανίζουν και τέλος τον καταβυθίζουν στη θάλασσα, όπως τον αδελφό του Aμφιανό.
Άγιος Πολύκαρπος. 
Ο Άγιος Μάρτυς Πολύκαρπος έζησε κατά τους χρόνους της βασιλείας του ασεβούς Μαξιμιανού (286 – 305 μ.Χ.) και καταγόταν από την πόλη της Αλεξάνδρειας. Όντας Χριστιανός και έχοντας πολύ ζήλο για τον Θεό, παρατηρώντας κάθε ημέρα τους φυλακισμένους να ομολογούν τον Χριστό και να δοκιμάζονται με διάφορα βασανιστήρια, δεν άντεχε να υπομένει. Και όταν κάποια μέρα είδε τον άρχοντα να κάθεται και το αίμα των ανθρώπων να χύνεται σαν νερό, αφού στάθηκε μπροστά του, τον έλεγξε και είπε: «Γιατί τόσο πολύ λησμόνησες την ανθρώπινη φύση, ακόρεστε σκύλε, και κομματιάζεις τους συγγενείς και ομοεθνείς ανθρώπους με τα ξίφη σαν ξύλα, επειδή κηρύττουν τον αληθινό Θεό και ελέγχουν την πλάνη των ειδωλολατρών, όπως και εγώ που είμαι δούλος του Χριστού;». Εξαιτίας αυτών και επειδή εξόργισε τον άρχοντα, συνελήφθη και βασανίσθηκε. Και αφού μέχρι τέλους είχε το όνομα του Χριστού στα χείλη, αποκεφαλίσθηκε.
Όσιος Γρηγόριος ο εν Νικομήδεια ασκήσας. 
Ο Όσιος Γρηγόριος γεννήθηκε το 1190 μ.Χ. και καταγόταν από τα μέρη Βιθυνίας. Ο Γρηγόριος, από παιδί έζησε ζωή σύμφωνα με τα παραγγέλματα του Ευαγγελίου. Στις σπουδές του αναδείχτηκε ευφυέστατος και επιμελέστατος. Τη μάθηση του αυτή χρησιμοποίησε για την Εκκλησία και για την πνευματική οικοδομή του πλησίον. Μετά από καιρό ο Γρηγόριος αποσύρθηκε σ’ ένα από τα πιο φημισμένα μοναστήρια της εποχής του. Εκεί έλαμψε με την αρετή του. Αλλά μερικοί φθονεροί μοναχοί τον συκοφάντησαν, ότι δήθεν έκλεψε ιερά σκεύη της Μονής. Η αθωότητα του αποδείχτηκε, αλλά ο Γρηγόριος έφυγε από το μοναστήρι εκείνο και πήγε σ’ άλλο, οπού μόναζε και ο αδελφός του.
Εκεί ο Γρηγόριος ανέπτυξε ακόμα περισσότερο τις γνώσεις και τις αρετές του, με αποτέλεσμα να τον κάνουν Ιερέα. Κατόπιν πήγε σ’ ένα διπλανό χωριό, όπου με τις γνώσεις και την μεγάλη του πνευματικότητα, βοηθούσε τους συνανθρώπους του. Ο σατανάς, μέσω των οργάνων του, του έστησε πολλές παγίδες. Αλλά ο Γρηγόριος, με τη χάρη του Θεού, τις ξεπέρασε άθικτος. Πέθανε σε ηλικία 50 χρονών την 2α Απριλίου 1240 μ.Χ., αφού αγωνίστηκε με τις γνώσεις του για τον πλησίον μέχρι τελευταίας του πνοής.
Αγία Θεοδώρα η Παρθενομάρτυρας. 
Η Αγία Θεοδώρα καταγόταν από την Τύρο της Φοινίκης και δεκαεπτά χρονών παρουσιάστηκε στον άρχοντα της Παλαιστίνης Ουρβανό, ο όποιος τη ρώτησε αν πράγματι πιστεύει στον Χριστό. Η Θεοδώρα με εκπληκτικό θάρρος ομολόγησε ότι πράγματι πιστεύει. Τότε την έδειραν σκληρά στα πλευρά και τους μαστούς. Κατόπιν την έριξαν στη θάλασσα, όπου παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού και έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου. Όπως αναφέρει και ο Άγιος Νικόδημος, είναι πολύ πιθανό η Αγία αυτή να είναι η ίδια, με την Αγία Θεοδοσία της 29ης Μαΐου, διότι τα βιογραφικά τους στοιχεία είναι, σχεδόν, όμοια.
Αγία Ebba η Οσιοπαρθενομάρτυρας η Νέα. 
Η Αγία Οσιοπαρθενομάρτυς Ebba έζησε κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ. και ήταν ηγούμενη της μονής Κόλτινγκχαμ, της μεγαλύτερης μονής της Σκωτίας. Η μονή αυτή είχε ιδρυθεί υπό της Οσίας Ebba της Πρεσβυτερας (τιμάται 25 Αυγούστου), αδελφής των βασιλέων του Νορθάμπερλαντ, Οσβάλδου και Όσγουι. Το έτος 870 μ.Χ., κατά την διάρκεια εισβολής Δανών πειρατών στις ακτές της μονής, η Οσία ανήσυχη όχι για την σωτηρία της ζωής της αλλά για την διατήρηση της αγνότητάς της καθώς και των άλλων μοναζουσών, μόλις οι επιδρομείς εισέβαλαν στον περίβολο της μονής, συγκέντρωσε τις μοναχές στο ηγουμενείο και μετά από συγκινητικές συμβουλές απέκοψε με λεπίδα την μύτη και το άνω χείλος της. Την πράξη αυτή μιμήθηκαν όλες οι αδελφές. Οι εισβολείς, όταν εισήλθαν στο χώρο όπου οι μοναχές ήταν συναγμένες, βρέθηκαν μπροστά σε ένα φρικιαστικό θέαμα. Αυτό όμως δεν τους εμπόδισε να πυρπολήσουν την μονή και να κάψουν ζωντανή την Οσία Ebba μαζί με όλες τις μοναχές.
Άγιος Γεώργιος Επίσκοπος Αζκουρίας. 
Ο Άγιος Γεώργιος (Μαζκουερέλι) έζησε μεταξύ του 9ου και του 10ου αιώνα μ.Χ. στη Γεωργία και ήταν Επίσκοπος Αζκουρίας. Κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.
Άγιος Σάββας Αρχιεπίσκοπος Σουρώζ. 
Ο Άγιος Σάββας έζησε κατά τον 12ο αιώνα μ.Χ. στην Κριμαία και εξελέγη Επίσκοπος της πόλεως Σουρώζ, το σημερινό Σουδάκ. Ότι γνωρίζουμε γι’ αυτόν έχει σωθεί σε υποσημειώσεις σε ένα ελληνικό Μηναίο του 12ου αιώνος μ.Χ. Πέντε χιλιόμετρα από την πόλη του Σουρώζ υπάρχει ένα όρος, το οποίο καλείται Άγιος Σάββας, όπου διατηρούνται τα υπολείμματα μιας εκκλησίας και μιας σπηλιάς. Εκεί προφανώς ο Άγιος πέθανε και ενταφιάσθηκε και το έτος 1872 μ.Χ. βρέθηκε μία εικόνα του.
Σύναξη της Παναγίας Ρόδον το Αμάραντον στο Αμύνταιο. 
Στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Αμυνταίου βρίσκεται τεθησαυρισμένη η ιερά και εφέστιος εικόνα της Παναγίας «Ρόδον το Αμάραντον» (1772 μ.Χ.) η οποία εορτάζει την Ε’ Κυριακή των Νηστειών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου