Τρίτη 4 Απριλίου 2017

Σήμερα 4 Απριλίου γιορτάζουν…

Όσιος Θεωνάς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. 
Ο Άγιος Θεωνάς Α’, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, μαθητής του Αγίου Ιακώβου του Νεομάρτυρα, «τίνα μὲν εἶχε πατρίδα ἐπὶ τὴ γῆ, ἢ τίνας γονεῖς, ἢ μὲ ποὶον τρόπον ἐγένετο ἀρχιερεὺς τῆς Θεσσαλονίκης, ἀπὸ ἱστορίαν ἔγγραφον ἢ παραδοσὶν τινά, δὲν ἐμάθομεν» μαρτυρεί ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, συγγραφέας του Βίου του Αγίου. Μια παράδοση θέλει τον Άγιο Θεωνά Μυτιληναίο και γι’ αυτό πολλοί νεότεροι ερευνητές τον αποκαλούν Λέσβιο, είτε γιατί καταγόταν από την Λέσβο, είτε γιατί παρέμεινε εκεί ως πνευματικός, στο Πλωμάρι.

Ο Άγιος Θωνάς ίσως να γεννήθηκε κατά το δεύτερο ήμισυ του 15ου αιώνα μ.Χ. Αγνοούνται όλα τα σχετικά με την ζωή του πριν από την μετάβασή του στο Άγιον Όρος. Κατ’ αρχήν ασκήτεψε στη Μονή Παντοκράτορος, ως Πρεσβύτερος. Αργότερα όμως εγκατέλειψε, για να συγκαταριθμηθεί στη συνοδεία του Αγίου Ιακώβου του Νεομάρτυρα (τιμάται 1 Νοεμβρίου), ο οποίος μόναζε σε μία τοποθεσία πάνω από τη Μονή Ιβήρων, στο μονύδριο του Τιμίου Προδρόμου. Κατά το έτος 1518 μ.Χ. ο Άγιος Ιάκωβος με την συνοδεία έξι μαθητών του, μεταξύ αυτών και του Θεωνά, εγκατέλειψε την Σκήτη του Προδρόμου και κατέφυγε στα ενδότερα του Άθωνος, αλλά μετά από μία οπτασία ο Γέροντας αποφάσισε να εξέλθουν από το Άγιον Όρος. Έτσι την Παρασκευή της Διακαινησίμου του έτους 1518 μ.Χ., ο Άγιος Ιάκωβος και η συνοδεία του εγκατέλειψαν το Άγιον Όρος. Αφού διήλθαν από την περιοχή της Θεσσαλονίκης και ακολούθησαν την οδό προς την Θεσσαλία, πέρασαν από το κάστρο της Πέτρας (Πλαταμώνος) και τα Μετέωρα και εγκαταστάθηκαν στη μονή του Τιμίου Προδρόμου, στη Δερβεκίστα (Ανάληψη) της Αιτωλίας, όπου και διέμειναν επί ένα έτος.
Ο Άγιος Θεωνάς ήταν ο πιστότερος και καλύτερος μαθητής του Ιακώβου. Για τον λόγο αυτό εστάλη προς τον Επίσκοπο Άρτας, Ακάκιο, προκειμένου να εξασφαλίσει ενταλτήριο γράμμα για την απρόσκοπτη πνευματική εργασία στους Χριστιανούς της περιοχής. Επειδή όμως ο Άγιο Ιάκωβος σύντομα κατέστη λαοφιλής και σημειοφόρος, ο Επίσκοπος Άρτας Ακάκιος τον φθόνησε. Έτσι αποδέχθηκε τις συκοφαντίες κάποιων ψευδομοναχών και διέβαλε τον Άγιο Ιάκωβο στους Τούρκους ως επαναστάτη. Ο μπέης των Τρικάλων απέστειλε στρατιώτες, οι οποίοι συνέλαβαν τον Ιάκωβο και δύο μαθητές του, τον διάκονο Ιάκωβο και τον μοναχό Διονύσιο και τους μετέφεραν στα Τρίκαλα, όπου παρέμειναν στη φυλακή για σαράντα ημέρες. Εκεί επισκέφθηκαν τον Ιάκωβο και δύο άλλοι μαθητές του, ο Θεωνάς και ο Μαρκιανός και τον ρώτησαν για την τύχη της μονής και των αδελφών μετά τον θάνατό του. Τότε ο Ιάκωβος προφήτευσε ότι αυτοί θα εγκαταλείψουν τη μονή και θα συγκεντρωθούν σε κάποιο μοναστήρι κοντά στην Θεσσαλονίκη. Απέστειλε μάλιστα και επιστολή στους μαθητές του, με την οποία όριζε τον Άγιο Θεωνά ως διάδοχο και ηγούμενο της μονής Προδρόμου.
Την 1η Νοεμβρίου του έτους 1519 μ.Χ. ο Άγιος Ιάκωβος και οι δύο μαθητές του, Ιάκωβος και Διονύσιος, αφού βασανίσθηκαν φρικτά στο Διδυμότειχο και στην Αδριανούπολη αντίστοιχα, απαγχονίστηκαν. Τα ιερά σκηνώματα των τριών Νεομαρτύρων αγοράσθηκαν από τους Χριστιανούς και ενταφιάσθηκαν στο χωριό Αρβανιτοχώρι, πέντε χιλιόμετρα έξω από την Αδριανούπολη.
Σύμφωνα με την προφητεία του Αγίου Ιακώβου, μετά τον θάνατό του, ο Άγιος Θεωνάς και η συνοδεία της Δερβεκίστας εγκατέλειψαν το επόμενο έτος τη μονή και μετέβησαν στο Άγιον Όρος, στη μονή της Σιμωνόπετρας. Από κάποιο Αρτινό ιερέα πληροφορήθηκαν για τους τάφους των Αγίων και φρόντισαν για την ανακομιδή των ιερών λειψάνων τους. Μετά από λίγο, το έτος 1522 μ.Χ., «οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἁγίου καὶ διὰ τὴν ἔνδειαν τῶν ἀναγκαίων, καὶ μᾶλλον διὰ τὴν προφητείαν τοῦ Ἁγίου ἀνεχώρησαν ἀπὸ τὴν Σιμωνόπετραν», μαζί με τα άγια λείψανα των τριών Νεομαρτύρων και ήλθαν στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης. Εγκαταστάθηκαν στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας, «τὸ ὁποῖον ἦτο τότε, μονύδριον μικρότατον, παλαιότατον καὶ σεσαθρωμένον, ἀνοικοδόμησαν ἐκ βάθρων καὶ ἱκανὰ κελλία ἔκτισαν διὰ τοὺς ἀδελφούς, χάριτι Θεοῦ συνήχθησαν ἕως ἑκατὸν πεντήκοντα ἀδελφοί, οἵτινες διῆγον κοινοβιακὴν ζωήν».

Ως ηγούμενος της μονής της Αγίας Αναστασίας μαρτυρείται ο Άγιος Θεωνάς σε διάφορες πηγές, μέχρι το 1535 μ.Χ. Η ανάρρηση του Αγίου στο μητροπολιτικό θρόνο της Θεσσαλονίκης θα πρέπει να συνέβη μετά το έτος αυτό, διότι μέχρι το 1535 μ.Χ. Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ήταν ο Ιωάσαφ και σε έγγραφο του έτους 1538 μ.Χ. αναφέρεται ο Άγιος Θεωνάς ως Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.
Η παρουσία του Αγίου στο θρόνο της Θεσσαλονίκης δεν ήταν πολύχρονη, διότι μαρτυρείται ως Μητροπολίτης το Μάιο του 1541 μ.Χ., ενώ τον Απρίλιο του 1542 μ.Χ. αναφέρεται ως κεκοιμημένος πλέον. Συνεπώς θα πρέπει αν κοιμήθηκε περί τα μέσα του έτους 1541 μ.Χ.
Το ιερό λείψανο του Αγίου Θεωνά, αμέσως μετά την κοίμησή του, μεταφέρθηκε με τρόπο θαυμαστό και ενταφιάσθηκε στη μονή της Αγίας Αναστασίας. Το έτος 1821 μ.Χ. μεταφέρθηκε στη Σκόπελο και από εκεί στη μονή Εσφιγμένου του Αγίου Όρους και εκ νέου στη μονή της Αγίας Αναστασίας, όπου φυλάσσεται με ευλάβεια μέχρι σήμερα. Η μνήμη του στη μονή της Αγίας Αναστασίας εορτάζεται την Δ’ Κυριακή των Νηστειών.
Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. δ’.
Ορθοδοξίας οδηγέ, ευσεβείας διδάσκαλε και σεμνότητος, των μοναστών η καλλονή, αρχιερέων θεόπνευστον εγκαλλώπισμα, Θεωνά πατήρ ημών όσιε, Θεσσαλονίκης το καύχημα, λύρα του πνεύματος, ικέτευε δια παντός σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὁσιότητι βίου Πάτερ κοσμούμενος, Θεσσαλονίκης ἐδείχθης ἀρχιεράρχης σοφός, καὶ ποίμην ἀληθινὸς Ἁγίῳ Πνεύματι, θεοφόρε Θεωνᾶ, Ἐκκλησίας καλλονή, δοχεῖον τοῦ Παρακλήτου. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Θεσσαλονίκης ποιμὴν ἐνθεώτατε, καὶ πρεσβευτὰ πρὸς Θεὸν ἡμῶν μέγιστε, σοφὲ Θεωνᾶ ἀεὶ πρέσβευε, πάσης ἀνάγκης λυτροῦσθαι καὶ θλίψεως, τοὺς πόθῳ τιμῶντάς σε Ἅγιε.
Μεγαλυνάριον
Ἔλαμψας ἐν Ἄθῳ ἀσκητικῶς, καὶ τὸν ὑπὲρ λόγον, ἠξιώθης θεωριῶν· ἔνθεν ψήφῳ θείᾳ, ποιμὴν Θεσσαλονίκης, ἐδείχθης θεοφόρος, Θεωνᾶ Ἅγιε.
Όσιος Γεώργιος ο εν Μαλεώ. 
Από νεαρή ηλικία αγάπησε ολόψυχα τον Κύριο. Επειδή όμως οι γονείς του, παρά τη θέληση του, θέλησαν να τον παντρέψουν, ο Γεώργιος έγινε μοναχός και επιδόθηκε με όλη του τη δύναμη σε κάθε είδους άσκηση, δηλαδή νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, μελέτη των θείων Γραφών και άλλα. Πολλοί που προσέτρεχαν στον Όσιο, φωτίζονταν και επέστρεφαν δια της μετανοίας στον Χριστό. Αλλά επειδή ήταν πολλοί αυτοί πού τον επισκέπτονταν, δεν τον άφηναν ήσυχο να προσευχηθεί και ο Όσιος αποσύρθηκε στο όρος Μαλαιό όπου ησύχαζε. Αλλά και εκεί μαζεύτηκε πλήθος Μοναχών, τους οποίους ο όσιος καθοδηγούσε με προσευχή και άσκηση. Τόσο δε πρόκοψε στην αρετή, ώστε έγινε ξακουστός και θαυμαστός και στους άρχοντες, ακόμα και στους βασιλείς, στους οποίους είχε γράψει πολλές και αξιόλογες συμβουλευτικές επιστολές για διάφορα ζητήματα. Το τέλος της επίγειας ζωής του, προείπε ο Όσιος πρίν τρία χρόνια. Έτσι αφού ασθένησε για λίγο, μάζεψε τους μοναχούς του όρους Μαλαιό και αφού τους έδωσε θείες συμβουλές παρέδωσε τη δίκαια ψυχή του στον Θεό, πού τόσο αγάπησε από βρέφος. 
Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖον Γεώργιον, δικαιοσύνης καρπούς, πλουσίως ἐξήνεγκας, δι’ ἐνάρετου ζωῆς, Γεώργιε Ὅσιε, σὺ γὰρ καθάπερ φοῖνιξ, ἐν ἀσκήσει βλαστήσας, τρέφεις τὴ δωρεά σου, τὴν Χριστοῦ Ἐκκλησίαν ὅθεν ἀεὶ εὐχαρίστως, τιμᾷ τὴν μνήμη σου.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Γεώργιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Γεωργός πανάριστος, τῆς ἐγκρατείας ἐγένου, τὸ δοθέν σοι τάλαντον, ἀσκητικῶς ἐπαυξήσας· ὅθεν σοι, ἡ ἐπουράνιος κληρουχία, δίδοται, ἀνθ᾽ὧν διήνυσας Πάτερ πόνων· ὁ Χριστός γάρ σε δοξάζει, ὃν ἵλεών μοι δίδου Γεώργιε.
Όσιος Ζωσιμάς. 
Έζησε στους χρόνους του αυτοκράτορος Ιουστινιανού (527 – 565 μ.Χ.). Σύμφωνα με τον βιογράφο του Αγιο Σωφρόνιο, Αρχιεπίσκοπο Ιεροσολύμων, αφιερώθηκε στον Θεό από παιδί και ασκήθηκε σε όλα τα είδη των αρετών. Περιήλθε περί τους χίλιους διακρινόμενους για την αρετή τους ασκητές, για να διδαχτεί από την αρετή και την σοφία τους και εγκαταβίωσε σε μοναστήρι της Παλαιστίνης. Πόθος του ήταν να υποτάξει τη σάρκα στο πνεύμα. Έκανε υπακοή στους γέροντες της μονής και με μεγάλη χαρά εφάρμοζε όσους κανόνες και είδη ασκήσεως του έδιναν. Η τροφή του ήταν λιτή και την εξοικονομούσε κάνοντας εργόχειρο. Η μεγαλύτερη ασχολία του ήταν η ψαλμωδία και η μελέτη των Θείων Γραφών. Πολλές φορές ο Όσιος είχε αξιωθεί να δει οράματα, σύμφωνα και με τον λόγο του Κυρίου «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τὴ καρδία, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Με τους πνευματικούς του αγώνες έφθασε σε ύψη αρετής, σοφίας εγκράτειας και αγιότητος . Έτσι σιγά σιγά η φήμη της αγιότητός του έφθασε παντού και πολλοί μοναχοί από γειτονικά και μακρινά μοναστήρια τον επισκέπτονταν, για να τον συμβουλευτούν και να ωφεληθούν πνευματικά από τις διδαχές του. Σε αυτό το μοναστήρι ο Αγιος Ζωσιμάς διήλθε με όλες του τις δυνάμεις τον ασκητικό βίο μέχρι τον πεντηκοστό τρίτο χρόνο της ηλικίας του. Αγαπούσε όμως την ερημική και ησυχαστική ζωή. Θέλοντας να αγωνιστεί περισσότερο πνευματικά, απεφάσισε να εγκατασταθεί στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου στον Ιορδάνη ποταμό. Εκεί αφιερώθηκε στην αυστηρή άσκηση και νηστεία. Η πύλη του μοναστηριού έμενε πάντα κλειστή, για να μπορούν οι μοναχοί να προσεύχονται και να ασκούνται απερίσπαστοι. Ανοιγε μόνο όταν κάποιος μοναχός είχε μεγάλη ανάγκη να εξέλθει της μονής, αλλά αυτό ήταν σπάνιο γιατί το μοναστήρι ήταν έρημο και η περιοχή άγνωστη και δύσκολη στο πέρασμά της. Κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ο Όσιος Ζωσιμάς αναχωρούσε για την έρημο, όπου κατ’ ευδοκίαν του Θεού συνάντησε την Οσία Μαρία την Αιγυπτία (1 Απριλίου), στην οποία μετέδωσε τα άχραντα μυστήρια και εκήδευσε. Ο Όσιος Ζωσιμάς κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας.
Άγιοι Θεόδουλος και Αγαθάπους. 
Οι Άγιοι Θεόδουλος και Αγαθάπους κατάγονταν από τη Θεσσαλονίκη και έζησαν στα πρώτα χρόνια των διωγμών. Ο Άγαθάποδας ήταν γέροντας και νεώτερος ο Θεόδουλος. Αλλά η χριστιανική αγάπη τους ένωνε αδελφικότατα. Μελετούσαν μαζί τις Γραφές, εργάζονταν για την εξάπλωση του Ευαγγελίου και μοχθούσαν υπηρετώντας τους πάσχοντες και στερημένους αδελφούς τους. Κάποια νύχτα, όμως, συνέβη κάτι παράδοξο. Είδαν και οι δύο το ίδιο όνειρο. Ότι, δηλαδή, ταξίδευαν με πλοίο και ξαφνικά έγινε τρικυμία, και το πλοίο έσπασε στα δύο. Αυτοί, όμως, σώθηκαν και ανέβηκαν σ’ ένα βουνό, που η κορυφή του έφθανε στον ουρανό. Την επομένη μέρα, το όνειρο έγινε πραγματικότητα. Τους συλλαμβάνουν και κατάλαβαν ότι τους περίμεναν κύματα θανάτου. Ο άρχοντας Φουστίνος ζήτα να αρνηθούν το Χριστό. Αυτοί, και οι δύο, Τον ομολογούν με θάρρος. Τότε, τους ρίχνουν στη θάλασσα. Στο βυθό της, βέβαια, πήγαν τα φθαρτά τους σώματα. Οι ψυχές τους, όμως, ανέβηκαν στο θρόνο του Θεού. Και αξιώθηκαν να φέρουν «επί τας κεφάλας αυτών στεφάνους χρυσούς» (Αποκάλυψη Ιωάννου, δ’ 4). Να έχουν, δηλαδή, στα κεφάλια τους στεφάνια χρυσά, σύμβολα της νίκης και του ένδοξου θριάμβου τους.
Αγία Φερφούθη μετά της αδελφής και ανιψιάς της. 
Έζησαν τον 4ο αιώνα, στα χρόνια του βασιλιά Κωνσταντίνου, και όταν βασιλιάς στην Περσία ήταν ο Σαπώρ ο Β’. Όταν κάποτε η περσίδα βασίλισσα αρρώστησε, μερικές γυναίκες απέδωσαν την αρρώστεια της στις μαγικές ενέργειες της Περσίδας Φερφούθης και της αδελφής της. Συνελήφθήσαν λοιπόν και υποβλήθηκαν σε ανάκριση. Απολογήθηκαν ότι ήταν εντελώς αθώες από τέτοιο έγκλημα, διότι ασπάζονταν τη χριστιανική πίστη, που καταδικάζει τις μαγείες. Η ενοχή τους βέβαια δεν αποδείχτηκε, αλλα η δήλωση, ότι ήταν χριστιανές, κίνησε τη δυσμένεια του κριτή εναντίον τους. Έτσι, σαν δήθεν μάγισσες και σαν χριστιανές, καταδικάστηκαν σε θάνατο. Και μαζί μ’ αυτές, καταδικάστηκε και η κόρη της αδελφής της Φερφούθης – η ανιψιά της δηλαδή – απαλό ακόμη και νεαρότατο κοριτσάκι. Η τερατώδης αυτή καταδίκη, μάλλον ευχαρίστησε τις άγιες γυναίκες, διότι έπασχαν για το Χριστό. Ο τρόπος του θανάτου τους υπήρξε ωμότατος. Τις πριόνισαν κάθετα από το λαιμό μέχρι τα πόδια, και έτσι όπως ήταν διχοτομημένα τα σώματα τους τα κάρφωσαν πάνω σε ξύλα.
Όσιος Πόπλιος. 
Όσιος Πλάτων ηγούμενος της Μονής Στουδίου. 
Ο γνωστός για την αυστηρότητα της ζωής του και καθηγητής του ασκητισμού όσιος Πλάτων, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 732 από γονείς ευγενείς και πλούσιους, του Στεργίου και της Ευφημίας. Στην αρχή ήταν βασιλικός Νοτάριος στ’ ανάκτορα, άλλ’ απαρνήθηκε την κοσμική ζωή και πήγε στον ‘Όλυμπο (Μ. Ασίας), όπου έγινε μοναχός στη Μονή των Συμβόλων. Κατόπιν επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη και παρέλαβε τους ανιψιούς του Θεόδωρο και Ιωσήφ (τον μετέπειτα μητροπολίτη Θεσσαλονίκης), καθώς και τα λοιπά μέλη της οικογενείας του και αποσύρθηκε στα μέρη της Προύσας, όπου σε ιδιόκτητο κτήμα του έκτισε τη λεγόμενη Μονή του Σακκουδίωνος, της οποίας έγινε και ηγούμενος. Λόγω όμως ασθενείας του, παρέδωσε την ηγουμενία στον ανιψιό του Θεόδωρο. Αλλά οι βαρβαρικές επιδρομές, τον ανάγκασαν μαζί με το πνευματικό του ποίμνιο να επιστρέψει στη βασιλεύουσα, όταν του δόθηκε η Μονή Στουδίου, ερημωμένη τότε, για να την κατοικήσει, της οποίας μετά την ανακαινιση έγινε ηγούμενος. Ατυχώς, από την αυστηρότητα του χαρακτήρα του, ήλθε σε σύγκρουση με τον βασιλιά Κωνσταντίνο τον ΣΤ’, για τον γάμο του με τη Θεοδότη και εξορίστηκε. Κατόπιν ανακλήθηκε και πήρε ενεργό μέρος κατά της εικονομαχίας και υπέστη μαζί με τους ανιψιούς του Θεόδωρο και Ιωσήφ, συνεχείς εξορίες και κακουχίες μέχρι πού πέθανε στις 4 Απριλίου του 814.
Όσιοι Θεωνάς. Συμεών και Φερβίνος
Όσιος Ιωσήφ ο Πολύαθλος. 
Ο Όσιος Ιωσήφ ο Πολύτλας ήταν Ρώσος και έζησε τον 14ο αιώνα.
Άγιος Ισίδωρος Επίσκοπος Σεβίλλης. 
Ο Άγιος Ισίδωρος γεννήθηκε μεταξύ των ετών 565 – 570 μ.Χ. στην Καρθαγένη της Ισπανίας, στην οποία η οικογένειά του είχε καταφύγει εξαιτίας του διωγμού του αρειανού Γότθου βασιλέως Αγίλα (549 – 554 μ.Χ.). Από την παιδική του ηλικία έμεινε ορφανός από πατέρα και ανατράφηκε από τους μεγαλύτερους αδελφούς του Λέανδρο (βλέπε 27 Φεβρουαρίου) και Φουλγέντιο και την αδελφή του Φλωρεντίνη. Ο αδελφός του, Λέανδρος, που ήταν Επίσκοπος Σεβίλλης, φρόντισε με περισσή φροντίδα για την μόρφωση του Αγίου.
Όταν ενηλικιώθηκε, εργάσθηκε κοντά στον δάσκαλο και αδελφό του Λέανδρο βοηθώντας το θεολογικό και ποιμαντικό του έργο. Κυρίως ασχολήθηκε με την μεταστροφή των Βησιγότθων από τον αρειανισμό και αντιστάθηκε και αυτός σθεναρά στον κακόδοξο τότε βασιλέα Λέβεγκιλντ. Κατά την διάρκεια της εξορίας του Αγίου Λεάνδρου ο Ισίδωρος σήκωσε στους ώμους του, μόνο αυτός, το βάρος του αντιαιρετικού αγώνα και υπεράσπισε με θάρρος την ορθόδοξη πίστη και τα αληθινά συμφέροντα της Ισπανικής Εκκλησίας. Όταν αργότερα στο θρόνο ανέβηκε ο ορθόδοξος υιός του Λεβιγκίλντ, ο Ρεκαρέντ, ο λαός επέστρεψε στην Ορθοδοξία.
Ο Άγιος Ισίδωρος αναχώρησε σε ένα μοναστήρι, για να επιδοθεί ολόψυχα στην ησυχία, την μελέτη και την προσευχή. Αυτό όμως δεν κράτησε για πολύ. Ο θάνατος του Αγίου Λεάνδρου ανάγκασε τον Ισίδωρο να υπακούσει στον κλήρο και τον λαό και να αναλάβει το έτος 600 μ.Χ., ως Επίσκοπος τον θρόνο της Σεβίλλης.
Στην Β’ Τοπική Σύνοδο της Σεβίλλης, το έτος 619 μ.Χ., στην οποία προήδρευε, κατατροπώθηκε ένας αιρετικός μονοφυσίτης μαθητής του Σεβήρου, ενώ ο Άγιος θεράπευσε έναν τυφλό με το απλό άγγιγμά του. Το έτος 633 μ.Χ. ο Άγιος προήδρευσε και της Συνόδου του Τολέδο.
Ο Άγιος Ισίδωρος υπήρξε έξοχος διδάσκαλος της Εκκλησίας και κόσμημα αυτής. Λίγοι δύνανται να παραβληθούν με τον Άγιο ως προς την πολυμάθεια και τη γνώση.
Η εκκλησιαστική τάξη βρήκε στο πρόσωπο του Αγίου Ισιδώρου τον μεγάλο διαμορφωτή. Πίστευε ότι οι ιερές τελετές και οι Ακολουθίες πρέπει να αντικατοπτρίζουν όσο πιο πολύ γίνεται την μεγαλοπρέπεια της ουράνιας ιεραρχίας. Θεωρείται ο θεμελιωτής του λειτουργικού τυπικού που επιζεί μέχρι σήμερα, την μοζαραβικής λειτουργίας. Πλήθη συνέρρεαν στη Σεβίλλη για να ακούσουν τον λόγο του. Λεγόταν ότι η σοφία του υπερέβαινε τη σοφία και αυτού του βασιλέως Σολομώντος. Τα θεία κηρύγματά του συνοδεύονταν συχνά από θαύματα που πιστοποιούσαν του λόγου το αληθές.
Ο μοναχικός βίος βρήκε στο πρόσωπο του Αγίου Ισιδώρου τον θερμό υποστηρικτή και βοηθό του. Ίδρυσε και οργάνωσε πολλά μοναστήρια και έχτισε θεολογική σχολή για την μόρφωση των κληρικών, στην οποία σχολή και ο ίδιος συχνά δίδασκε. Η εκπαίδευση και όχι μόνο η εκκλησιαστική, αποτέλεσε μέλημα και φροντίδα του καλού ποιμένα. Καμία πτυχή της γνώσεως δεν του ήταν αδιάφορη ή ξένη, γι αυτό και δίδαξε και έγραψε εντυπωσιακά κείμενα όλων των τότε γνωστών επιστημών, όπως το έργο «Ετυμολογίες ή περί της αρχής των πραγμάτων».
Ο Άγιος Ισίδωρος, όταν ήταν πλέον πλήρης ημερών και έργων ευσεβείας, ασθένησε. Αισθάνθηκε ότι η πορεία του εδώ στη γη έφθασε στο τέλος της. μοίρασε όλα τα υπάρχοντά του στους φτωχούς και προετοίμασε την έξοδό του με προσευχή και μετάνοια. Προφήτεψε ακόμη την θλιβερή ιστορική πορεία της Ισπανικής Εκκλησίας και τα δεινά που την περίμεναν. Τέσσερις ημέρες πριν από την κοίμησή του ζήτησε να τον μεταφέρουν στο κέντρο του καθεδρικού ναού και να τον τοποθετήσουν, ενδεδυμένο με ένα απλό στιχάριο, επάνω σε στάχτη. Τότε προσευχήθηκε στον Θεό και Τον παρακάλεσε να τον συγχωρέσει.
Ο Άγιος Ισίδωρος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 636 μ.Χ. Το ιερό λείψανό του εναποτέθηκε μεταξύ των λειψάνων του Αγίου Λεάνδρου και της αδελφής του Φλωρεντίνης στον μητροπολιτικό ναό της Σεβίλλης. Αργότερα μετά το σχίσμα της Δυτικής Εκκλησίας από τον κορμό της Μίας, Αγίας και Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, το τίμιο σκήνωμά του Αγίου Ισιδώρου μεταφέρθηκε στην πόλη Λεόν.
Όσιος Ζωσιμάς εκ Ρωσίας. 
Ο Όσιος Ζωσιμάς του Βορμποζόμ γεννήθηκε περί τα τέλη του 15ου αιώνα μ.Χ. στη Ρωσία. Ασκήτεψε θεοφιλώς στη μονή του Κομέλ και στη νήσο Βορμποζόμ, κοντά στη Λευκή λίμνη, όπου ίδρυσε μοναστική αδελφότητα και ανήγειρε ναό αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1550 μ.Χ.
Όσιος Ιωσήφ. 
Ο Όσιος Ιωσήφ έζησε κατά τον 14ο αιώνα μ.Χ. και ασκήτεψε στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου, όπου διήλθε τον βίο του με νηστεία και προσευχή. Κοιμήθηκε με ειρήνη και ενταφιάσθηκε στη Λαύρα των Σπηλαίων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου