Τρίτη 4 Ιουλίου 2017

Στις 5 Ιουλίου γιορτάζουν…

Ο Όσιος Αθανάσιος, ο οποίος καταγόταν από την Τραπεζούντα, προέρχονταν από πολύ ευσεβή και εύπορη οικογένεια. Η οικογένειά του, του προσέφερε όλα τα απαραίτητα εφόδια για τις σπουδές του, τις οποίες τις ολοκλήρωσε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί του γεννήθηκε μέσα στην ψυχή του η επιθυμία να γίνει μοναχός και να φθάσει στα άκρα της ασκητικής ζωής.
Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο, πήγε στο όρος Κυμινάς της Μικράς Ασίας, όπου βρισκόταν ένα μοναστήρι του οποίου ηγούμενος ήταν ο Μιχαήλ, ο επονομαζόμενος Μαλείνος. Έτσι ανάμεσα στους μοναχούς, συγκαταριθμήθηκε και ο Αθανάσιος. Στο λίγο χρονικό διάστημα που ήταν στο Μοναστήρι, διακρίθηκε για τις αρετές και για την ασκητική του ζωή. Επειδή όμως έφθασε σε ύψιστα σημεία αρετής και τον τιμούσαν όλοι, αποφάσισε να φύγει και πήγε στον Άθωνα κοντά σε ένα γέρο ασκητή υπακούοντας σ’ αυτόν με μεγάλη ταπεινοφροσύνη.
Εν συνεχεία μετά από Θεία αποκάλυψη, έφυγε από εκεί και πήγε στα ενδότερα του Αγίου Όρους. Εκεί μετά από πολλές παρακλήσεις του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, με τον οποίο γνωρίζονταν, έχτισε έναν ναό προς τιμήν της Παναγίας. Επίσης έφτιαξε πολλά κελιά για τούς μοναχούς. Μετά λοιπόν από πολλούς κόπους και θυσίες, δημιούργησε την ιερά Μονή της Μεγίστης Λαύρας, η οποία είναι η αρχαιότερη μονή στο Όρος και τιμάται επ’ ονόματι του Οσίου Αθανασίου (963 μ.Χ.).
Στην συνέχεια εξεδήμησε προς Κύριον και μάλιστα κατά τρόπο μαρτυρικό. Συγκεκριμένα υπήρχε ανάγκη να μετασκευαστεί η οροφή του Ναού της Μονής. Ο Όσιος, αν και σε μεγάλη ηλικία, ανέβηκε και αυτός μαζί με άλλους αδελφούς της μονής για να κάνουν το έργο. Η οροφή όμως κατέρρευσε και καταπλάκωσε τον Όσιο μαζί με τους υπόλοιπους αδελφούς. 
Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν ἐν σαρκὶ ζωήν, σοῦ κατεπλάγησαν, Ἀγγέλων τάγματα, πῶς μετὰ σώματος, πρὸς ἀοράτους συμπλοκάς, ἐχώρησας πανεύφημε, καὶ κατετραυμάτισας, τῶν δαιμόνων, τὰς φάλαγγας· ὅθεν Ἀθανάσιε, ὁ Χριστὸς σὲ ἠμείψατο, πλουσίαις δωρεαῖς· διὸ Πάτερ, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τῶν ἀϋλων οὐσιῶν θεωρὸν ἄριστον, καὶ πρακτικὸν ὑφηγητὴν παναληθέστατον, εὐφημοῦμέν σε ἡ ποίμνη σου, καὶ βοῶμεν, Μὴ ἐλλίπης ἱκετεύειν πρὸς τὸν Κύριον, λυτρωθῆναι πειρασμῶν καὶ περιστάσεων, τοὺς βοώντάς σοι, Χαίροις Πάτερ, Ἀθανάσιε.
Ο όσιος αυτός, και όταν ακόμα ήταν μέσα στον κόσμο, έλαμπε από τις χριστιανικές αρετές. Διακρινόταν για τη σωφροσύνη του, τη χρηστότητα του, τη χαλιναγώγηση της γλώσσας του, την υπομονή του, τη μακροθυμία του, την πραότητα του, τη μεγάλη αγάπη του προς τους φτωχούς και τους πάσχοντες. Αργότερα ασκήτεψε, και υπήρξε από τους ασκητές εκείνους, που με την άγια ζωή τους και την υπόληψη της αρετής τους, γίνονται ωφελιμότατοι και στον κόσμο. Πολλοί που έρχονταν στο ασκητήριό του, ο όσιος τους οδηγούσε στα κατάλληλα πνευματικά βάλσαμα και αυτοί επανεύρισκαν την ηθική τους υγεία, που τα πάθη και οι ηδονές της σάρκας είχαν κατασκάψει.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως βίον ισάγγελον, από παιδός εσχηκώς, λαμπάσι των έργων σου, λαμπαδουχίαν ηθών, εκφαίνεις τοις πέρασι, συ γαρ της απάθειας την αυγήν κεκτημένος, λύεις παθών τη νύκτα, Λαμπαδέ θεοφόρε, τοις πόθω προσιούσι, Πάτερ τη πρεσβεία σου.
 
Η καταπληκτική του τόλμη, έκανε πολλούς να τον νομίζουν για τρελό, αλλά αυτός, μ’ αυτόν τον τρόπο κατάφερε να πάρει το στεφάνι της αιώνιας δόξας. Ο Ιερομάρτυρας Κυπριανός γεννήθηκε από χριστιανούς γονείς, στο χωριό Κλειστό (ή Κλειτσός ή Κλητζός) των Άγραφων του τέως δήμου Κτημενίων. Ανατράφηκε με χριστιανοπρέπεια, έγινε μοναχός και αξιώθηκε του χαρίσματος της ιεροσύνης. Πήγε στο Άγιον Όρος και έμεινε στο κελλί του Αγίου Γεωργίου κοντά στο μοναστήρι Κουτλουμουσίου. Εκεί διέπρεψε στις αρετές και έγινε υπόδειγμα μεταξύ των πατέρων. Η καρδιά όμως του Κυπριανού, φλεγόταν από τον πόθο του μαρτυρίου, έτσι πήγε στη Θεσσαλονίκη και κήρυξε με καταπληκτική τόλμη μπροστά στον κριτή τον Χριστό. Προέτρεψε μάλιστα και τους εντός του κριτηρίου, και αυτόν τον ίδιο τον κριτή, να αρνηθούν το Μωάμεθ και ν’ ακολουθήσουν τον Χριστό. Τον πέρασαν για τρελό και τον έβγαλαν με τις κλωτσιές έξω από το κριτήριο.
Αλλά ο διακαής πόθος του μαρτυρίου, έκανε τον Κυπριανό να πάει στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί, αυθόρμητα μπήκε στο παλάτι και κήρυξε με το ίδιο θάρρος τον Χριστό μπροστά στον Βεζίρη. Ο άρχοντας με διάφορες κολακείες προσπάθησε να τον παρασύρει στον μουσουλμανισμό, αλλά επειδή απέτυχε τον παρέδωσε στον Μουφτή. Αλλά και εκεί ο Κυπριανός ομολόγησε την αγάπη του στον Χριστό και ήλεγξε τον μουσουλμανισμό. Με χαρά δέχτηκε την καταδικαστική απόφαση.
Έτσι στις 5 Ιουλίου του 1679 μ.Χ. ήμερα Σάββατο, τον αποκεφάλισαν στο Φανάρι. Μαρτύριο του Αγίου συνέγραψε ο Ιωάννης Καρυοφύλλης.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ΄. Τὴν ἐν σαρκὶ ζωήν.
Τὸν θεῖον ἔρωτα τὸν τοῦ Κυρίου σου καὶ τὴν ἐκζήτησιν τοῦ μαρτυρίου σου ᾿Αγγέλων δῆμοι καὶ πιστοὶ ἐθαύμασαν, πανεύφημε· διά τῆς ἀσκήσεως καὶ πολλῆς παῤῥησίας σου ἐν ὁμολογίᾳ τε καὶ φοινίξει αἱμάτων σου, Κυπριανὲ ἀθλοφόρε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Τῆς Κορίτσης βλάστημα Εὐρυτανίας τὸ θεῖον, τοῦ Κλειστοῦ τὸ στήριγμα, Κουτλουμουσίου τὸ κλέος, Κυπριανὸν μακαρίσωμεν, Μαρτύρων νέων καὶ νέον ἀγλάϊσμα.
Μεγαλυνάριον
Τέκνον τῆς Κορίτσης τὸ ἐκλεκτόν, σχολῶν τῶν ᾿Αγράφων θρέμμα τίμιον καὶ σεπτόν, μονῆς Κουτλουμουσίου σέμνωμα τὸ θεῖον, Κυπριανὸν τὸν νέον, ἀεὶ γεραίρομεν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου