Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2017

Σήμερα 5/2 γιορτάζουν…

Ορθόδοξη Εκκλησία
Τελώνου και Φαρισαίου (Αρχή Τριωδίου). Τριώδιο ονομάζεται το Λειτουργικό Βιβλίο της Εκκλησίας μας το οποίο περιλαμβάνει τους Ύμνους των Κυριακών, απο την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Τελετή της Αναστάσεως. Ονομάζεται έτσι διότι οι περισσότεροι Κανόνες του Όρθρου (πρωινή Ακολουθία) περιέχουν τρείς Ωδές ενώ συνήθως περιέχουν εννέα Ωδές – την 8η και την 9η πάντοτε, ύστερα δε διαδοχικά μία από τις πέντε πρώτες.

Το Τριώδιο τοποθετείται στα Αναλόγια των Ναών μας στον Εσπερινό του Σαββάτου της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου αφού πρώτα ο Πρωτοψάλτης το παραλάβει απο την Εικόνα του Χριστού και το ασπασθεί. Έτσι ανοίγει το Τριώδιο, περίοδος η οποία διαιρείται σε τρείς μικρότερες, δηλ. Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι Κυριακή της Τυροφάγου, Καθαρά Δευτέρα μέχρι το Σάββατο Του Λαζάρου και Κυριακή των Βαίων το βράδυ μέχρι το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Ανάσταση. Παλαιότερα στην περίοδο του τριωδίου συμπεριλαμβάνονταν και η περίοδος από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή των αγίων πάντων. Αργότερα όμως οι ιερές ακολουθίες της περιόδου αυτής περιελήφθησαν σε ιδιαίτερο λειτουργικό βιβλίο το «Πεντηκοστάριο».
Για την διαμόρφωση του Τριωδίου, όπως το έχει στη χρήση της σήμερα η εκκλησία μας, έπαιξαν ρόλο όλες οι χριστιανικές γενεές από τον 5ο μέχρι τον 15ο αιώνα μ.Χ. (Το πρώτο έντυπο του Τριωδίου εξεδόθη το 1522 μ.Χ. στην Βενετία). Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από τις ασματικές ακολουθίες των εορτών του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (Β’ Κυριακή των Νηστειών), του Οσίου Ιωάννου της Κλίμακος (Δ’ Κυριακή των Νηστειών), κ.α. Αποδεικνύεται επίσης από την εισαγωγή του επιτάφιου θρήνου, εγκωμίων, δηλαδή που ψάλλονται στον Επιτάφιο, και από την εισαγωγή των συναξαρίων του Νικηφόρου Καλλίστου του Ξανθόπουλου. Στην διαμόρφωση των ασματικού κύκλου του τριωδίου συνέβαλαν επίσης και διάσημοι υμνογράφοι και μελωδοί της εκκλησίας μας, όπως ο Ρωμανός ο Μελωδός, (βλέπε 1 Οκτωβρίου) και ο Ιωάννης Δαμασκηνός (βλέπε 4 Δεκεμβρίου).
Το τριώδιο περισσότερο από όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία που περιέχουν ιερές ακολουθίες οδηγεί τις ψυχές των πιστών τέκνων της ορθοδόξου εκκλησίας στην περισυλλογή και στην κατάνυξη. Για τον λόγο αυτό ονομάζεται και κατανυκτικό τριώδιο. Με τον κύκλο των εορτών του τριωδίου ανανεώνονται τα βιώματα της νηστείας, της εγκράτειας, της μετάνοιας, και της χαρμολύπης.

Οι Κυριακές του Τριωδίου είναι οι εξής:
1. Τελώνου και Φαρισαίου
2. Ασώτου
3. Απόκρεω
4. Τυροφάγου
Η πρώτη εβδομάδα, που τελειώνει την Κυριακή του Ασώτου, λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, επειδή παλιά προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν ότι άρχιζαν οι αποκριές. Η εβδομάδα αυτή λέγεται και αμόλυτη ή απόλυτη, επειδή τότε οι ψυχές των πεθαμένων βγαίνουν στον Πάνω Κόσμο.
Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου ή Ολόκριγια, επειδή έτρωγαν κρέας και δεν νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή. Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω, ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν η τελευταία μέρα της κρεοφαγίας (από + κρέας) όλης της περιόδου του Τριωδίου.
Η τρίτη εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή έτρωγαν γαλακτοκομικά προϊόντα. Από τη Δευτέρα, μια εβδομάδα πριν την Καθαρή Δευτέρα, άρχιζε η αποχή από το κρέας και επιβαλλόταν η χρήση τυριού και γαλακτερών σαν ενδιάμεση άσκηση μεταξύ κρεοφαγίας και νηστείας.

Τελώνη και του Φαρισαίου
Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την έπαρση.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής:
«Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». (Λουκ.18,10-14).
Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας . Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι’ αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός. Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι’ αυτές. Για να εξαναγκάσει το Θεό έκανε και αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη.
Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια.
 
Μάρτυρος Αγάθης της παρθένου (†251)
Η Αγία Αγάθη, καταγόταν από το Παλέρμο ή την Κατάνη της Σικελίας. Έζησε και μεγαλούργησε στο χρόνια του αυτοκράτορα Δέκιου (249 – 251 μ.Χ.). Η οικογένειά της διέθετε τεράστια περιουσία, η δε Αγία διακρινόταν για τη φυσική της ομορφιά αλλά και για το ήθος, τις αρετές και τη μεγάλη της πίστη.
 
Σε ηλικία δεκαπέντε ετών, μένει ορφανή και μοναδική κληρονόμος της μεγάλης περιουσίας των γονέων της και τότε αναδείχθηκε η υπέροχη προσωπικότητα της Αγάθης. Αγνοώντας τις προσκλήσεις και τις κολακείες του κόσμου, διέθεσε όλη της την περιουσία σε φιλανθρωπικούς σκοπούς βοηθώντας όλους όσους είχαν ανάγκη.
 
O Θεός όμως έκρινε ότι η Αγία έπρεπε να δοκιμαστεί περισσότερο. O έπαρχος Κιντιανός προσπάθησε χρησιμοποιώντας διάφορα μέσα, να την πείσει να τον παντρευτεί. Η Αγία όμως όχι μόνο δεν απαρνήθηκε την πίστη της, αλλά θέλησε να μαρτυρήσει γι’ αυτήν. Έτσι υπέμεινε με θαυμαστή καρτερικότητα όλα τα βασανιστήρια και μάλιστα δοξολογώντας τον Θεό που την αξίωσε της τιμής του μαρτυρίου.
 
Παρέδωσε το πνεύμα της το 251 μ.Χ. μετά από φρικτά βασανιστήρια και ενώ βρισκόταν στη φυλακή, λαμβάνοντας έτσι το στέφανο του μαρτυρίου.
 
Η Σύναξη της Αγίας Μάρτυρος Αγάθης ετελείτο στο Μαρτύριό της, το οποίο βρισκόταν στο έβδομο του Βυζαντίου (Σικελία). Τα ιερά λείψανά της μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη κατά την περίοδο των αυτοκρατόρων Βασιλείου Β’ (976 – 1025 μ.Χ.) και Κωνσταντίνου Η’ (1025 – 1028 μ.Χ.).
 
Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ῥόδον εὔοσμον τῆς παρθενίας, νύμφη ἄφθορος τοῦ Ζωοδότου, ἀνεδέδειξαι Ἀγαθὴ πανεύφημε· τῶν ἀγαθῶν τὴν πηγὴν γὰρ ποθήσασα, μαρτυρικῶς ἐν τῷ κόσμῳ διέπρεψας· μάρτυς ἔνδοξε, λιταῖς σου θείαις ἀγάθυνον τοὺς πόθῳ μεγαλύνοντας τοὺς ἄθλους σου.
Πολυεύκτου Κωνσταντινουπόλεως (†570). Ο Όσιος Πολύευκτος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και σε νεαρή ηλικία έγινε Μοναχός σε μονή της νήσου Πρώτης. Ζούσε με απλότητα και εγκράτεια και πολλές φορές τρεφόταν με ένα κομμάτι ξερό ψωμί, για να θρέψει τους φτωχούς. Ήταν κάτοχος μεγάλης θεολογικής παιδείας και διακρινόταν για τη σεμνότητα του, το ήθος του, την εγκράτεια και αντικειμενικότητα του χαρακτήρα του. Πολλοί μάλιστα παρομοίαζαν με τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Όταν τον Απρίλιο ο έτους 956 μ.Χ. απεβίωσε ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Θεοφύλακτος (931 – 956 μ.Χ.), ο Άγιος Πολύευκτος χειροτονήθηκε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Το 957 μ.Χ. βάπτισε στην Κωνσταντινούπολη την Ρωσίδα η ηγεμονίδα Όλγα, η οποία, όπως λέγεται από μερικούς, ονομάστηκε Ελένη (βλέπε 11 Ιουλίου).
Ο Άγιος Πολύευκτος ήταν κανόνας αρετής και ευσέβιας. Γι’ αυτό και δεν φοβήθηκε να ελέγξει τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά (963 – 969 μ.Χ.), όταν αυτός αποφάσισε να νυμφευθεί τη βασίλισσα Θεοφανώ, χήρατου αυτοκράτορα Ρωμανού του Β’ (959 – 963 μ.Χ.). Επειδή μάλιστα ο γάμος είχε τελεσθεί κρυφά από τον Άγιο, αυτός αρνήθηκε να δεχθεί τον βασιλιά στη Θεία Λειτουργία που έγινε στην Αγία Σόφια. Όμως, στη συνέχεια ο Άγιος Πολύευκτος έδωσε τη συγχώρεση και τη συναίνεση του, για να οικονομήσει τα πράγματα και να μην οδηγήσει το κράτος σε χάος.
Ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς έπεσε θύμα άγριας δολοφονίας. Και η πράξη αυτή φαινόταν ακόμη πιο στυγερή, ένεκα του ότι συμμετείχε και την διευκόλυνε η βασίλισσα Θεοφανώ. Ο Άγιος Πολύευκτος καταταράχθηκε για την τρομερή και ανοσία κακουργία. Όταν, λοιπόν, μετά από επτά μέρες από της αναρρήσεώς του στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Ιωάννης Α’ ο Τσιμισκής (969 – 976 μ.Χ.) προσήλθε στον ναό της Άγια Σόφιας, για να στεφθεί από τον Πατριάρχη, ο Άγιος δεν του επέτρεψε να εισέλθει στο ιερό και απαίτησε προηγουμένως να εκπληρωθούν υπό του βασιλέως τρεις όροι. Ο πρώτος ήταν να εκδιωχθεί από τα ανάκτορα η Θεοφανώ. Ο δεύτερος όρος ήταν να υποδείξει και να τιμωρήσει τον αυτουργό του φόνου του Νικηφόρου Φωκά, και ο τρίτος όρος, να ανακαλέσει τα θεσπίσματα του Νικηφόρου Φωκά περί των εκκλησιαστικών πραγμάτων. Έτσι, ο Άγιος Πολύευκτος εξασφάλισε στην εκκλησία την αληθινή ελευθερία και της έδωσε το δικαίωμα της ενέργειας κατά των υπερβάσεων των πολιτικών αρχόντων, όταν αυτές βλάπτουν την Εκκλησία και σφαγιάζουν τις παραδόσεις του λαού του θεού. Η αγάπη του Αγίου προς το μοναχισμό και την να ασκητική ζωή εκφράστηκε και διά της ιδρύσεως, επί των ημερών του, των μονών Μέγιστης Λαύρας και Ιβήρων στο Άγιο Όρος. Ο Άγιος Πολύευκτος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 970 μ.Χ.
Όσιος Σάββας εκ Σικελίας.  Ο Όσιος Σάββας γεννήθηκε κατά το πρώτο ήμισυ του 10ου αιώνα μ.Χ. στη Σικελία από γονείς ευσεβείς και ενάρετους, τον Χριστόφορο και την Καλή. Εκάρη Μοναχός στη μόνη του Αγίου Φιλίππου, όπου μόναζαν ο πατέρας του, Χριστόφορος, και ο αδελφός του, Μακάριος. Όταν έγινε η επιδρομή των Σαρακηνών στη Σικελία ο Άγιος με τον πατέρα του και τον αδελφό του κατέφυγε στην Καλαβρία και εκεί ίδρυσε την μόνη των Αρχαγγέλων, στην οποία έγινε και ηγούμενος. Αλλά και πάλι αναγκάστηκε να φύγει από τη μόνη λόγω της επιδρομής των Σαρακηνών στην περιοχή της Καλαβρίας. Έτσι, κατέφυγε σε περιοχή κοντά στον ποταμό Σίγνιο, όπου ίδρυσε την μόνη του Αγίου Λαυρεντίου. Μετά την κοίμηση του πατέρα του της, ο Όσιος ανέλαβε τη διοίκηση της μόνης. Η Αγιότητα του βίου του τον κατέστησε γνωστό σε όλη την Ιταλία, γι’ αυτό και επονομάστηκε Σάββας ο νεότερος. Ο Όσιος Σάββας κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 995 μ.Χ.
Όσιος Θεοδόσιος εξ Αντιοχείας. Ο Όσιος Θεοδόσιος καταγόταν από την Αντιόχεια της Συρίας και ήταν τέκνο πλουσίων και επίσημων γονέων. Τον ενέπνεε όμως ευσέβεια θερμή και ιερός πόθος να ακολουθήσει την οδό της μοναχικής πολιτείας. Γι’ αυτό αναχωρήσει για την Κιλικία. Μόλις βρήκε στα όρη της πόλεως Ρώσου κάποιο δασώδες φαράγγι, κατασκεύασε εκεί έναν πολύ μικρό οικίσκο, όπου και έστησε την κατοικία του.
Στον τόπο αυτό ο Όσιος ζούσε στη μόνωση και διεξήγαγε τους πνευματικούς και ασκητικούς του αγώνες με νηστείες και αγρυπνίες. Κάποιες φορές μετέβαινε και στα πλησιόχωρα χωριά αναζητώντας ψυχές προς τις οποίες έφερνε την παρηγοριά της πίστεως και της ελπίδας.
Όταν τα μέρη εκείνα κατέλαβαν οι Σαρακηνοί, ο Όσιος Θεοδόσιος επανήλθε στην Αντιόχεια, όπου έχτισε μια μικρή καλύβα, στην οποία ζούσε με άλλους αδελφούς. Το Συναξάρι του αναφέρει ότι κοιμόταν στη γη, φορούσε ένα τρίχινο ένδυμα και έφερε στο λαιμό του, στη μέση και στα χέρια του βαριά σήμερα. Ο Θεός που έβλεπε των ασκητικό του αγώνα και άκουγε τις προσευχές του, του χάρισε το χάρισμα της θαυματουργίας. Ο Όσιος Θεοδόσιος κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.
Νεομάρτυρος Αντωνίου του Αθηναίου (†1774). Ο Άγιος Νεομάρτυρας Αντώνιος γεννήθηκε στην Αθήνα από φτωχούς και αφανείς γονείς, τον Μήτρο και την Καλομοίρα. Σε ηλικία 12 ετών άρχισε να εργάζεται, για να βοηθήσει την οικογένειά του, σε Τούρκους που είχαν έλθει από την Αλβανία. Σε ηλικία 16 ετών επωλήθη υπό των αυθεντών του σε κάποιος Αγαρηνούς της Πελοποννήσου, οι οποίοι τον αγόρασαν με σκοπό να τον βασανίσουν, για να τον εξισλαμίσουν. Επειδή δεν κατάφεραν να κάνουν τον Άγιο να αλλαξοπιστήσει, τον πούλησαν σε άλλους σκληρότερος Τούρκους. Μεταπωληθείς πέντε φορές σε σκληρότερου αυθέντες, σε διάφορους τόπους, παρέμενε πάντοτε με πνευματική ανδρεία και γενναιότητα ψυχής πιστός στην πατρώα ευσέβεια. Τελικά αγοράσθηκε αντί 400 γροσσίων από έναν Ορθόδοξο Χριστιανό και έτσι εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Στο εργαστήριο που δούλευε αναγνωρίσθηκε από κάποιον Τούρκο, που κάποτε στο παρελθόν τον είχε αγοράσει ως δούλο, ο οποίος τον κατηγόρησε ότι ενώ είχε προηγουμένως δεχθεί, τώρα αποκήρυσσε τον Ισλαμισμό. Τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν ενώπιον του κριτού Μουράτ Μουλάν, ο οποίος με κολακείες και απειλές προσπάθησε να τον κάνει να αλλαξοπιστήσει. Τότε ο Άγιος Αντώνιος του απάντησε: «Μην νομίζεις ότι θα καταφέρεις να με αποτρέψεις από την πίστη μου στον Χριστό με τα φοβερίσματά σου. Γι’ αυτό βασάνισε, μαστίγωσε και κατά τεμάχισε το σώμα μου και επινόησε και κανέναν άλλον καινούργιο και φοβερότερο θάνατο, επειδή περισσότερο υπάρχει περίπτωση εσύ να γίνεις Χριστιανός παρά εγώ να αρνηθώ τον Χριστό και να μην ομολογώ Αυτόν Υιόν του Θεού και αληθινό Θεό».
Ο κριτής συγκινημένος από την παρρησία του Νεομάρτυρα, προσπάθησε να τον αθωώσει. Επειδή όμως, φοβήθηκε τους ψευδομάρτυρες, τον απέστειλε στον βεζίρη Μεχμέτ Πασσά, αφού του διεμήνυσε τα περί της αθωότητας του Αγίου. Ο βεζίρης, πεισθείς για την αθωότητα του Αγίου, για να αποφύγει την οργή του πλήθους, έδωσε εντολή να τον φυλακίσουν. Όμως το μαινόμενο πλήθος κατηγόρησε τον βεζίρη στον σουλτάνο Χαμίτ τον Α’ (1774 – 1789 μ.Χ.) για δωροδοκία και έτσι εκείνος έδωσε εντολή να αποκεφαλίσουν τον Άγιο. Ο Μάρτυρας, αφού διετράνωσε και πάλι την πίστη του στον Χριστό, δέχθηκε το αμαράντινο στέφανο της δόξας, αποκεφαλισθείς το έτος 1774 μ.Χ, ημέρα Τετάρτη, στην περιοχή Ακ – Σεράι της Κωνσταντινουπόλεως.
Θεοδοσίου του εν Σκοπέλω.
Θεοδοσίου του εκ Ρωσίας. Ο Όσιος Θεοδόσιος του Ούγκλιχ καταγόταν από τη Ρωσία και ο πατέρας του ονομαζόταν Νικήτας και η μητέρα του Μαρία. Από την παιδική του ηλικία ο άγιος έδειξε την αγάπη του προς τον Θεό και την Εκκλησία. Σπούδασε στη Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου και έγινε Μοναχός στην Μεγάλη Λαύρα της πόλεως αυτής, αγωνίζομαι ενός να μιμηθεί τη ζωή των Οσίων Αντωνίου (τιμάται 10 Ιουλίου) και Θεοδοσίου (τιμάται 3 Μαΐου). Ο Άγιος χειροτονήθηκε διάκονος από τον Μητροπολίτη Κιέβου Διονύσιο και το 1662 μ.Χ. έγινε ηγούμενος της μόνης Κορσούν του Κιέβου. Η αγιότητα του βίου του τον ανέδειξε σε πνευματικό οδηγό και της αρχαίας Μονής του Κιέβου Βυντουπίτσκυ. Η παρουσία του Αγίου συνέβαλε στην πνευματική αναγέννηση της περιοχής, αφού πολλά από τα μοναστήρια είχαν περιέλθει στα χέρια των Ουνιτών. Πολλές φορές αποσυρόταν στην μικρή Σκήτη του Μιχαηλόβσινα, για να ζήσει στην απομόνωση και την ησυχία.
Το 1688 μ.Χ. ο Άγιος Θεοδόσιος έγινε ηγούμενος στη μόνη Έλετσυ του Τσέρνιγκωφ. Ο Αρχιεπίσκοπος Λάζαρος, του οποίου η υγεία είχε κλονιστεί, ευχήθηκε ο Άγιος Θεοδόσιος να ήταν ο διάδοχός του. Έτσι και έγινε. Ο Θεοδόσιος, στις 11 Σεπτεμβρίου 1692 μ.Χ., εξελέγη Αρχιεπίσκοπος του Τσέρνιγκωφ. Εργάστηκε σκληρά για την πνευματική ανύψωση του λαού του, ίδρυσε νέες εκκλησιαστικές κοινότητες και μοναστήρια.
Ο Άγιος Θεοδόσιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1696 μ.Χ.. Το ιερό λείψανό του κατατέθηκε στη μόνη των Αγίων Βορίδος και Γκλεμπ του Τσέρνιγκωφ και απετέλεσε πηγή ιαμάτων και θαυμάτων.
Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου της αναζητήσεως των απολολότων εν Ρωσία.
Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου Σικελιωτίσσης. Η ιερά εικόνα της Παναγίας της Σικελιώτισσας φυλάσσεται στη μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ντιβνογκόρσκ της Ρωσίας. Την επωνυμία «Σικελιώτισσα» έλαβε από τον τόπο προελεύσεώς της, εφόσον, κατά την παράδοση, δύο ευσεβείς Έλληνες μοναχοί, ο Ξενοφών και ο Ιωάννης, τη μετέφεραν από τα θεία υψώματα της Σικελίας, πιθανώς κατά τα τέλη του 15ου αιώνα μ.Χ. Οι δύο γέροντες ίδρυσαν μονή κοντά στον ποταμό Δον και έζησαν μέχρι της αποπερατώσεώς της στα σπήλαια των ασβεστογενών βράχων της λοφώδους εκείνης περιοχής.
Επί της εικόνος αναπαριστάται η Θεοτόκος καθήμενη επί νεφελών να κρατά λευκό ανθισμένο κρίνο στο δεξί της χέρι και το Θείο Βρέφος με το αριστερό αυτής καθήμενο στα γόνατά της. Το Βρέφος κρατά με τη σειρά του κρίνο στο αριστερό χέρι και ευλογεί με το δεξιό. Γύρω από την κεφαλή της Παναγίας αναπαρίστανται οκτώ άγγελοι σε στάση ικεσίας και γονυκλισίας. Άνωθεν της κεφαλής της Θεοτόκου ιστορείται το Άγιο Πνεύμα εν είδει περιστεράς. Η εικόνα της Παναγίας έχει επιτελέσει πολλά θαύματα και τιμάται ιδιαίτερα από το έτος 1831 μ.Χ., οπότε και κατέπαυσε θαυματουργικά την επιδημία χολέρας.
Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου Ελεούσης εν Τσέρνιγκωφ της Ρωσίας.
Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου Ελεούσης εν Ντιβνογκόρσκ της Ρωσίας.
  • ΠΗΓΗ: http://www.saint.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου