- Μεγάλη Τρίτη – Των Δέκα Παρθένων.
Κατά την Μεγάλη Τρίτη επιτελούμε ανάμνηση της περί των δέκα παρθένων γνωστής παραβολής του Κυρίου. Η Εκκλησία μας καλεί να είμεθα έτοιμοι για να υποδεχθούμε, κρατούντες τις λαμπάδες των αρετών μας, τον ουράνιον Νυμφίο, τον Κύριον Ιησού, ο Οποίος θα έλθει αιφνίδια, είτε ειδικά κατά τη στιγμή του θανάτου μας, είτε γενικά κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Επίσης μας καλεί, φέρουσα ενώπιό μας και τη παραβολή των ταλάντων, να καλλιεργήσουμε και να αυξήσουμε τα χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός.
Ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός, όταν ανέβαινε στα Ιεροσόλυμα και πλησίαζε προς το εκούσιο Πάθος, έλεγε στους μαθητές Του ορισμένες παραβολές για να τους προετοιμάσει. Μερικές, μάλιστα, τις έλεγε για να καυτηριάσει και να χτυπήσει του Γραμματείς και τους Φαρισαίους. Μια από αυτές, τη σημερινή των δέκα παρθένων, την είπε για να παρακινήσει μεν όλους προς την ελεημοσύνη, αλλά και να διδάξει όλους μας να είμαστε έτοιμοι πριν μας προλάβει το τέλος του θανάτου. Επειδή έχει πολλή δόξα η παρθενία (πραγματικά είναι μεγάλο κατόρθωμα!) και για να μη βρεθεί κάποιος που κατορθώνει αυτό το μεγάλο έργο, αλλά παραμελεί τα άλλα και ιδίως την ελεημοσύνη, προβάλλει αυτή τη παραβολή. Τρέχει πολύ γρήγορα η νύκτα της παρούσης ζωής, έτσι οι παρθένες όλες νύσταξαν και κοιμήθηκαν, δηλαδή πέθαναν, γιατί ο θάνατος λέγεται και ύπνος. Καθώς κοιμόντουσαν, στη μέση της νύχτας ακούσθηκε μια δυνατή φωνή που έλεγε: «Να ΄τος ο Νυμφίος, έρχεται! Βγείτε όλες να Τον προϋπαντήσετε!». Τότε οι φρόνιμες παρθένες που είχαν φροντίσει να έχουν άφθονο λάδι, συνάντησαν τον Νυμφίο και μπήκαν μέσα μαζί Του, όταν ανοίχθηκαν οι πύλες. Αυτές κοντά στις άλλες αρετές και μάλιστα της παρθενίας, φρόντισαν να έχουν άφθονο και το λάδι της ελεημοσύνης. Αντίθετα οι άλλες πέντε παρθένες που δεν είχαν αρκετό λάδι, όταν ξύπνησαν ζητούσαν λίγο από τις φρόνιμες, αλλά μετά θάνατο δεν είναι εύκολο να αγοράσεις λάδι από αυτούς που το πουλούν, δηλαδή τους φτωχούς. Αυτές, η παραβολή, τις ονομάζει μωρές, γατί ενώ κατόρθωσαν το δυσκολώτερο, την »παρθενία», παραμέλησαν το ευκολώτερο γιατί ήταν ανελεήμονες καρδιές.
Όποιος λοιπόν κατορθώσει μια αρετή – έστω μεγάλη – αλλά δε φροντίσει και για τις άλλες και ιδίως την ελεημοσύνη, δε μπορεί να μπει μαζί με το Χριστό στην αιώνια ανάπαυση και γυρίζει πίσω ντροπιασμένος. Και τίποτα δεν είναι πιό λυπηρό και πιο ντροπιαστικό από μια «παρθένο» που νικιέται απ’ τον έρωτα των χρημάτων.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθής, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς, ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἦχος πλ. δ’.
Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθής, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς, ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.
(Μετάφραση Ανδρέας Θεοδώρου)
Να, ὁ Νυμφίος ἔρχεται στὸ μέσο τῆς νύχτας, κι εὐτυχισμένος θὰ εἶναι ὁ δοῦλος ποὺ θὰ τὸν βρεῖ (ὁ Νυμφίος) ξάγρυπνο νὰ τὸν περιμένει· ἀνάξιος ὅμως πάλι θὰ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ τὸν βρεῖ ράθυμο καὶ ἀπροετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου νὰ μὴ βυθιστεῖς στὸν πνευματικὸ ὕπνο, γιὰ νὰ μὴν παραδοθεῖς στὸ θάνατο (τῆς ἁμαρτίας) καὶ νὰ μείνεις ἔξω τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἀνάνηψε κράζοντας· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶσαι ἐσὺ ὁ Θεὸς· σῶσε μας διὰ τῆς προστασίας τῶν ἐπουρανίων ἀσωμάτων δυνάμεων (τῶν Ἀγγέλων).
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὴν ὥραν ψυχή, τοῦ τέλους ἐννοήσασα, καὶ τὴν ἐκκοπήν, τῆς συκῆς δειλιάσασα, τὸ δοθέν σοι τάλαντον, φιλοπόνως ἔργασαι ταλαίπωρε, γρηγοροῦσα καὶ κράζουσα· Μὴ μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ.
Να, ὁ Νυμφίος ἔρχεται στὸ μέσο τῆς νύχτας, κι εὐτυχισμένος θὰ εἶναι ὁ δοῦλος ποὺ θὰ τὸν βρεῖ (ὁ Νυμφίος) ξάγρυπνο νὰ τὸν περιμένει· ἀνάξιος ὅμως πάλι θὰ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ τὸν βρεῖ ράθυμο καὶ ἀπροετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου νὰ μὴ βυθιστεῖς στὸν πνευματικὸ ὕπνο, γιὰ νὰ μὴν παραδοθεῖς στὸ θάνατο (τῆς ἁμαρτίας) καὶ νὰ μείνεις ἔξω τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἀνάνηψε κράζοντας· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶσαι ἐσὺ ὁ Θεὸς· σῶσε μας διὰ τῆς προστασίας τῶν ἐπουρανίων ἀσωμάτων δυνάμεων (τῶν Ἀγγέλων).
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὴν ὥραν ψυχή, τοῦ τέλους ἐννοήσασα, καὶ τὴν ἐκκοπήν, τῆς συκῆς δειλιάσασα, τὸ δοθέν σοι τάλαντον, φιλοπόνως ἔργασαι ταλαίπωρε, γρηγοροῦσα καὶ κράζουσα· Μὴ μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ.
Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὸν Νυμφίον ἀδελφοὶ ἀγαπήσωμεν, τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν εὐτρεπίσωμεν, ἐν ἀρεταῖς ἐκλάμποντες καὶ πίστει ὀρθῇ, ἵνα ὡς αἱ φρόνιμοι, τοῦ Κυρίου παρθένοι, ἕτοιμοι εἰσέλθωμεν, σὺν αὐτῷ εἰς τοὺς γάμους· ὁ γὰρ Νυμφίος δῶρον ὡς Θεός, πᾶσι παρέχει τὸν ἄφθαρτον στέφανον.
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὸν Νυμφίον ἀδελφοὶ ἀγαπήσωμεν, τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν εὐτρεπίσωμεν, ἐν ἀρεταῖς ἐκλάμποντες καὶ πίστει ὀρθῇ, ἵνα ὡς αἱ φρόνιμοι, τοῦ Κυρίου παρθένοι, ἕτοιμοι εἰσέλθωμεν, σὺν αὐτῷ εἰς τοὺς γάμους· ὁ γὰρ Νυμφίος δῶρον ὡς Θεός, πᾶσι παρέχει τὸν ἄφθαρτον στέφανον.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Βουλευτήριον Σωτήρ, παρανομίας κατὰ σοῦ, Ἱερεῖς καὶ Γραμματεῖς, φθόνῳ ἀθροίσαντες δεινῶς, εἰς προδοσίαν ἐκίνησαν τὸν Ἰούδαν· ὅθεν ἀναιδῶς, ἐξεπορεύετο, ἐλάλει κατὰ σοῦ, τοῖς παρανόμοις λαοῖς. Τί μοι φησὶ παρέχετε, κᾀγὼ ὑμῖν αὐτὸν παραδώσω εἰς χεῖρας ὑμῶν; Τῆς κατακρίσεως τούτου ῥῦσαι, Κύριε τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Βουλευτήριον Σωτήρ, παρανομίας κατὰ σοῦ, Ἱερεῖς καὶ Γραμματεῖς, φθόνῳ ἀθροίσαντες δεινῶς, εἰς προδοσίαν ἐκίνησαν τὸν Ἰούδαν· ὅθεν ἀναιδῶς, ἐξεπορεύετο, ἐλάλει κατὰ σοῦ, τοῖς παρανόμοις λαοῖς. Τί μοι φησὶ παρέχετε, κᾀγὼ ὑμῖν αὐτὸν παραδώσω εἰς χεῖρας ὑμῶν; Τῆς κατακρίσεως τούτου ῥῦσαι, Κύριε τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὁ Ἰούδας τῇ γνώμῃ φιλαργυρεῖ, κατὰ τοῦ Διδασκάλου ὁ δυσμενής, κινεῖται βουλεύεται, μελετᾷ τὴν παράδοσιν, τοῦ φωτὸς ἐκπίπτει, τὸ σκότος δεχόμενος, συμφωνεῖ τὴν πρᾶσιν, πωλεῖ τὸν ἀτίμητον· ὅθεν καὶ ἀγχόνην, ἀμοιβὴν ὧν περ ἔδρα, εὑρίσκει ὁ ἄθλιος, καὶ ἐπώδυνον θάνατον. Τῆς αὐτοῦ ἡμᾶς λύτρωσαι, μερίδος Χριστὲ ὁ Θεός, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρούμενος, τοῖς ἑορτάζουσι πόθω, τὸ ἄχραντον Πάθος σου.
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὁ Ἰούδας τῇ γνώμῃ φιλαργυρεῖ, κατὰ τοῦ Διδασκάλου ὁ δυσμενής, κινεῖται βουλεύεται, μελετᾷ τὴν παράδοσιν, τοῦ φωτὸς ἐκπίπτει, τὸ σκότος δεχόμενος, συμφωνεῖ τὴν πρᾶσιν, πωλεῖ τὸν ἀτίμητον· ὅθεν καὶ ἀγχόνην, ἀμοιβὴν ὧν περ ἔδρα, εὑρίσκει ὁ ἄθλιος, καὶ ἐπώδυνον θάνατον. Τῆς αὐτοῦ ἡμᾶς λύτρωσαι, μερίδος Χριστὲ ὁ Θεός, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρούμενος, τοῖς ἑορτάζουσι πόθω, τὸ ἄχραντον Πάθος σου.
Ὁ Οἶκος
Τὶ ῥαθυμεῖς ἀθλία ψυχή μου; τί φαντάζῃ ἀκαίρως μερίμνας ἀφελεῖς; τί ἀσχολεῖς πρὸς τὰ ῥέοντα; ἐσχάτη ὥρα ἐστὶν ἀπ΄ ἄρτι, καὶ χωρίζεσθαι μέλλομεν τῶν ἐνταῦθα, ἕως καιρὸν κεκτημένη, ἀνάνηψον κράζουσα· Ἡμάρτηκά σοι Σωτήρ μου, μὴ ἐκκόψῃς με, ὥσπερ τὴν ἄκαρπον συκῆν, ἀλλ’ ὡς εὔσπλαγχνος Χριστέ, κατοικτείρησον, φόβῳ κραυγάζουσαν· Μὴ μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ.
Τὶ ῥαθυμεῖς ἀθλία ψυχή μου; τί φαντάζῃ ἀκαίρως μερίμνας ἀφελεῖς; τί ἀσχολεῖς πρὸς τὰ ῥέοντα; ἐσχάτη ὥρα ἐστὶν ἀπ΄ ἄρτι, καὶ χωρίζεσθαι μέλλομεν τῶν ἐνταῦθα, ἕως καιρὸν κεκτημένη, ἀνάνηψον κράζουσα· Ἡμάρτηκά σοι Σωτήρ μου, μὴ ἐκκόψῃς με, ὥσπερ τὴν ἄκαρπον συκῆν, ἀλλ’ ὡς εὔσπλαγχνος Χριστέ, κατοικτείρησον, φόβῳ κραυγάζουσαν· Μὴ μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ.
(Μετάφραση Ανδρέας Θεοδώρου)
Γιατὶ εἶσαι ὀκνηρὴ καὶ ἀδιάφορη, ἀθλία μου ψυχή; Γιατί φαντάζεσαι ἄκαιρα μέριμνες ἀνόητες καὶ μάταιες; Γιατί ἀσχολεῖσαι μὲ πράγματα ποὺ ρέουν καὶ χάνονται; Σὲ λίγο φθάνει ἡ τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς μας καὶ πρόκειται νὰ χωριστοῦμε ἀπὸ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Ὅσο ἀκόμη ἔχεις καιρό, σύνελθε ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία, κράζουσα· Ἁμάρτησα ἐνώπιόν σου, Σωτῆρα μου· μὴ μὲ κόψεις ὅπως τὴν ἄκαρπη συκή, ἀλλὰ ὡς σπλαχνικὸς Πατέρας, Χριστέ, δεῖξε συμπάθεια σὲ μένα, ποὺ κραυγάζω· νὰ μὴ μείνουμε ἔξω ἀπὸ τὸ νυμφώνα τοῦ Χριστοῦ.
Γιατὶ εἶσαι ὀκνηρὴ καὶ ἀδιάφορη, ἀθλία μου ψυχή; Γιατί φαντάζεσαι ἄκαιρα μέριμνες ἀνόητες καὶ μάταιες; Γιατί ἀσχολεῖσαι μὲ πράγματα ποὺ ρέουν καὶ χάνονται; Σὲ λίγο φθάνει ἡ τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς μας καὶ πρόκειται νὰ χωριστοῦμε ἀπὸ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Ὅσο ἀκόμη ἔχεις καιρό, σύνελθε ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία, κράζουσα· Ἁμάρτησα ἐνώπιόν σου, Σωτῆρα μου· μὴ μὲ κόψεις ὅπως τὴν ἄκαρπη συκή, ἀλλὰ ὡς σπλαχνικὸς Πατέρας, Χριστέ, δεῖξε συμπάθεια σὲ μένα, ποὺ κραυγάζω· νὰ μὴ μείνουμε ἔξω ἀπὸ τὸ νυμφώνα τοῦ Χριστοῦ.
- Άγιος Αντίπας Επίσκοπος Περγάμου.
Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Αντίπας έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διομιτιανού (81 – 96 μ.Χ.). Ήταν σύγχρονος των Αγίων Αποστόλων, οι οποίοι και τον χειροτόνησαν Επίσκοπο της Εκκλησίας της Περγάμου, όταν ο Θεολόγος και Ευαγγελιστής Ιωάννης ήταν εξόριστος στην Πάτμο. Στην Αποκάλυψη ο Άγιος Αντίπας αποκαλείται από τον Απόστολο Ιωάννη πιστός ιερέας και μάρτυρας (Αποκάλυψη Ιωάννου, β’ 13).
Ως αρχιερέας της Εκκλησίας της Περγάμου, ποίμανε το λογικό του ποίμνιο με κάθε ευσέβεια και αρετή. Όντας Επίσκοπος Περγάμου και ενώ ήταν πολύ γέρος, συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες, όταν οι δαίμονες παρουσιάσθηκαν σε αυτούς και τους είπαν ότι δεν μπορούν να κατοικούν στον τόπο εκείνο εξαιτίας του Αντίπα. Γι’ αυτό οδηγήθηκε στον ηγεμόνα και εξαναγκάστηκε με βία να αρνηθεί τον Χριστό και να θυσιάσει στα είδωλα. Εκείνος (ο ηγεμόνας) κατέβαλε κάθε προσπάθεια να πείσει τον Άγιο να αρνηθεί τον Χριστό, λέγοντάς του ότι τα παλαιότερα είναι πολυτιμότερα, ενώ εκείνα που εμφανίζονται πρόσφατα δεν έχουν καμία αξία. Του είπε δηλαδή ότι η θρησκεία των εθνικών, η ειδωλολατρία, είναι παλαιά, αυξήθηκε διά μέσου των αιώνων και έχει πολλούς οπαδούς, γι’ αυτό και είναι πολύ σπουδαιότερη από την πίστη των Χριστιανών, που εμφανίσθηκε τελευταία και έχει πολύ λίγους πιστούς. Στο επιχείρημα αυτό του ηγεμόνος ο Άγιος απάντησε με την ιστορία του Κάιν. Είπε δηλαδή σε αυτόν, ότι η αδελφοκτονία του Κάιν, αν και αυτός είναι πολύ αρχαιότερος, προκάλεσε και προκαλεί τον αποτροπιασμό σε άπειρα πλήθη ανθρώπων και ουδείς ευσεβής άνθρωπος τη ζηλεύει. Ο ηγεμόνας εξοργίσθηκε πάρα πολύ από την απάντηση του Αντίπα και τότε έδωσε εντολή να τον ρίξουν σε ένα πυρωμένο χάλκινο ομοίωμα βοδιού, όπου τελειώθηκε ο βίος του, το έτος 92 μ.Χ.
Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στην Εκκλησία της Περγάμου και αναβλύζει αενάως μύρο και ιάσεις, η δε Σύναξή του ετελείτο στο πάνσεπτο Αποστολείο του Αγίου και πανευφήμου Αποστόλου Ιωάννου του Θεολόγου, κοντά στην Μεγάλη Εκκλησία. Ναός του Αγίου Αντίπα υπήρχε κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και έτερος, επίσης, κείμενος μεταξύ των χωρίων Αγίου Στεφάνου και Ρηγίου (Κιουτσούκ – Τσεκμετζέ).
Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στην Εκκλησία της Περγάμου και αναβλύζει αενάως μύρο και ιάσεις, η δε Σύναξή του ετελείτο στο πάνσεπτο Αποστολείο του Αγίου και πανευφήμου Αποστόλου Ιωάννου του Θεολόγου, κοντά στην Μεγάλη Εκκλησία. Ναός του Αγίου Αντίπα υπήρχε κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και έτερος, επίσης, κείμενος μεταξύ των χωρίων Αγίου Στεφάνου και Ρηγίου (Κιουτσούκ – Τσεκμετζέ).
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Μυροβλύτην τὸν θεῖον καὶ μαρτύρων τὸν σύναθλον, τὸν πανευκλεῆ ἱεράρχην καὶ Περγάμου τὸν πρόεδρον, τιμήσωμεν Ἀντίπαν οἱ πιστοί, ὡς τάχιστον καὶ μέγαν ἱατρόν, τῆς δεινῆς ὀδόντων νόσου, καὶ πρὸς αὐτὸν ἀπὸ ψυχῆς βοήσωμεν· Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Μυροβλύτην τὸν θεῖον καὶ μαρτύρων τὸν σύναθλον, τὸν πανευκλεῆ ἱεράρχην καὶ Περγάμου τὸν πρόεδρον, τιμήσωμεν Ἀντίπαν οἱ πιστοί, ὡς τάχιστον καὶ μέγαν ἱατρόν, τῆς δεινῆς ὀδόντων νόσου, καὶ πρὸς αὐτὸν ἀπὸ ψυχῆς βοήσωμεν· Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τὴ ὑπερμάχω.
Τόν ἱεράρχην καὶ κλεινόν μεγαλομάρτυρα, τὸν πολιοῦχον τῆς Περγάμου τὀν πανάριστον, καὶ κοινοῦ ἐχθροῦ ἀντίπαλον τὸν Ἀντίπαν, κατὰ χρέος εὐφημήσωμεν ἐν ᾄσμασιν, ὡς τοὺς πάσχοντας ὀδόντας θεραπεύοντα, πόθῳ κράζοντες· Xαίροις, Πάτερ τρισόλβιε.
Ἦχος πλ. δ’. Τὴ ὑπερμάχω.
Τόν ἱεράρχην καὶ κλεινόν μεγαλομάρτυρα, τὸν πολιοῦχον τῆς Περγάμου τὀν πανάριστον, καὶ κοινοῦ ἐχθροῦ ἀντίπαλον τὸν Ἀντίπαν, κατὰ χρέος εὐφημήσωμεν ἐν ᾄσμασιν, ὡς τοὺς πάσχοντας ὀδόντας θεραπεύοντα, πόθῳ κράζοντες· Xαίροις, Πάτερ τρισόλβιε.
- Οσίες Τρυφαίνη και Ματρώνα.
Στους Συναξαριστές αναφέρεται μόνο η μνήμη της Τρυφαίνης της εν Κυζίκω. Στον Λαυριωτικό όμως κώδικα 170 μνημονεύονται και οι δύο. Οι Οσίες Τρυφαίνη και Ματρώνα κατάγονταν από την πόλη της Κυζίκου και από νεαρή ηλικία επιπόθησαν τον Χριστό, γι’ αυτό και ακολούθησαν τον μοναχικό βίο. Έφθασαν δε σε τέτοιο βαθμό ασκήσεως και νηστείας, ώστε να φαίνονται οι συνθέσεις των οστέων τους. Δεν είχαν κελί, αλλά περιβεβλημένες με ένα μικρό ένδυμα προσεύχονταν συνεχώς στον Θεό νύχτα και ημέρα και ξεκουράζονταν λίγο στην γη. Λίγο πρις το οσιακό τέλος τους, το οποίο προείδαν, έκαναν το σημείο του σταυρού και παρέδωσαν τις ψυχές τους στα χέρια του Θεού. Μετά την οσιακή κοίμησή τους, επιτέλεσαν πολλά θαύματα.
- Όσιος Φαρμούθιος ο Αναχωρητής.
Ο Όσιος Φαρμούθιος απεβίωσε ειρηνικά.
- Όσιος Γεώργιος, κτήτορας της Ιεράς Μονής Χρυσοστόμου της Κύπρου.
Η μνήμη του Οσίου Γεωργίου, πρώτου ηγουμένου της μονής Χρυσοστόμου στην Κύπρο, είναι άγνωστη στον κατάλογο των Αγίων της Κύπρου. Περί αυτού γνωρίζουμε από το Τυπικόν της εν λόγω μονής, που σώζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων (Παρισινός Κώδικας 402 Coislin). Η μονή, κατά την μαρτυρία του Τυπικού, κτίσθηκε το έτος 1091 μ.Χ. και τα εγκαίνια του ναού αυτής τελέσθηκαν κατά την 9η Δεκεμβρίου, εορτή της Αγίας Άννης. Ο Ρωμαίος Πατριάρχης της Ιερουσαλήμ, όριζε τη μονή Χρυσοστόμου, λεγόμενη του Κουτζοβέντη.
- Όσιος Βαρσανούφιος επίσκοπος Τβερ και Καζάν.
Ο Όσιος Βαρσανούφιος, κατά κόσμον Βασίλειος, γεννήθηκε το έτος 1495 μ.Χ. στο Σέρπουχωφ της Ρωσίας και καταγόταν από ιερατική οικογένεια. Ενώ ήταν νέος, αιχμαλωτίσθηκε από τους Τατάρους της Κριμαίας. Δεχόμενος αυτό το γεγονός ως θέλημα του Θεού, ταπεινά υποτασσόταν στους κυρίους του και με προθυμία εκπλήρωνε κάθε εργασία που του ανέθεταν. Μετά από τρία χρόνια όμως, ο πατέρας του κατάφερε να τον εξαγοράσει και να τον πάρει πίσω. Ο Άγιος έγινε μοναχός το 1515 μ.Χ. στη μονή του Σωτήρος, του Αγίου Ανδρονίκου της Μόσχας και διακόνησε ως ιεροδιάκονος στην Επισκοπή του Τβερ. Τα χαρίσματά του και ο θεοφιλής βίος του οδήγησαν τον Μητροπολίτη Μόσχας Μακάριο να τον τοποθετήσει στη μονή του Αγίου Νικολάου της Πέσνα, κοντά στην Μόσχα. Αργότερα πήγε στο Καζάν και ίδρυσε ένα μοναστήρι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Ενώ βρισκόταν στο Καζάν, ο Αρχιμανδρίτης Βαρσανούφιος βοηθούσε τον Αγίο Γουρία (τιμάται 15 Δεκεμβρίου) στην διάδοση της Χριστιανικής πίστεως στους Μουσουλμάνους και στους ειδωλολάτρες. Η γνώση της ταταρικής γλώσσας αποδείχθηκε ότι ήταν πολύ χρήσιμη για την ιεραποστολική του δράση. Το έτος 1567 μ.Χ. ο Άγιος Βαρσανούφιος εξελέγη Επίσκοπος Τβερ και Καζάν. Όταν έφθασε σε μεγάλη ηλικία, επέστρεψε στο Καζάν και στο μοναστήρι της Μεταμορφώσεως, το οποίο και είχε ιδρύσει. Εκεί έλαβε το Μέγα Αγγελικό Σχήμα και κοιμήθηκε με ειρήνη, το έτος 1576 μ.Χ. Τα ιερά λείψανα των Αγίων Γουρίου και Βαρσανουφίου ανακαλύφθηκαν στις 4 Οκτωβρίου του έτους 1596 μ.Χ. και τοποθετήθηκαν σε λειψανοθήκες στο παρεκκλήσι του ναού, σύμφωνα με τις οδηγίες του Πατριάρχου Ιώβ. Στις 20 Ιουνίου του έτους 1630 μ.Χ., τα χαριτόβρυτα λείψανά τους μεταφέρθηκαν από το μοναστήρι της Μεταμορφώσεως στον καθεδρικό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
- Όσιος Καλλίνικος ο εκ Ρουμανίας.
Ο Όσιος Καλλίνικος της Τσέρνικα υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες πνευματικές μορφές του 19ου αιώνα μ.Χ. Γεννήθηκε στο Βουκουρέστι, στις 7 Οκτωβρίου του 1787 μ.Χ., από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους, τον Αντώνιο και την Φλοάερα, και το κατά κόσμον όνομά του ήταν Κωνσταντίνος. Η μητέρα του σε μεγάλη ηλικία έγινε μοναχή και έλαβε το όνομα Φιλοθέη. Ο πόθος του για τον Θεό και η δίψα του για προσευχή οδηγούσαν τα βήματά του στη μονή της Τσέρνικα, ενώ ήταν ακόμη μαθητής στο Βουκουρέστι. Τον Μάρτιο του έτους 1807 μ.Χ. αποφάσισε να εγκαταλείψει οριστικά τον κόσμο και να μονάσει. Στις 12 Νοεμβρίου του 1808 μ.Χ. εκάρη μοναχός και έλαβε το όνομα Καλλίνικος. Τον επόμενο μήνα, ο Βούλγαρος Επίσκοπος της Βράτα, που κατέφυγε στο Βουκουρέστι λόγω των Τούρκων, τον χειροτόνησε διάκονο στο ναό του Αγίου Νικολάου της Τσέρνικα. Υπό την καθοδήγηση του πνευματικού του πατρός, ο νεαρός μοναχός άρχισε τους μεγάλους πνευματικούς αγώνες, την άσκηση, την αδιάλειπτη προσευχή, τη νηστεία, την εργασία και την μελέτη της Αγίας Γραφής και των Αγίων Πατέρων.
Το έτος 1812 μ.Χ. απεστάλη μαζί με τον πνευματικό του στη μονή του Νεάμτς, προκειμένου να ζητήσει βοήθεια για την επιδιόρθωση του ναού του Αγίου Νικολάου της Τσέρνικα, ο οποίος είχε καταστραφεί από σεισμό. Με αυτή την ευκαιρία επισκέφθηκε και τα άλλα μοναστήρια της Μολδαβίας.
Το έτος 1813 μ.Χ. χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στο ναό Μπάτιστε από τον Επίσκοπο Διονύσιο Λούπου, τον μελλοντικό Μητροπολίτη της χώρας και το έτος 1815 μ.Χ. διορίσθηκε οικονόμος της μονής. Το 1817 μ.Χ. αναχώρησε για το Άγιον Όρος με σκοπό να διδαχθεί την μοναχική ζωή των Αθωνιτών Πατέρων και να ωφεληθεί πνευματικά από την πνευματική τους εμπειρία και άσκηση.
Μετά την κοίμηση του ηγουμένου της μονής, Δωροθέου, στις 14 Δεκεμβρίου 1818 μ.Χ., η μοναστική κοινότητα της Τσέρνικα εξέλεξε ηγούμενο τον Ιερομόναχο Καλλίνικο, χάρη στην ξεχωριστή ασκητική βιοτή του, την αγάπη και την αφοσίωσή του στο μοναχισμό. Ύστερα από δύο χρόνια έλαβε και το οφφίκιο του αρχιμανδρίτου.
Τα τριάντα δύο χρόνια της ηγουμενίας του αποτέλεσαν περίοδο πνευματικής ακμής για τη μονή. Κατασκευάσθηκαν προσκυνητάρια, κελλιά και εργαστήρια για τα εργόχειρα των μοναχών. Όσοι γνώριζαν γράμματα ασχολούνταν με την αντιγραφή πολύτιμων χειρογράφων και έργων Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων. Ο αριθμός των μοναχών αυξανόταν σημαντικά. Το 1838 μ.Χ. εγκαταβιούσαν στη μονή τριακόσιοι μοναχοί, ενώ το 1850 μ.Χ. ήσαν τριακόσιοι πενήντα.
Ο ηγούμενος Καλλίνικος διακρίθηκε κυρίως για την ελεημοσύνη και την αγάπη του προς τους φτωχούς και τους πάσχοντες, καθώς και προς τοςυ πρόσφυγες που έβρισκαν στο μοναστήρι καταφύγιο και τροφή. Επίσης ίδρυσε ένα σχολείο για τα παιδιά της περιοχής και ανέλαβε την κατασκευή και ανακαίνιση πολλών ναών και προσκυνηταρίων. Ο Άγιος Καλλίνικος ήταν τόσο ελεήμων που, όταν δεν είχε τίποτα να προσφέρει, έδινε τα δικά του ενδύματα και κλαίγοντας ικέτευε τους συνεργάτες του να μαζέψουν χρήματα, για να έχει να τα μοιράζει στους φτωχούς και στους πάσχοντες.
Το έτος 1850 μ.Χ., ύστερα από σαράντα τρία χρόνια στο μοναστήρι, ο ηγούμενος Καλλίνικος κλήθηκε να αποδεχθεί το αρχιερατικό αξίωμα. Αφού προηγουμένως είχε αρνηθεί, τελικά υπέκυψε στις παρακλήσεις του βοεβόδα Μπάρμπου Στίρμπεϊ, και στις 15 Σεπτεμβρίου του 1850 μ.Χ. εξελέγη Επίσκοπος της πόλεως Ρίμνικ – Βίλτσεα. Η χειροτονία του σε Επίσκοπο έγινε στις 26 Οκτωβρίου του 1850 μ.Χ. στο μητροπολιτικό ναό του Βουκουρεστίου. Επειδή η επισκοπική έδρα του Ρίμνικ είχε καταστραφεί από πυρκαγιά, η ενθρόνιση έγινε στις 26 Νοεμβρίου στην Κραϊόβα.
Σε αυτή την επισκοπή η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη. Για δέκα χρόνια η Μητρόπολη διευθυνόταν από τοποτηρητές, η έδρα και ο καθεδρικός ναός είχαν καταστραφεί, οι ιερείς ήσαν ελάχιστοι και αμόρφωτοι, ενώ το εκκλησιαστικό σχολείο είχε κλείσει λόγω της επαναστάσεως το 1848 μ.Χ.
Ο νέος Επίσκοπος αφοσιώθηκε αμέσως με αυταπάρνηση και δύναμη στην αποστολή του. Χειροτόνησε καλούς και ευλαβείς κληρικούς, το 1851 μ.Χ. επανίδρυσε το εκκλησιαστικό σχολείο της Κραϊόβα και το 1854 μ.Χ. το μετέφερε στο Ρίμνικ, ενώ παράλληλα ίδρυσε σχολές για την κατάρτιση ιεροψαλτών.
Το έτος 1854 μ.Χ., αφού η έδρα της επισκοπής μεταφέρθηκε στο Ρίμνικ, ξεκίνησε την ανοικοδόμηση ενός νέου ναού. Μεταξύ των ετών 1859 – 1864 μ.Χ. έκτισε με δικές του δαπάνες ένα νέο ναό στη σκήτη Φρασινέι, όπου εισήγαγε τους κανόνες της μοναχικής πολιτείας του Αγίου Όρους.
Φιλότεχνος και φιλομαθής ο Άγιος ίδρυσε, το 1860 μ.Χ., τυπογραφείο, στο οποίο εκδίδονταν εκκλησιαστικά και διδακτικά βιβλία και το οποίο παρεχώρησε στην πόλη Ρίμνικ με τον όρο το ήμισυ των εισοδημάτων να διατίθεται για την συντήρηση των σχολείων και των φτωχών μαθητών καθώς και της σκήτης Φρασινέι.
Ο Επίσκοπος Καλλίνικος υπήρξε και γνήσιος πατριώτης. Ως Επίσκοπος έλαβε μέρος στις διεργασίες της Δημόσιας Συνελεύσεως της χώρας και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ένωση της Μολδαβίας και της Τσόρα Ρομανεάσκα. Την άνοιξη του έτους 1857 μ.Χ. απέστειλε εγκύκλιο προς όλους τους ηγουμένους και ιερείς, διά της οποίας ζητούσε να τελεσθούν σε όλους τους ναούς, Ακολουθίες και προσευχές για την ένωση του Ρουμανικού λαού. Ο Άγιος Θεός τον ευλόγησε και με το χάρισμα της θαυματουργίας. Πολλοί ασθενείς, που επικαλούνταν τις προσευχές του Αγίου, θεραπεύονταν.
Σε μεγάλη ηλικία και ενώ ήταν ασθενής, ο Όσιος αποσύρθηκε στη μονή της Τσέρνικα, τον Μάιο του 1867 μ.Χ., αναθέτοντας την προσωρινή διοίκηση της Επισκοπής στον αρχιμανδρίτη Γρηγόριο. Η τότε κυβέρνηση, ως έκφραση εκτιμήσεως και σεβασμού προς το πρόσωπο του Αγίου, αρνήθηκε την αποχώρησή του από τον επισκοπικό θρόνο. Έτσι ο Άγιος παρέμεινε μέχρι τέλους της ζωής του, πατέρας και πνευματικός οδηγός του ποιμνίου του. Ο Όσιος Καλλίνικος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1868 μ.Χ. και ενταφιάσθηκε στο ναό του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, τον οποίο ο ίδιος ο Όσιος είχε χτίσει.
- Άγιος Μαρτινιανός ο εν Ρώμη.
Ο Άγιος Μάρτυς Μαρτινιανός άθλησε στην Ρώμη. Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου.
- Άγιος Βάκχος ο Οσιομάρτυρας.
Ο Άγιος Οσιομάρτυς Βάκχος ασκήτεψε στη μονή του Αγίου Σάββα και τελειώθηκε μαρτυρικά κατά τον 8ο αιώνα μ.Χ.
- Όσιοι Ευθύμιος και Χαρίτων.
Ο Όσιος Ευθύμιος έζησε μεταξύ του 15ου και 16ου αιώνα μ.Χ. στη Ρωσία. Γεννήθηκε στην πόλη Μπολογκντά και από νεαρή ηλικία αγάπησε τον μοναχικό βίο. Σύντομα έγινε μοναχός στο μοναστήρι Σπασο-Καμένσκιυ κοντά στην λίμνη Κουμπενσόε. Λίγο αργότερα όμως έφυγε από το μοναστήρι, για να ζήσει ως ερημίτης στον ποταμό Κουμπένκα, δύο χιλιόμετρα απόσταση από τη λίμνη. Ο πόθος του για μεγαλύτερη ησυχία τον οδήγησε στην περιοχή του ποταμού Σγιανζέμα, όπου συναντήθηκε με τον Όσιο Χαρίτωνα. Και οι δύο μαζί ίδρυσαν τη μονή της Αναλήψεως του Σωτήρος στη Μπολογκντά. Κατασκεύασαν τη μοναδική Εκκλησία που υπήρχε σε αυτή την περιοχή και καλλιεργούσαν χόρτα για την ελάχιστη τροφή τους. Ο Όσιος Ευθύμιος κοιμήθηκε με ειρήνη περί το έτος 1465 μ.Χ., ενώ ο Όσιος Χαρίτων, που τον διαδέχθηκε στην καθοδήγηση της μονής, κοιμήθηκε το έτος 1509 μ.Χ. Και οι δύο ενταφιάσθηκαν στο ναό της μονής, ο οποίος αργότερα έγινε ενοριακός.
- Όσιος Ιάκωβος του Βρυλέεφ.
Ο Όσιος Ιάκωβος του Βρυλέεφ έζησε στη Ρωσία κατά τον 15ο αιώνα μ.Χ. Έγινε μοναχός της μονής Ζέλεζνιυ-Μπορόκ, που ήταν στην επαρχία της Κοστρομά, διετέλεσε μαθητής του Αγίου Ιακώβου του Ζελενί-Μπορ και αργότερα ασκήτεψε στην έρημο Βρυέεφ, όπου ίδρυσε μονή προς τιμήν των Εισοδίων της Υπεραγίας Θεοτόκου. Κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη και ενταφιάσθηκε στο ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου.
- Όσιος Ιάκωβος του Ζελέζνιυ – Μπορόκ.
Ο Όσιος Ιάκωβος του Ζελέζνιυ – Μπορόκ γεννήθηκε στο Γκάλιτς, στην περιοχή της Κοστρομά και ήταν υιός οικογένειας Βογιάρων. Εκάρη μοναχός στη μονή της Αγίας Τριάδος του Αγίου Σεργίου του Ραντονέζ και αργότερα ασκήτεψε σε μονή της Μόσχας. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1442 μ.Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου