Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2023

10 Ιανουαρίου γιορτάζουν…

 


  • Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Νύσσης
  • Όσιος Δομετιανός Επίσκοπος Μελιτηνής
  • Όσιος Αμμώνιος
  • Άγιος Μαρκιανός
  • Αγία Θεοσεβία η Διακόνισσα
  • Όσιος Αντίπας ο Αθωνίτης
  • Όσιος Μακάριος ο εκ Ρωσίας
  • Όσιος Παύλος ο εκ Ρωσιάς

***********************************************************************************

  • Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Νύσσης 

Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στη Νεοκαισάρεια του Πόντου το 332 μ.Χ. και ήταν αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου. Παίρνει την ίδια μόρφωση με τον μεγάλο του αδελφό, ξεχωρίζει δε κι αυτός για την ευφυΐα του, την επιμέλεια του και την φιλοσοφικότατη ιδιοφυΐα του και είχε χειροτονηθεί αναγνώστης. Ο Γρηγόριος νυμφεύεται τη Θεοσέβεια, (πραγματικά αγία γυναίκα), που γρήγορα την αρπάζει ο θάνατος. Ισχυρός χαρακτήρας καθώς ήταν, δεν απελπίζεται, και στα σαράντα του χρόνια γίνεται επίσκοπος Νύσσης (σήμερα Νεμσεχίρ), μιας κωμοπόλεως της Καπαδοκίας. Οι Αρειανοί, όμως, του έφεραν μεγάλες ενοχλήσεις. Αντιλαμβανόμενοι, ότι στο πρόσωπό του η αίρεσή τους θα είχε σπουδαιότατο πολέμιο, σχεδίασαν να τον εξοντώσουν. Τον κατηγόρησαν λοιπόν, ότι εξελέγη Επίσκοπος αντικανονικά και σφετερίσθηκε χρήματα της Εκκλησίας. Τις κατηγορίες υπέβαλε κάποιος με το όνομα Φιλόχαρης, όργανο των Αρειανών, προς τον διοικητή του Πόντου Δημοσθένη, προς τον οποίο ο Μέγας Βασίλειος έγραψε και επιστολή. Για την κατηγορία της καταχρήσεως παρακάλεσε να γίνει ο έλεγχος για να δειχθεί η συκοφαντία, για την αντικανονική χειροτονία λέγει ότι η ευθύνη είναι δική του, διότι αυτός χειροτόνησε και ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι σωστό να δικάσει επί της υποθέσεως αυτής σύνοδος Επισκόπων, των οποίων η εκκλησιαστική θέση δεν ήταν σε κανονική τάξη.

Η επίκληση του Βασιλείου απέβη άκαρπη. Ο αυτοκράτορας Ουάλης ήθελε να αποφευχθεί το θέμα. Το 376 μ.Χ. ο Γρηγόριος καθαιρείται ερήμην από σύνοδο Αρειανών Επισκόπων του Πόντου και της Γαλατίας. Και ο Γρηγόριος, καταδιωκόμενος, αναγκαζόταν να πλανάται και να κρύβεται. Η περιπέτεια έληξε τον Αύγουστο του έτους 378 μ.Χ., όταν απέθανε ο Ουάλης. Ο Γρηγόριος επανήλθε στη Νύσσα, όπου του επιφυλάχθηκε θριαμβευτική υποδοχή.
Κατά το φθινόπωρο του 379 μ.Χ. έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Αντιόχειας, η οποία συνήλθε ιδίως για την αίρεση του Απολλιναρίου. Ο Απολλινάριος, ερμηνεύοντας κατά γράμμα χωρίο της Αγίας Γραφής (κατά Ιωάννη α’ 14), υποστήριζε ότι ο Θεός Λόγος έγινε σάρκα, όχι σάρκα και ψυχή. Αρνήθηκε τον ανθρώπινο νου, την ανθρώπινη ψυχή και θέληση του Ιησού Χριστού ως στοιχεία διασπαστικά της ενότητός Του και αντίθετα προς την τελειότητά Του και αντικατέστησε τα στοιχεία αυτά με τη θεία επενέργεια. Δίδασκε, δηλαδή, στην ουσία, ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είναι τέλειος Θεός ούτε τέλειος άνθρωπος. Πολλοί νόμιζαν ότι ο Απολλινάριος δέχθηκε την επίδραση της πλατωνικής και νεοπλατωνικής φιλοσοφίας, αλλά το πιθανότερο είναι, καθώς πιστεύει ο Γρηγόριος Νύσσης, ότι αφετηρία στη χριστολογική του διδασκαλία είναι χωρίο επιστολής του Αποστόλου Παύλου (προς Θεσσαλονικείς Α’, ε’ 23). Στη Σύνοδο ο Άγιος ανασκεύασε τις κακόδοξες θεωρίες του Απολλιναρίου. Επίσης, η Σύνοδος του ανέθεσε αποστολή για την Εκκλησία της Βαβυλωνίας και με την ευκαιρία αυτή επισκέφθηκε και τους Αγίους Τόπους.

Ο Θεός τον αξιώνει επίσης, να γίνει το κυριότερο όργανο Του στη Β’ Οικουμενική σύνοδο, το 381 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, και κατατροπώνει στην κυριολεξία τους πνευματομάχους του Μακεδονίου, με «… τη μάχαιρα που δίνει το Πνεύμα και η οποία είναι ο λόγος του Θεού» (Προς Έφεσίους στ’ 17). Στις συζητήσεις εκείνες, ο Γρηγόριος ο Νύσσης τόσο πολύ είχε διακριθεί, ώστε ονομάστηκε «Πατήρ Πατέρων και Νυσσαέων Φωστήρ». Ο δε Μέγας Θεοδόσιος τον ονόμασε στύλο της Ορθοδοξίας. Πέθανε ειρηνικά, αφού άφησε πολύ αξιόλογα έργα: ερμηνευτικά, δογματικά, κατηχητικά, λόγους ηθικούς, εορταστικούς, εγκωμιαστικούς, επιταφίους και έναν επιμνημόσυνο στον αδελφό του Μέγα Βασίλειο.

Ἀπολυτίκιον(Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον γρήγορσιν, ἐνδεδειγμένος, στόμα σύντονον, τῆς εὐσέβειας, ἀνεδείχθης Ἱεράρχα Γρηγόριε τὴ γὰρ σοφία τῶν θείων δογμάτων σου, τῆς Ἐκκλησίας εὐφραίνεις τὸ πλήρωμα. Πάτερ ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὸ ὄμμα τῆς ψυχῆς, γρηγορῶν Ἱεράρχα, ὡς γρήγορος Ποιμήν, ἀνεδείχθης τῷ κόσμῳ, καὶ ράβδω τῆς σοφίας σου, παμμακάριστε Ὅσιε, πάντας ἤλασας, τοὺς κακοδόξους ὡς λύκους, ἀδιάφθορον, διατηρήσας τὴν ποίμνην, Γρηγόριε πάνσοφε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος α’. Χορός Ἄγγελικός
Τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἔνθεος Ἱεράρχης, καί τῆς σοφίας σεβάσμιος μυστολέκτης, Νύσσης ὁ γρήγορος νοῦς Γρηγόριος, ὁ σὺν Ἀγγέλοις χορεύων, καί ἐντρυφών τῷ θείῳ φωτί, πρεσβεύει ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.

  • Όσιος Δομετιανός Επίσκοπος Μελιτηνής 

Ο Όσιος Δομετιανός έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ. και ήταν γιος πλουσίων γονέων, του Θεοδώρου και της Ευδοκίας. Φιλομαθής ο Δομετιανός και πολύ προσεκτικός στο να διατηρεί καθαρή τη ζωή του από μικρή ηλικία, δεν παρασύρθηκε από τα πολλά υλικά πλούτη αλλά επιδόθηκε στο να μάθει τα ελληνικά γράμματα και τις άγιες Γραφές και πράγματι προόδευσε πολύ στις σπουδές του. Αργότερα παντρεύτηκε μια ευσεβέστατη σύζυγο, που γρήγορα όμως την έχασε αλλά θέλησε να μείνει πιστός στη μνήμη της και γι’ αυτό έγινε κληρικός και αφοσιώθηκε ολοσχερώς στην υπηρεσία της εκκλησίας. Η δε μεγάλη προσωπική του αξία δεν άργησε να τον ανεβάσει στην επισκοπή της Μελιτηνής στη Μεσοποταμία. Ο Δομετιανός, μαζί με τα εκκλησιαστικά πλεονεκτήματα του, κατείχε και μεγάλη πολιτική ικανότητα και επιδεξιότητα. Γι’ αυτό και ο αυτοκράτωρ Μαυρίκιος, του εμπιστεύθηκε σπουδαία πολιτική αποστολή στο βασιλιά των Περσών Χοσρόη τον Β’. Η επιτυχία, με την οποία την εξετέλεσε, έκανε τον αυτοκράτορα να παραχωρεί κατά καιρούς στον επίσκοπο Μελιτηνης μεγάλα χρηματικά ποσά, που ο Δομετιανός τα ξόδευε στις εκκλησιαστικές ανάγκες και την ίδρυση πτωχοκομείων. Πέθανε τον Ιανουάριο του 602 μ.Χ., σε μια από τις επισκέψεις του στην Κωνσταντινούπολη. Η κηδεία του έγινε με μεγάλη επισημότητα και ενταφιάσθηκε με τιμές από τον Πατριάρχη Κυριακό στο ναό των Αγίων Αποστόλων. Λέγεται, ότι λίγο καιρό μετά, το ιερό λείψανο αυτού ανεκομίσθη στη Μελιτηνή και έκανε πολλά θαύματα.

  • Όσιος Αμμώνιος 

Τρεις ομώνυμοι ασκητές ερημίτες μνημονεύονται, που διέπρεψαν στην αγιότητα του βίου τους: ο ένας μαθητής του μεγάλου Αντωνίου, ο άλλος μαθητής του Αββά Παμβώ, που έκοψε τ’ αυτί του για να μη γίνει αρχιερέας, και ένας άλλος Αμμώνιος, που κατασκεύαζε κελιά για τους νέους προσερχόμενους μοναχούς. Όλοι έζησαν στην έρημο οσιακά και ειρηνικά απεβίωσαν. Ποιος όμως από τους τρεις μνημονεύεται εδώ δεν γνωρίζουμε.

  • Άγιος Μαρκιανός 

Ο Άγιος Μαρκιανός ήταν πρεσβύτερος και οικονόμος της Μεγάλης Εκκλησίας. Οι προγονοί του κατάγονταν από τη Ρώμη, ήλθαν όμως και εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Ο ίδιος έδρασε επί αυτοκρατόρων Μαρκιανού και Πουλχερίας, και επί Λέοντος του Θρακός, δηλαδή γύρω στο 450 – 474 μ.Χ. Ο Άγιος Μαρκιανός είχε αρχικά προσχωρήσει στην αίρεση των Ναυατιανών και αφού μετανόησε επέστρεψε στην πατρώα ευσέβεια και δαπάνησε την περιουσία του στην ανοικοδόμηση και επισκευή ναών.

Καταρτισμένος στα Ιερά γράμματα, διακρίθηκε σαν Ιερέας και οικονόμος του ναού της Αγίας Σοφίας. Η μεριμνά του για τους φτωχούς υπήρξε εξαιρετική. Επίσης με πρωτοβουλία του Μαρκιανού, κτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός της Αγίας Αναστασίας, κοντά στον μικρότερο που υπήρχε και τον οποίο δόξασε ο Γρηγόριος ο Θεολόγος με τους περίφημους λόγους του. Έπειτα πάλι με πρωτοβουλία του Μαρκιανού κτίστηκαν ο ναός της Αγίας Ειρήνης προς τη θάλασσα, ο κάτω απ’ αυτή ναός Ισιδώρου του Μάρτυρα και ο ναός του Αγίου Στρατόνικου.

Γι’ αυτή του λοιπόν την ευλάβεια, για την πολλή φιλανθρωπία και ελεημοσύνη του και την ευσεβή χρησιμοποίηση της παιδείας του, η Εκκλησία τον κατάταξε μεταξύ των Άγιων της. Η Σύναξη του Αγίου Μαρκιανού ετελείτο στο Προφητείο του Βαπτιστού Ιωάννου, κοντά στην Κινστέρνα, δηλαδή δεξαμενή, της Μωκησίας «εν τοις Δανιήλ», που ήταν κοντά στο ναό του Αγίου Μωκίου.

  • Αγία Θεοσεβία η Διακόνισσα 

Η Αγία Θεοσεβία έζησε τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Μερικοί ιστορικοί πιστεύουν ότι η Αγία Θεοσεβία ήταν σύζηγος του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, η οποία πέθανε αρκετά νέα. Ωστόσο, ο Κύριλλος Α’, πατριάρχης Ιεροσολύμων, σε ένα γράμμα του προς τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης την αναφέρει σαν αδελφή του. Πάντως, αυτό που μπορούμε να πόυμε σίγουρα είναι ότι ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος την αποκαλεί «όντως ιερά, το της Εκκλησίας καύχημα, το του Χριστού καλλώπισμα, το της καθ’ ημάς γενεάς όφελος, την γυναικών παρησσίαν και των μεγάλων μυστηρίων αξίαν».

Όσιος Αντίπας ο Αθωνίτης 

Ο Όσιος και θεοφόρος πατήρ ημών Αντίπας ο Αθωνίτης, κατά κόσμον Αλέξανδρος, γεννήθηκε στην κώμη Καλαποδέτς της Μολδαβίας το έτος 1816 μ.Χ. από πτωχούς αλλά ευσεβείς γονείς, το διάκονο Κονσταντίν Λουτσιάν και την Αικατερίνη Μανάσε, που αργότερα έγινε μοναχή με το όνομα Ελισάβετ.

Έμαθε την τέχνη του βιβλιοδέτη και ποριζόταν από αυτήν τα αναγκαία προς το ζην. Φλεγόμενος από θείο πόθο, εγκατέλειψε τον κόσμο και μετά σύντομη παραμονή στη μονή Νεάμτς κατέφυγε στον αγιώνυμο Άθωνα, όπου θεοφιλώς ασκούνταν στις ερημίες. Στην μονή του Εσφιγμένου ασκήθηκε επί τέσσερα έτη και μετά μετέβη στη σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, την επιλεγομένη Ρουμανική. Εκεί σε κάποιο ντουλάπι στα ερείπια της καλύβης του βρήκε θαυματουργό εικόνισμα της Υπεραγίας Θεοτόκου, ένα πολύτιμο θησαυρό, τον οποίο φύλαττε μέχρι του θανάτου του προς ίαση και αγιασμό των ανθρώπων που προσέτρεχαν σε αυτόν.
Ελεγκτής των ανομούντων και τηρητής αυστηρός των πατρώων παραδόσεων διέπρεψε στην αρετή και σοφία και έγινε πρότυπο των μοναχών που ποθούσαν την πνευματική τελείωση.
Κήρυξε και δίδαξε στη Ρωσία και κατέληξε στο νησί Λάντογκα, κοντά στη Φιλανδία, όπου μόνασε στη Μονή Βάλαμο. Εκεί ο Όσιος Αντίπας μετέφερε το ησυχαστικό πνεύμα του Αγίου Όρους και αφού έζησε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη το 1882 μ.Χ.
Ως προορατικός και διορατικός ασκητής αξιώθηκε πολλών μετά θάνατον θαυμάτων και το τίμιό του λείψανο στη Μονή του Βάλαμο της Ρωσσίας αναδείχθηκε πηγή ακένωτη των ιάσεων.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Νεαυγῶν θεοφόρων πατέρων σέμνωμα, τῆς Μολδαβίας φωστῆρα, Ἁγίου Ὄρους πυρσόν, καὶ πυρφόροιν Βαλαὰμ φανὸν τῆς σκήτεως, θεῖον Ἀντίπαν εὐλαβῶς, καταστέψωμεν ᾠδαῖς, ὡς λύχνον ἀδύτου φέγγους, βοῶντες· σκέδασον ζόφον, παθῶν ἡμῶν θερμαῖς πρεσβείαις σου.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Σεμνὸν οἰκήτορα ἐρήμου ὄρους Ἄθωνος, τοῦ Ἐσφιγμένου τῆς Μονῆς καὶ θείας σκήτες, τοῦ Προδρόμου διαλάμψαντα ἐν ἐσχάτοις, τοῖς καιροῖς βολαῖς ἀσκήσεως τιμήσωμεν, νυχθημέρου νῦν Ἀντίπαν τὸν θεόφρονα, πόθῳ κράζοντες· Χαίροις Πάτερ σεβάσμιε.

Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον Σου Σωτήρ.
Ποθῶν τῷ Λυτρωτῇ, καὶ Σωτῆρι συνεῖναι, ἀεὶ ἀπὸ παιδός, δήμοις συνηριθμήθης, ἀζύγων καὶ ἔλαμψας, κόσμῳ λάμψεσι πόνων σου, καὶ πυρσεύμασιν, ἀσκήσεώς σου συντόνου, θαυματόβρυτε, Ὁσίων κλέϊσμα νέων, Ἀντίπα μακάριε.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῷ κόσμῳ διέλαμψας ὥσπερ ἀστὴρ τηλαυγής, εὐχῆς διακρίσεως σκληραγωγίας σαρκός, νηστείας καὶ νήψεως, Ὅσιε Ἀθωνῖτα, θεοφόρε Ἀντίπα, βλάστημα Μολδαβίας, εὐανθὲς τῆς Ῥώσιας, διδάσκαλε καὶ τοῦ Βαλαάμ, σκήτεως σέμνωμα.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα.
Ἐγκωμιάζοντες, συντόνους πόνους σου, καὶ κατορθώματα, πρὸς ὁλοκλήρωσιν, τῆς ἀρετῆς ἐγκρατευτά, ἐν Ἄθωνι ἐκτελοῦμεν, μνήμην τὴν ἁγίαν σου, καὶ φωσφόρον τρισόλβιε, ἀσκητῶν καλλώπισμα καὶ πατέρων διάσκομε, τῶν νέων καὶ ἐκ πόθου βοῶμε· Χαῖρε Ἀντίπα θεοφόρε.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.
Νέον πίστεως, ἐπώφθης γέρας, ὄρους Ἄθωνος, σεπτὲ οἰκῆτορ, ἀνομούντων ὁ ἀμφίστομος πέλευς, καὶ ἡσυχίαν φιλούντων ἐκτύπωμα, ἀρτίως Πάτερ Ἀντίπα μακάριε, ὅθεν μνήμην σου τιμῶντες τὴν ἀεισέβαστον, τὸν σὲ καθαγιάσαντα δοξάζομεν.

Ὁ Οἶκος
Ἄθωνος νέον εὖχος, θεοφόρε Ἀντίπα, ὁσίων ἀσκητῶν κοσμιότης, ὡς φωστὴρ νεαυγὴς ὁ βολαῖς, πόνων σου συντόνων εὐσεβῶν σύλλογον, φωτίσας λῦσον ζόφωσιν, παθῶν τῶν σοὶ πιστῶς βοώντων·

Χαῖρε, ὁ γόνος τῆς Μολδαβίας·
χαῖρε, ὁ στῦλος τῆς εὐσεβείας.
Χαῖρε, πολυτίμητον Ἄθω κειμήλιον·
χαῖρε, εὐωδέστατον νήψεως λείριον.
Χαῖρε, γέρας καὶ ὀσφράδιον, ἀγωγῆς μοναδικῆς·
χαῖρε, κλέος πολυτίμητον, ἀσιτίας καὶ εὐχῆς.
Χαῖρε, ὁ ἁγιάσας Βαλαὰμ θείαν σκήτην·
χαῖρε, ὁ ἐπαυξήσας ἀληθείας τὴν δόσιν.
Χαῖρε, φανὸς ἀσκήσεως πάμφωτος·
χαῖρε, σκηπτὸς τοῦ πλάνου ἀλάστορος.
Χαῖρε, θαυμάτων παντοίων τὸ φρέαρ·
χαῖρε, ὁσίων τῆς πίστεως ἔαρ.
Χαῖρε, πάτερ σεβάσμιε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἀθωνῖτα ἐγκρατευτά, θεαυγῶν Ὁσίων, ἐκλαμψάντων ἀρτιφανῶς, κλέϊσμα τὸ νέον, Ἀντίπα ὁ ἑλκύσας, συντόνοις σου καμάτοις, χάριν τοῦ Πνεύματος.

Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Τὸν δι’ ἀγάπης καὶ σεβασμοῦ ἐλέγχοντα τοὺς ἀνομοῦντας καὶ αὐτοὺς ἐπιστρέφοντα πρὸς τὴν πιστὴν τήρησιν τοῦ νόμου, ἀσκητὴν τῆς ἀγάπης, Ἀντίπαν, οἱ πιστοὶ εὐφημήσωμεν κράζοντες· ὁ θεμέλιον ἐν βίῳ θεὶς τὸν Θεὸν τῆς ἀγάπης καὶ ἐπιποθῶν ὠφελεῖν τοὺς πλησίον ὡς καὶ διὰ τοῦ σοῦ παραδείγματος διδάσκειν τοὺς σοὶ προσιόντας, συμπαθείας καὶ ἀγάπης ἡμᾶς δεῖξον ἀρχέτυπα τοὺς τιμῶντας ἐν ὕμνοις τὴν ἀεισέβαστον μνήμην σου.

Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος β΄.
Τὸν τῆς προοράσεως κανόνα καὶ διακρίσεως γνώμονα, τὸν ἀξιωθέντα προϊδεῖν τὸ αὐτοῦ μακάριον τέλος, πνευματοφόρον ἀσκητὴν τιμήσωμεν, Ἀντίπαν παναοίδιμον· οὗτος γὰρ ἑαυτὸν καθάρας νάμασιν ἀειῤῥύτων δακρύων λευχειμονῶν εἰσῆλθεν εἰς τὰ οὐράνια σκηνώματα Ἁγίοις καὶ Ἀγγέλοις συναγάλλεσθαι· Χριστοῦ ὅθεν ὁρῶν τὴν λαμπρότητα καὶ παῤῥησίαν πρὸς Αὐτὸν ἔχων μεγίστην ὡς ἀσκητὴς ὁσιώτατος ἀδιαλείπτως Αὐτῷ πρεσβεύει ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος γ΄.
Ἀνελθῶν τὰς βαθμίδας τῆς τοῦ Θεοῦ ἐπιγνώσεως καὶ θεώσεως διὰ συντόνου ἀσκήσεως καὶ σαρκὸς κακοπαθείας κατηδάφισας τὴν ἔπαρσιν τοῦ πονηροῦ πολεμήτορος, Ἀντίπα, πατέρων Ἀθωνιτῶν ἀκροθίνιον θεωθείς, ἵθεν κατὰ μέθεξιν μὴ παύσῃ πρεσβεύων τῷ ἀγαθοδώρῳ Κυρίῳ, τῷ μόνῳ ἡμᾶς σώζειν δυναμένῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος δ΄.
Τὸν γεωργήσαντα τὴν ἔρημον τοῦ Ἄθωνος, τὸ τοῦ Ἐσφιγμένου σεμνεῖον καὶ τὴν τῶν Ῥουμάνων σκήτην τῶν ἀσκητικῶν αὐτοῦ κατορθωμάτων τοῖς ῥεύμασιν, Ἀντίπαν τὸν θεοτίμητον ὑμνήσωμεν· οὗτος γὰρ ὁσίως πολιτευσάμενος καὶ ἐν τῇ σκήτῃ τοῦ Βαλαὰμ ἡρέμως τὴν ψυχὴν παραδοὺς εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος ἀπῆλθε Χριστῷ συνεῖναι καὶ πρεσβεύειν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Όσιος Μακάριος ο εκ Ρωσίας Ο Όσιος Μακάριος της Πίσμα έζησε κατά τον 14ο και 15ο αιώνα μ.Χ. Τα πρότυπά του ήταν ο Άγιος Σέργιος του Ραντονέζ και ο Όσιος Παύλος της Ομπνόρα. Έτσι ακολούθησε την ερημική ζωή και διακρίθηκε για την αγιότητα και αυστηρότητα του βίου του. Ο Όσιος Μακάριος κοιμήθηκε με ειρήνη.

  • Όσιος Παύλος ο εκ Ρωσίας 

Ο Όσιος Παύλος της Ομπνόρα γεννήθηκε στη Μόσχα περί το έτος 1317 μ.Χ. Η αγάπη του προς το μοναχικό βίο οδήγησε τα βήματά του σε μονή της περιοχής Πριλούκι της Ρωσίας. Στους ασκητικούς του αγώνες μιμήθηκε τον Άγιο Σέργιο του Ραντονέζ και έγινε από τους πιο ονομαστούς και αγαπημένους στάρετς (Γέροντες) της Ρωσίας. Ο Όσιος Παύλος κοιμήθηκε με ειρήνη το 1429 σε ηλικία 112 ετών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου