- Δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος και Άννα η Προφήτιδα
- Άγιοι Σταμάτιος και Ιωάννης οι αυτάδελφοι και ο συνοδίτης αυτών Νικόλαος οι Νεομάρτυρες εκ Σπετσών
- Άγιοι Αδριανός και Εύβουλος
- Άγιος Βλάσιος ο Βουκόλος
- Προφήτης Αζαρίας
- Άγιοι Παύλος και Σίμων οι Μάρτυρες
- Όσιος Κλαύδιος
- Άγιος Κελερίνος ο Μάρτυρας
- Άγιος Λαυρέντιος Αρχιεπίσκοπος Καντουαρίας
- Όσιος Ανσέριος Απόστολος της Δανίας και της Σκανδιναβίας
- Άγιος Ρωμανός ο Πρίγκιπας
- Άγιος Ιάκωβος Αρχιεπίσκοπος Σερβίας
- Άγιος Συμεών εκ Ρωσίας
- Όσιος Σάββας ο Πνευματικός
- Όσιος Παύλος εκ Ρωσίας
- Άγιος Νικόλαος Κασάτκιν Επίσκοπος Ιαπωνίας ο Ισαπόστολος
- Άγιος Ιγνάτιος Επίσκοπος Μαριουπόλεως
- Αγία Βερβούργα
***********************************************************************************
- Δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος και Άννα η Προφήτιδα
Ο Συμεών κατοικούσε στην Ιερουσαλήμ. Ήταν δίκαιος, ευλαβής και φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα, που του είχε φανερώσει ότι δε θα πέθαινε πριν δει το Χριστό. Η χαρμόσυνη αυτή πληροφορία τον εμψύχωνε ως τα βαθειά γεράματα του. Τέλος, ακριβώς σαράντα μέρες μετά τη γέννηση του Ιησού, το Πνεύμα τον πληροφόρησε ότι έπρεπε να πάει στο Ιερό. Ετοιμάστηκε, λοιπόν, με νεανική ζωηρότητα, πήγε εκεί και στάθηκε στην πόρτα, γεμάτος ευχαρίστηση και αγαλλίαση. Μέσα στην προσδοκία αυτή, φάνηκαν να έρχονται ο Ιωσήφ με την Παρθένο, που κρατούσε τον Ιησού. Ο Συμεών, πληροφορημένος από το Πνεύμα ότι το βρέφος αυτό είναι ο Χριστός, τρέχει και παίρνει τον Ιησού στην αγκαλιά του. Τον κρατάει ευλαβικά και, αφού καλά – καλά παρατήρησε το νήπιο και δέχθηκε όλη την ιλαρότητα της θείας μορφής του, ύψωσε το βλέμμα του επάνω και είπε ευχαριστώντας το Θεό: «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη· ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις άποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ». Τώρα, δηλαδή, πάρε την ψυχή μου Δέσποτα, σύμφωνα με το λόγο σου, ειρηνικά, διότι τα μάτια μου είδαν αυτόν που θα φέρει τη σωτηρία που ετοίμασες για όλους τους λαούς και θα είναι γι’ αυτούς φως, που θα αποκαλύψει τον αληθινό Θεό και θα δοξάσει το λαό σου Ισραήλ.
Η Προφήτιδα Άννα ήταν θυγατέρα του Φανουήλ και καταγόταν από τη φυλή του Ασήρ, ογδόου γιου του Ιακώβ. Παντρεύτηκε πολύ νέα, και μετά επτά χρόνια έμεινε χήρα. Από κει και πέρα έζησε μόνη της, χωρίς να έλθει πλέον σε νέο γάμο. Παρηγοριά και ευχαρίστηση της ήταν η προσευχή, η νηστεία, η ανάγνωση των Γραφών, η φιλανθρωπία και η συχνή παρουσία της στο Ιερό σ’ όλες τις πρωινές και εσπερινές δεήσεις. Για τον τρόπο αυτό της ζωής της, το Άγιο Πνεύμα μετέδωσε στην Άννα το προφητικό χάρισμα. Αξιώθηκε μάλιστα, αν και 84 ετών τότε να υποδεχθεί στο Ναό μαζί με τον δίκαιο Συμεών, το θείο Βρέφος. Κατά τη συνάντηση εκείνη, η καρδιά της Άννας υπερχάρηκε και σκίρτησε. Πλησίασε, προσκύνησε το παιδί και κατόπιν, αφού ευχαρίστησε και δοξολόγησε και αυτή το Θεό, διακήρυττε ότι ήλθε ο Μεσσίας προς όλους, οι όποιοι ζούσαν περιμένοντας με ειλικρινή ευσέβεια τη λύτρωση του Ισραήλ.
Η μνήμη της Προφήτιδας Άννας επαναλαμβάνεται στις 28 Αυγούστου.
Η Σύναξή τους ετελείτο στο Αποστολείο Ιακώβου του Αδελφοθέου, που ήταν παρεκκλήσιο του ναού της Θεοτόκου Ευουρανιωτίσσης.
Τα Λείψανα του Αγίου Συμεών, άγνωστο πότε, μεταφέρθηκαν από την Παλαιστίνη στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκαν στο Ναό της Παναγίας των Χαλκοπρατείων, όπου φυλάσσονταν και τα Λείψανα του Αποστόλου Ιακώβου του Αδελφοθέου και του Προφήτου Ζαχαρίου, πατρός του Προδρόμου. Από εκεί αφαιρέθηκαν το 1204 μ.Χ., πέντε ημέρες μετά την άλωση της Πόλεως από τους Φράγκους, από τους Βενετούς Πέτρο Steno, Άγγελο Drusiano και Ανδρέα Balduino και μεταφέρθηκαν στη Βενετία. Μετά την αναγνώριση του 1317 μ.Χ. τα Λείψανα τοποθετήθηκαν σε μαρμάρινη σαρκοφάγο, η οποία το 1733 μ.Χ. τοποθετήθηκε κάτω από την Αγία Τράπεζα του προς τιμήν του Ναού, όπου και σήμερα φυλάσσονται.
Λείψανα του Αγίου Συμεών φυλάσσονται επίσης στο Ναό Aix La Chapelle, στο Άαχεν της Γερμανίας.
Ἀπολυτίκιον(Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν Ὕπερθεον Λόγον σάρκα γενόμενον, ἐνηγκαλίσω ὡς βρέφος ἐν τῷ Ναῷ τοῦ Θεοῦ, Θεοδόχε Συμεὼν Πρεσβῦτα ἔνδοξε, ὅθεν καὶ Ἄννα ἡ σεπτή, ἀνθομολόγησιν αὐτῶ, προσήγαγεν ὠς Προφήτις, ὅθεν ὑμᾶς εὐφημοῦμεν, οἴα Χριστοῦ θείους θεράποντος.
Κοντάκιον
Ἦχος α’.
Ὁ μήτραν παρθενικὴν ἁγιάσας τῷ τόκῳ σου, καὶ χεῖρας τοῦ Συμεὼν εὐλογήσας ὡς ἔπρεπε, προφθάσας καὶ νῦν ἔσωσας ἠμᾶς Χριστὲ ὁ Θεός. Ἀλλ’ εἰρήνευσον ἐν πολέμοις τὸ πολίτευμα, καὶ κραταίωσον Βασιλεῖς οὓς ἠγάπησας, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.
- Άγιοι Σταμάτιος και Ιωάννης οι αυτάδελφοι και ο συνοδίτης αυτών Νικόλαος οι Νεομάρτυρες εκ Σπετσών
Οι Άγιοι Νεομάρτυρες Σταμάτιος, Ιωάννης και Νικόλαος κατάγονταν από τις Σπέτσες και μαρτήρησαν υπέρ του Ονόματος του Χριστού στη Χίο, το έτος 1822 μ.Χ. Από αυτούς οι δύο πρώτοι, ο Σταμάτιος και ο Ιωάννης, ήσαν αδελφοί. Ο πατέρας τους ονομαζόταν Θεόδωρος Γκίνης και η μητέρα τους Ανέζω. Κατά το έτος 1822 μ.Χ. οι Άγιοι ξεκίνησαν το ταξίδι τους για την Κωνσταντινούπολη μαζί με άλλους πέντε ναυτικούς, που ασχολούνταν με το εμπόριο, μεταξύ των οποίων ήταν και ο συναθλητής αυτών Νικόλαος. Η σφοδρή θαλασσοταραχή τους ανάγκασε να προσαράξουν απέναντι από τη Χίο, σε παραλία της Μικρασιατικής γης που ονομαζόταν Τσεσμέ. Αφού εξήλθαν στην ξηρά, φοβούμενοι τους Τούρκους, εμπιστεύτηκαν την ζωή τους σε κάποιον Χριστιανό, τον οποίο παρακάλεσαν να μεριμνήσει, δίδοντάς του αμοιβή για την εξεύρεση υλικών, προκειμένου να επισκευάσουν τα χαλασμένο πλοιάριό τους. Όμως αυτός τους πρόδωσε στον αγά και οδήγησε εναντίων τους, τους Τούρκους στρατιώτες, οι οποίοι τους κατεδίωξαν. Από τους επτά οι δύο φονεύθηκαν, άλλοι δε δύο έφυγαν διά θαλάσσης. Οι Οθωμανοί, εξαγριωμένοι, συνέλαβαν τους δύο αδελφούς, Σταμάτιο και Ιωάννη και τον γέροντα πλοίαρχο Νικόλαο. Ο πασάς, αφού τους ανέκρινε, έδωσε εντολή να φυλακίσουν τους δύο αδελφούς και να αποκεφαλίσουν το Νικόλαο στην εκτός του κάστρου πεδιάδα.
Οι Τούρκοι προέτρεπαν το Νικόλαο να αλλαξοπιστήσει, για να γλυτώσει τον θάνατο και να κερδίσει την ζωή, εκείνος όμως απάντησε με θάρρος ότι δεν αρνείται την πίστη του. Έτσι, ομολογώντας τον Χριστό, δέχθηκε το στεφάνι του μαρτυρίου, αφού απέκοψαν την τίμια κεφαλή αυτού. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να εξισλαμίσουν και τους δύο αδελφούς. Παρά τις μεθοδικές και επίμονες προσπάθειες αυτών, επί επτά συνεχείς ημέρες, δεν κατάφεραν τίποτε. Οι Μάρτυρες βρήκαν την ευκαιρία και απέστειλαν κρυφά έγγραφη την εξομολόγησή τους προς τον Μητροπολίτη Χίου, ο οποίος τους έδωσε την ευλογία του, για να προχωρήσουν προς τον δρόμο του μαρτυρίου με πνευματική ανδρεία. Κοινωνήσαντες δε των Αχράντων Μυστηρίων, των οποίων την αποστολή οικονόμησε ο Επίσκοπος διά γυναικός , ήσαν έτοιμοι για την μεγάλη θυσία. Προσαχθέντες ενώπιον του πασά, διεκήρυξαν και πάλι την ακλόνητη πίστη τους στον Χριστό και πορευόμενοι προς το μαρτύριο φώναξαν προς το πλήθος: «Χριστιανοί είμεθα, για τον Χριστό πηγαίνουμε στον θάνατο». Έτσι δέχθηκαν τους στέφανους του μαρτυρίου, αποκεφαλισθέντες, ο μεν νεομάρτυρας Σταμάτιος σε ηλικία 18 ετών, ο δε νεομάρτυρας Ιωάννης σε ηλικία 22 ετών.
- Άγιοι Αδριανός και Εύβουλος
Οι Άγιοι αυτοί μάρτυρες κατάγονταν από τη χώρα Βανέα (δηλαδή τη χώρα της Αρμενίας γύρω από τη λίμνη Βαν). Αυτοί λοιπόν, θέλησαν να δουν από κοντά τους Μάρτυρες και Ομολογητές του Χριστού της Καισαρείας και γι’ αυτό αναχώρησαν για την πόλη αυτή. Εκεί φανερώθηκαν ότι είναι Χριστιανοί και αμέσως οδηγήθηκαν στον άρχοντα Φιρμιλιανό, όπου με πολύ θάρρος ομολόγησαν τον Χριστό. Τότε τους έδειραν ανελέητα στη ράχη και τα πλευρά. Αλλά και πάλι, όταν για δεύτερη φορά οδηγήθηκαν στον άρχοντα, ομολόγησαν τον Χριστό. Εξοργισμένος ο άρχοντας, τους έριξε τροφή στα θηρία. Και ο μεν Αδριανός, θηριομάχησε με λιοντάρι και επειδή στάθηκε αβλαβής, αποκεφαλίσθηκε. Την ίδια ακριβώς διαδικασία υπέστη και ο Εύβουλος, το τέλος και αυτού ήταν ο αποκεφαλισμός. Έτσι και οι δύο μαζί πήραν τα αμάραντα στεφάνια της αιώνιας δόξας.
- Άγιος Βλάσιος ο Βουκόλος
Ο Άγιος Μάρτυς Βλάσιος καταγόταν από την Καισάρεια της Καππαδοκίας και γεννήθηκε από πλούσιους και φιλάνθρωπους γονείς. Οι επαγγελματικές ανάγκες της οικογένειάς του τον ανάγκασαν να απομακρυνθεί για λίγο από την Καισάρεια. Όταν έγινε διωγμός εναντίων των Χριστιανών, οι ειδωλολάτρες τον καταζητούσαν ως Χριστιανό, αλλά δεν τον εύρισκαν. Η μητέρα του, που ποθούσε τη σωτηρία του, του συνέστησε να ακολουθήσει τον δρόμο της φυγής. Αλλά ο Άγιος αρνήθηκε. Τόσοι άλλοι μαρτυρούσαν. Γιατί, λοιπόν, αυτός να δραπετεύσει; Έτσι, προσήλθε με προθυμία και παραδόθηκε στους διώκτες του, τους οποίους και φιλοξένησε και περιποιήθηκε σαν να ήταν ευεργέτες του.
Τον συνέλαβαν και αφού τον μαστίγωσαν τον έριξαν μέσα σε κοχλαζόμενο λέβητα, όπου διέμεινε πέντε ημέρες χωρίς να πάθει τίποτα. Η χάρη του Θεού διαφύλαξε τον Άγιο σώο και αβλαβή. Έτσι, πολλοί στρατιώτες, που είδαν το θαύμα, πίστεψαν στον Χριστό και βαπτίσθηκαν από τον Άγιο με το νερό του λέβητα.
Μόλις πληροφορήθηκε ο ηγεμόνας το γεγονός αυτό, έστειλε εκεί άλλους στρατιώτες να βγάλουν το Άγιο Βλάσιο από τον λέβητα. Όταν όμως και αυτοί έφθασαν εκεί και είδαν το θαύμα, πίστεψαν στον Χριστό. Έπειτα πήγε εκεί και ο ίδιος ο ηγεμόνας, για να δει τον Άγιο μέσα στον λέβητα με το βρασμένο νερό. Επειδή δε, νόμιζε ότι το νερό είχε κρυώσει, ζήτησε να αντλήσουν από αυτό, για να νίψει τα μάτια του. Μόλις όμως έκανε αυτή την ενέργεια, αμέσως τυφλώθηκε και συγχρόνως ξεψύχησε.
Έτσι, ο Άγιος αφέθηκε ελεύθερος. Αμέσως επισκέφθηκε την οικογένειά του και στη συνέχεια παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό. Εκείνοι δε που κατά τύχη παρευρίσκονταν εκεί, κατά την τελείωσή του, είδαν τη μακαρία του ψυχή, που βγήκε από το στόμα του, σαν περιστερά λευκή και απαστράπτουσα, και πέταξε στον ουρανό.
- Προφήτης Αζαρίας
Ο Προφήτης Αζαρίας ήταν γιος του Ωδήδ (ή Aδδώ) και έζησε στα χρόνια της βασιλείας του Ασά (910-870 π.Χ.) γιού και διαδόχου του Αβιά στο βασίλειο του Ιούδα. Καταγόταν από την γη Σεμβαθά και κήρυττε στον λαό την ευσέβεια.
Ο Ασά υποστήριξε τη λατρεία του αληθινού θεού, οχύρωσε καλά την Ιουδαία και εξόπλισε και εκγύμνασε καλά 500.000 πολεμιστές. Σύμφωνα λοιπόν με τη διήγηση του βιβλίου Β’ Παραλειπομένων Κεφ. ιδ’- ιε’, εξήλθε κατά της Ιουδαίας Ζερά ο Αιθίοψ. Λέγεται ότι πρόκειται για τον Φαραώ Οσορκόν Α’ της 223 Αιγυπτιακής δυναστείας, διάδοχο του Σησάκ, που νίκησε τον βασιλιά του Ιούδα Ροβοάμ. Ο Φαραώ διέθετε εκατομμύρια στρατού και 300 πολεμικά άρματα. Ο Ασά, προ της μάχης, έκανε θερμότατη προσευχή προς τον Θεό.
Όταν λοιπόν, νίκησε, ο Αζαρίας, εμπνευσμένος από το Πνεύμα το Άγιο, πήγε στον βασιλιά Ασά και στο λαό και είπε: «Ακούστε με συ ο βασιλιάς Ασά και όλος ο λαός των φυλών του Ιούδα και του Βενιαμίν. Ο Κύριος θα είναι μαζί σας, όταν σεις θα προσέχετε να είστε μαζί Του, λατρεύοντας το όνομα Του και τηρώντας τις εντολές Του. Όταν Τον ζητάτε θα Τον βρίσκετε. Αν όμως Τον εγκαταλείψετε, θα σας εγκαταλείψει και Αυτός». Λόγια πολυτιμότατα για κάθε Κράτος και για κάθε λαό. Ο Αζαρίας πέθανε ειρηνικά και τάφηκε στον αγρό του.
- Άγιοι Παύλος και Σίμων οι Μάρτυρες
Οι Άγιοι Παύλος και Σίμων μαρτύρησαν διά ξίφους. Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον βίο των Αγίων Μαρτύρων.
- Όσιος Κλαύδιος
Ο Όσιος Κλαύδιος απεβίωσε ειρηνικά. Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον βίο του Οσίου.
- Άγιος Κελερίνος ο Μάρτυρας
Ο Άγος Κελερίνος καταγόταν από την Αφρική. Κατά τον διωγμό των Χριστιανών επί αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.) βρισκόταν στην Ρώμη, όπου συνελήφθη και ερρίφθη σε σκοτεινή φυλακή, από την οποία όμως απολύθηκε και επανήλθε στην Καρχηδόνα. Εκεί ο Άγιος Κυπριανός τον χειροτόνησε διάκονο. Ο Πάπας Ρώμης Κορνήλιος (251-253 μ.Χ.) και ο ιερός Αυγουστίνος εγκωμιάζουν τον Άγιο Κελερίνο, ο οποίος είναι άγνωστο πότε κοιμήθηκε. Τιμάται ως Μάρτυς για τις κακουχίες του στη Ρώμη.
- Άγιος Λαυρέντιος Αρχιεπίσκοπος Καντουαρίας
Ο Άγιος Λαυρέντιος (Laurence) ήταν Αγγλοσάξονας και έζησε περί τα μέσα του 6ου και τις αρχές του 7ου αιώνα μ.Χ. Συνόδευσε τον Άγιος Αυγουστίνο (τιμάται 26 Μαΐου) και εργάσθηκε για την διάδοση της Ορθοδόξου πίστεως στη νότια Αγγλία. Ο Άγιος διαδέχθηκε στη θέση του Αρχιεπισκόπου Καντουαρίας, τον Άγιο Αυγουστίνο και παρέμεινε στον θρόνο μέχρι της κοιμήσεώς του, το έτος 619 μ.Χ.
- Όσιος Ανσέριος Απόστολος της Δανίας και της Σκανδιναβίας
Ο Άγιος Ανσέριος γεννήθηκε στην Πικαρδία στις αρχές του 9ου αιώνα μ.Χ. Έμεινε ορφανός και ανατράφηκε στο μοναστήρι της Κορβίας, όπου και έγινε μοναχός και έλαβε την εντολή να εργασθεί ιεραποστολικά στους λαούς που δεν είχαν γνωρίσει τον Χριστό. Ο Άγιος κήρυξε τον λόγο του Θεού στις χώρες τις Βαλτικής. Λίγο αργότερα εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος των νέων χωρών, στις οποίες εργάζεται ιεραποστολικά, με έδρα το Αμβούργο. Το ιεραποστολικό έργο συνεχίζεται μέσα από την άσκηση, την προσευχή, την ποιμαντική δράση και τη φιλανθρωπία.
Όταν, το έτος 845 μ.Χ., το Αμβούργο καταλαμβάνεται από τους Νορμανδούς, ο Άγιος Ανσέριος αναγκάζεται να εγκαταλείψει την έδρα του προσωρινά και να περιοδεύσει στις χώρες του Βορρά. Μετά δύο χρόνια, επέστρεψε στην έδρα του, που τώρα είχε συνενωθεί με την πόλη της Βρέμης, μετά από απόφαση της Συνόδου της Μαγεντίας. Ο Άγιος συνεχίζει την ιεραποστολική δραστηριότητά του και βαπτίζει Χριστιανό τον βασιλέα της Δανίας Χόριχ και τον διάδοχό του που ήταν ειδωλολάτρης και είχε κινήσει διωγμό εναντίων των Χριστιανών. Ο Όσιος Ανσέριος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 865 μ.Χ.
- Άγιος Ρωμανός ο Πρίγκιπας
Ο Άγιος Ρωμανός του Ούγκλιχ ήταν υιός του ηγεμόνα Βλαντιμήρ Κωνσταντίνοβιτς και γεννήθηκε το 1235 στη Ρωσία. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1285 μ.Χ.
- Άγιος Ιάκωβος Αρχιεπίσκοπος Σερβίας
Ο Άγιος Ιάκωβος έζησε στην Σερβία και εξελέγη Αρχιεπίσκοπος αυτής κατά τον 13ο αιώνα μ.Χ.
- Άγιος Συμεών εκ Ρωσίας
Ο Άγιος Συμεών έζησε τον 13ο αιώνα μ.Χ. και εξελέγη Επίσκοπος της πόλεως Τβερ της Ρωσίας. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1289 μ.Χ.
- Όσιος Σάββας ο Πνευματικός
Είναι άγνωστος ο τόπος καταγωγής του Οσίου Σάββα. Ασκήτεψε στην ιερά μονή του Τιμίου Προδρόμου της νήσου των Ιωαννίνων περί τα μέσα του 15ου αιώνα μ.Χ. και υπήρξε πνευματικός καθοδηγητής των Οσίων Νεκταρίου και Θεοφάνους των Αψαράδων (τιμούνται 17 Μαΐου). Ήταν γόνος αρχοντικής οικογένειας και από μικρή ηλικία αγάπησε την πτωχεία του Ιησού Χριστού και έζησε μέχρι την τελευταία του πνοή ως ένας ταπεινός και πτωχός ερημίτης. Ποτέ δεν είδαν τον Όσιο να θυμώσει, να κατακρίνει και να μνησικακεί, ενώ η καρδιά του πλημμύριζε από ταπείνωση, για την οποία ο ίδιος έλεγε: «Η ταπεινοφροσύνη είναι η πέτρα η στερεά και άρρηκτη επί της οποίας οικοδομείται η πνευματική ζωή». Ο ασκητικός του βίος ήταν πολύ αυστηρός. Κάθε βράδυ προσευχόταν μέχρι το πρωί. Η τροφή του ήταν ελάχιστη και λιτή. Κρέας, ψάρι και τυρί δεν δέχθηκε ποτέ στο τραπέζι του, ενώ ποτέ δεν έριξε στο φαγητό του σταγόνα από λάδι. Ο Όσιος Σάββας κοιμήθηκε με ειρήνη το 1505 μ.Χ. Όταν παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο, άρρητη ευωδία ανέβλυσε από το τίμιο σκήνωμά του. Ο Όσιος ενταφιάσθηκε στη μονή του Τιμίου Προδρόμου της νήσου των Ιωαννίνων. Στη μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Ρουσάνου Μετεώρων φυλάσσεται με ευλάβεια ιερό λείψανο του Οσίου.
- Όσιος Παύλος εκ Ρωσίας
Όσιος Παύλος, μαθητής του Αγίου Παϊσίου (Βελιτσκόφσκυ) ασκήτεψε στη μονή Σιμονώφ της Ρωσίας και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1825 μ.Χ.
- Άγιος Νικόλαος Κασάτκιν Επίσκοπος Ιαπωνίας ο Ισαπόστολος
Ο Άγιος Νικόλαος, κατά κόσμο Ιωάννης Ντιμιτρέβιτς Κασάτκιν, γεννήθηκε την 1η Αυγούστου 1836 μ.Χ. στο χωριό Μπεργιοζόβσκυ του Μπελσκ, κοντά στην περιοχή του Σμολένσκ. Οι γονείς του ονομάζονταν Δημήτριος και Ξένη και ήσαν ευσεβείς και φιλόθεοι. Έτσι ο Άγιος αγάπησε τον εκκλησιαστικό βίο από την παιδική του ηλικία και έκανε τα πρώτα του βήματά του μέσα στην Εκκλησία με την βοήθεια του πατέρα του, ο οποίος ήταν ιερεύς. Όταν ο Ιωάννης μεγάλωσε, πήγε στο τοπικό δημοτικό σχολείο και μετά στο εκκλησιαστικό σεμινάριο του Μελίνσκι. Αφού αποφοίτησε μεταξύ των πρώτων, συνέχισε τις σπουδές του στη θεολογική ακαδημία της Αγίας Πετρουπόλεως, από την οποία τελείωσε το έτος 1861 μ.Χ.
Στην Ιαπωνία, λίγο μετά την άφιξη των Πορτογάλων Ιησουιτών στο νότιο άκρο τον 17ο αιώνα μ.Χ., οι Ολλανδοί έμποροι είχαν πείσει την κυβέρνηση πως πρέπει η χώρα να προφυλαχθεί από την ολέθρια επιρροή των ξένων. Το αποτέλεσμα ήταν να κλείσουν τα λιμάνια για όλους εκτός από τους εμπόρους αυτούς. Για διακόσια χρόνια κράτησε η πολιτική του απομονωτισμού, που άρχισε σιγά – σιγά να υποχωρεί. Έτσι δόθηκε στον Άγιο Νικόλαο η ευκαιρία να κηρύξει το Ευαγγέλιο στην Άπω Ανατολή.
Στο Χακοντάτε, λιμάνι της βόρειας Ιαπωνίας, εγκαταστάθηκε Ρωσική Πρεσβεία και το προσωπικό της χρειαζόταν εφημέριο. Ο Ιωάννης, που πριν τελειώσει την ακαδημία είχε καρεί μοναχός, είχε μετονομασθεί σε Νικόλαο και είχε χειροτονηθεί Πρεσβύτερος το 1860 μ.Χ. από τον Μητροπολίτη Νόβγκοροντ και Αγίας Πετρουπόλεως Γρηγόριο, ήταν εκείνος που με χαρά δέχθηκε να εργαστεί ιεραποστολικά στην Ιαπωνία. Και έτσι το 1861 μ.Χ., σε ηλικία 26 ετών, ο νεαρός ιερομόναχος ξεκίνησε χωρίς συνοδεία και ταξίδεψε στην Σιβηρία. Έτσι έφθασε στο Χακοντάτε ως εφημέριος του διπλωματικού σώματος. Από εκεί έστειλε γράμμα στον Μητροπολίτη της Αγίας Πετρουπόλεως περιγράφοντας τον πολιτισμό, την ευγένεια και τον λεπτό χαρακτήρα των Ιαπώνων. Τους θαύμαζε γι’ αυτά και όμως συγχρόνως τους λυπόταν, επειδή τους έλειπε το κυριότερο: η Ορθόδοξη πίστη.
Στο Χακοντάτε δεν τον είχαν υποδεχθεί θερμά ούτε οι Ρώσοι ούτε οι Ιάπωνες. Ειδικά οι τελευταίοι, εξ’ αιτίας του χρόνιου απομονωτισμού τους, δεν είχαν την διάθεση να ακούσουν το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Αυτό αποθάρρυνε κάπως το Νικόλαο. Στις 9 Σεπτεμβρίου του 1861 μ.Χ., όμως, δέχθηκε της επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Ιννοκεντίου, ιεραποστόλου της Αμερικής. Εκείνος τον επετίμησε για τον φθίνοντα ενθουσιασμό του και τον συμβούλεψε να μάθει την ιαπωνική γλώσσα. Έτσι και έγινε. Ο Άγιος Νικόλαος έμαθε την γλώσσα και άρχισε να κηρύττει. Κάποια βραδιά, λοιπόν, καθώς μελετούσε στο κελί του, βλέπει ένα σαμουράι να ορμά στο δωμάτιό του με το σπαθί στο χέρι. Θα τον έσφαζε, του είπε, εάν δεν σταματούσε να «διαφθείρει» με τα κηρύγματά του τους ντόπιους. Ταπεινά ο Άγιος Νικόλαος δέχθηκε να πεθάνει, αν όμως πρώτα ο επίδοξος δολοφόνος του θα μάθαινε τι μελετούσε την ώρα εκείνη. Ο σαμουράι άφησε το σπαθί του, για να ακούσει τι είχε να του πει ο Άγιος. Και έτσι αυτός άρχισε να του εξηγεί την δημιουργία του σύμπαντος από τον Θεό, το σχέδιο της Θείας Οικονομίας και πως ο Χριστός ήλθε στον κόσμο για να σώσει τον άνθρωπο. Το αποτέλεσμα ήταν, ο παραλίγο δήμιός του να κατηχηθεί και να βαπτισθεί. Λίγα χρόνια αργότερα ο σαμουράι Τακούμα Σαβάμπε έγινε ο πατήρ Παύλος, ο πρώτος Ορθόδοξος Ιάπωνας ιερέας. Ακολούθησαν χρόνια ιεραποστολικής δράσεως, μεταφράσεως λειτουργικών βιβλίων και της Αγίας Γραφής και έντονης κατηχητικής διακονίας.
Το έτος 1880 μ.Χ., μετά από πολλά χρόνια ιεραποστολικής δράσεως, εξελέγη και χειροτονήθηκε Επίσκοπος της Ορθόδοξης Ιαπωνικής Εκκλησίας της Ρωσικής Διασποράς. Το ιεραποστολικό του έργο ήταν πολύ μεγάλο. Κατήχησε και βάπτισε χιλιάδες ανθρώπους. Φρόντισε για την ανέγερση ναών, την πνευματική καλλιέργεια και την λειτουργική αγωγή του εφημεριακού κλήρου. Ο ίδιος έλεγε χαρακτηριστικά: «Ο Ορθόδοξος ιεραπόστολος οφείλει να έχει ανοιχτές τις πόρτες του σπιτιού του, γι’ αυτούς που επιθυμούν μια προσωπική επικοινωνία και να μεταβαίνει πρόθυμα όπου υπάρχει δυνατότητα μεταδόσεως του Ευαγγελίου». Ο Άγιος Νικόλαος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1912 μ.Χ.
- Άγιος Ιγνάτιος Επίσκοπος Μαριουπόλεως
Ο Άγιος Ιγνάτιος γεννήθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα μ.Χ. στο νησί Θέρμη. Μάλλον πρόκειται για το νησί των Κυκλάδων Κύθνο, που ονομαζόταν και Θερμιά, λόγω των εκεί θερμών ιαματικών πηγών. Ήταν γόνος της γνωστής και ευσεβούς οικογενείας Γεζεδινού.
Νέος μετέβη στο Άγιον Όρος, στη μονή Βατοπαιδίου. Εκεί μόναζε και ένας κοντινός συγγενής του. Αγαπώντας ολόκαρδα τη μοναχική πολιτεία, εγκατέλειψε κάθε κοσμική ματαιότητα και εκάρη μοναχός με το όνομα Ιγνάτιος. Αργότερα χειροτονήθηκε ιερέας.
Για την αρετή του κλήθηκε να ποιμάνει ένα απομακρυσμένο ποίμνιο, που βρισκόταν κάτω από σκληρό ταταρικό ζυγό. Το 1769 μ.Χ. χειροτονήθηκε επίσκοπος Γκοτφέϊ και Κεφάϊ της Κριμαίας. Χαρακτηρίζεται ως καλοκάγαθος και ακαταπόνητος ιεράρχης, που κατέκτησε την αγάπη και τον σεβασμό του ταλαιπωρημένου ποιμνίου του. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως του έδωσε για την καλή διακονία του, τον τίτλο του αρχιεπισκόπου και τον έκανε μέλος της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Οι σύγχρονοι του τον χαρακτηρίζουν ως άνδρα, τίμιο, ευσεβή, ηθικό, ταπεινό, αγνό, άγρυπνο. Είχε ήρεμη εξωτερική όψη, αγγελική συμπεριφορά, ήταν έμπειρος στις εκκλησιαστικές υποθέσεις, και είχε φυσικά ταλέντα και πολλές ικανότητες. Με τα προσόντα αυτά έμελλε να γίνει ο νέος Μωϋσής υπόδουλου ποιμνίου του. Πραγματοποίησε το δύσκολο και μεγάλο έργο της εξόδου των Ορθοδόξων Ελλήνων από την Κριμαία, που ήταν υπό τον ζυγό των Τατάρων, στη χριστιανική γη της Αζοφικής, που βρισκόταν υπό τη ρωσική κυριαρχία. Προσευχόμενος με δάκρυα στον Θεό για τον κατατρεγμό του ποιμνίου του επί έτη, αποφάσισε την αναχώρηση. Είχε συνειδητοποιήσει καλά τον άμεσο κίνδυνο των Ορθοδόξων χριστιανών από πνευματική και φυσική εξόντωση. Άρχισε μυστικές συνομιλίες με τη ρωσική κυβέρνηση και πέτυχε να καταλογραφηθούν οι χριστιανοί της Κριμαίας Ρώσοι υπήκοοι.
Μετά από τη Θεία Λειτουργία της 23 Απριλίου 1778 μ.Χ. στη σπηλαιώδη εκκλησία της Σκήτης Κοιμήσεως της Θεοτόκου κάλεσε τους πιστούς να ετοιμασθούν για την έξοδό τους από τη γη της δουλείας και της μακροχρόνιας ταπεινώσεως. Έμπιστοι άνθρωποι ανήγγειλαν σε όλους τους πιστούς της χερσονήσου την ακριβή αναχώρηση. Οι ταταρικές αρχές δεν έμαθαν τίποτε για το επικείμενο γεγονός, και έτσι δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν τα πλήθη. Αναγκάσθηκαν να αφήσουν τις περιουσίες τους, τις οικίες και τα κτήματά τους, τις εκκλησίες και τους πατρογονικούς τάφους. Τον Ιούνιο του 1778 μ.Χ. άρχισε η μεγάλη και δύσκολη πορεία. Βαστούσαν την εικόνα της Παναγίας του Μπαχτσισαράϊ πού τους προστάτευε. Πνευματικός τους ηγέτης ήταν ο επίσκοπος Ιγνάτιος. Περίπου 50.000 Έλληνες εγκατέλειψαν την τουρκοταταροκρατούμενη Κριμαία. Για το θάρρος, την τόλμη, την ανδρεία και τον άθλο του η αυτοκράτειρα Αικατερίνη απένειμε στον γενναίο και σοφό ιεράρχη το υψηλό παράσημο· «το αδαμάντινο εγκόλπιο της Παναγίας. Με τις προσευχές του καλού και πιστού ποιμένος τους οι πρόσφυγες ξεπέρασαν πολλές δυσκολίες, ελλείψεις και ασθένειες της μακράς πορείας τους. Όταν παρουσιάσθηκε μία άγνωστη, φοβερή επιδημία κατά την οδοιπορία, ο άγιος ιεράρχης προσευχήθηκε θερμά στον άγιο Χαράλαμπο τον θαυματουργό, ο οποίος του εμφανίσθηκε σε όραμα, και συνέδραμε τον λαό».
Στη ρωσική ακτή της Αζοφικής, όπου εγκαταστάθηκαν οι Έλληνες με την ευλογία του μητροπολίτου Ιγνατίου, θεμελιώθηκε η μεγάλη και ωραία πόλη Μαριούπολη, που αφιερώθηκε στην Παναγία και είχε γύρω της 23 ελληνικά χωριά. Στη Μαριούπολη δημιουργήθηκε νέα μητρόπολη υπό την πνευματική εποπτεία του σεβάσμιου ιεράρχη, που τώρα υπαγόταν στην Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία. Πρωταρχική μέριμνα του μητροπολίτου Ιγνατίου ήταν η συνεχής πνευματική καθοδήγηση του ποιμνίου του. Οι δυσκολίες και τα προβλήματα του νέου τόπου, Οι συχνές επιθέσεις των Τούρκων για την επιστροφή των κατοίκων στον χώρο από τον όποιο αναχώρησαν, τους έκαναν φοβισμένους και ταραγμένους, με αποτέλεσμα να διαμαρτύρονται μερικές φορές και στον ιεράρχη τους για τις πολλές δοκιμασίες τους.
Ο άγιος επίσκοπος δεν πτοήθηκε ούτε κάμφθηκε, αλλά θυμήθηκε την έξοδο των Εβραίων από την Αίγυπτο της δουλείας και τις συνεχείς κατηγορίες τους στον ελευθερωτή και αρχηγέτη τους θεόπτη Μωϋσή. Ο πιστός δούλος του Θεού Ιγνάτιος αγάπησε τον Θεό με όλη του την καρδιά, την ισχύ και τη διάνοια, και υπόμενε τους πιστούς του και τους δικαιολογούσε, γιατί είχαν περάσει μαρτυρική ζωή, ενώ μερικοί πόνοι τους συνεχίζονταν. Συνήθιζε να λέει: «Διά της Εκκλησίας και από την Εκκλησία πηγάζει η ουράνια ευλογία και είναι προφανής η επιτυχία σε όλα τα ανθρώπινα έργα και επιτηδεύματα». Έτσι όλα τα αντιμετώπιζε με προσευχή, υπομονή και πραότητα.
Μένοντας σε πέτρινο κελλί, που είχε κτίσει ο ίδιος, 6,5 χιλιόμετρα έξω από τη Μαριούπολη, στις 3 Φεβρουαρίου 1786 μ.Χ. παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Πλάστη του, ύστερα από δύο εβδομάδων ασθένεια. Ετάφη στον πρώτο ναό της Μαριούπολης, τον Άγιο Χαράλαμπο. Ο τάφος του έγινε αργότερα μεγάλο προσκύνημα. Οι ευσεβείς κάτοικοι τιμούσαν ευγνώμονα τον άγιο πνευματικό τους πατέρα, πού τους είχε γίνει ελευθερωτής. Το 1936 μ.Χ., μετά την επικράτηση του φοβερού αθεϊστικού καθεστώτος, ο ναός του Αγίου Χαραλάμπους καταστράφηκε. Τότε άνοιξαν τον τάφο του αγίου, όπου βρέθηκε άφθορο το τίμιο λείψανό του. Αργότερα το μετέφεραν αλλού. Κατά την απελευθέρωση της Μαριούπολης η πόλη κάηκε από τους Γερμανούς και μαζί της τα λείψανα του αγίου. Έτσι εκπληρώθηκε η προφητεία του αγίου, που έλεγε ότι το σώμα του θα καεί μαζί με την πόλη. Ένα μέρος όμως των οστών του σώθηκε και σήμερα φυλάγονται στον ναό του Αγίου Γεωργίου Μαριούπολης. Το 1977 μ.Χ. αναγνωρίσθηκε άγιος από την Ορθόδοξη Ουκρανική Εκκλησία.
- Αγία Βερβούργα
Η Αγία Βερβούργα (Werburga ή Werburgh ή Wereburga ή Wereburg ή Verbourg) είναι προστάτιδα του Τσέστερ (Chester) και ήταν ηγουμένη στα μοναστήρια του Weedon, Trentham, Hanbury, Minster στο Sheppy και Ely. Γεννήθηκε στο Staffordshire τον έβδομο αιώνα μ.Χ. και κοιμήθηκε στο Trentham, στις 3 Φεβρουαρίου μεταξύ των ετών 699 μ.Χ. και 707 μ.Χ.
Η μητέρα της Αγίας Βερβούργα ήταν η Αγία Ermenilda, κόρη του Ercombert βασιλιά του Κεντ και της Αγίας Sexburga, και ο πατέρας της ήταν ο Wulfhere, πρώτου Χριστιανού Βασιλιά της Μερκίας.
Η Αγία Βερβούργα κληρονόμησε την ιδιοσυγκρασία και τα χαρίσματα της μητέρας της. Λόγω της ομορφιάς και της χάριτος της ηταν περιζήτητη νύφη αλλά η ίδια δεν ήθελε να νυμφευτεί. Τελικά, με τη συγκατάθεση του πατέρα της εισήλθε στο Αββαείο του Ely, που είχε ιδρυθεί από την θεία της, Αγία Etheldreda (βλέπε 23 Ιουνίου).
Μετά το θάνατο του πατέρα της, το 673 μ.Χ., αυτή και η μητέρα της έγιναν μοναχές σε μονή του Ely. Ασκήθηκε σαν υποτακτική της μητέρας της και ανέβηκε σε μεγάλο ύψος αρετής, ώστε να διορισθεί από τον θείο της Βασιλιά Ethelred Προϊσταμένη των γυναικείων μονών του βασιλείου.
Η Αγία Βερβούργα έκανε πολλά θαύματα και ελεήθηκε από τον Θεό και με τα χαρίσματα των ιαμάτων και της προφητείας. Ένα από τα πιο γνωστά θαύματα της είναι όταν κατάφερε με μια απλή εντολή της να δίωξει ένα σμήνος από αγριόχηνες που κατέστρεφαν τις καλαμποφυτείες στο Weedon. Από τότε κανείς δεν είδε ξανά αγριόχηνες στην περιοχή.
Αφού προείδε τον θάνατό της, κοιμήθηκε ειρηνικά στο κοινόβιο του Trentham, αφήνοντας εντολή να ενταφιασθεί το σώμα της στο Hanbury. Εννέα χρόνια μετά την κοίμησή της, ο Βασιλιάς Kenred ανακόμισε το Λείψανό της αδιάφθορο. Το Λείψανο διαλύθηκε κατά τρόπο θαυμαστό το 869 μ.Χ., κατά την εισβολή των Δανών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου