Άγιος Νίκων Ίερομάρτυρας και οι 199 μαθητές του.
O Άγιος Νίκων, γεννήθηκε στη Νεάπολη της Ιταλίας, την εποχή του ηγεμόνα Κυντιανού, από πατέρα ειδωλολάτρη και μητέρα Χριστιανή, η οποία τον γαλούχησε σύμφωνα με τα ευαγγελικά δόγματα. Σε νεαρή ηλικία έγινε στρατιωτικός και πολύ γρήγορα διακρίθηκε για την ανδρεία και την πειθαρχία του. Η ψυχή του όμως, ποθούσε τον βίο της άσκησης και της αφιέρωσης. Γι’ αυτό ξεκίνησε για την περιοχή της Κωνσταντινουπόλεως, Έκανε όμως μία πρώτη στάση στη Χίο. Εκεί δέχτηκε το Άγιο Βάπτισμα και αφιερώθηκε στην ασκητική ζωή και στη μελέτη των Αγίων Γραφών. O τοπικός επίσκοπος, διέκρινε τα χαρίσματά του και τον χειροτόνησε πρεσβύτερο και λίγο αργότερα τον τοποθέτησε ηγούμενο 190 αδελφών για να τούς νουθετεί και να τούς καθοδηγεί. Πολύ γρήγορα, η συνοδεία απέκτησε μεγάλη φήμη. Όμως όταν εκοιμήθησαν οι γονείς του, ο Άγιος και η συνοδεία του, μαζί με άλλους εννέα, σχημάτισαν μια ευσεβέστατη αδελφότητα και εγκαταστάθηκαν στη Σικελία. Σύντομα όμως δέχθησαν την επίθεση του ηγεμόνα, αρνήθηκαν, συνελήφθησαν, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και τέλος θανατώθηκαν.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Νικήσας τὸν δόλιον, ἄσκητικαις ἀγωγαίς, κανὼν ἐχρημάτισας, τῶν σῶν κλεινῶν φοιτητῶν, ἀκρότητι βίου σου, ὅθεν σὺν τούτοις ἅμα, γεγονῶς ἐν τὴ Δύσει, ἔδυσας ἐν ἀθλήσει, σὺν αὐτοὶς Πάτερ Νίκων, μεθ’ ὧν καὶ κατεφοίτησας αἴγλη τὴ ἄνωθεν.
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Νικήσας τὸν δόλιον, ἄσκητικαις ἀγωγαίς, κανὼν ἐχρημάτισας, τῶν σῶν κλεινῶν φοιτητῶν, ἀκρότητι βίου σου, ὅθεν σὺν τούτοις ἅμα, γεγονῶς ἐν τὴ Δύσει, ἔδυσας ἐν ἀθλήσει, σὺν αὐτοὶς Πάτερ Νίκων, μεθ’ ὧν καὶ κατεφοίτησας αἴγλη τὴ ἄνωθεν.
Άγιος Λουκάς ο Ανδριανουπολίτης.
Ο Άγιος Λουκάς, γεννήθηκε από τον Αθανάσιο και τη Δομνίτσα στην Αδριανούπολη της Θράκης. Σε ηλικία έξι χρονών έμεινε ορφανός από πατέρα και η μητέρα του τον παρέδωσε σ’ έναν Ζαγοραΐο πραγματευτή, με τον όποιο εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Όταν ήταν 13 χρονών ο Λουκάς, φιλονίκησε μ’ ένα τουρκόπουλο έξω από το σπίτι του κυρίου του και το έδειρε. Αυτό το είδαν οι εκεί παρευρισκόμενοι Τούρκοι και όρμησαν με θυμό εναντίον του Χριστιανόπουλου. Ο Λουκάς για ν’ αποφύγει την τιμωρία είπε στους Τούρκους: «Αφήστε με και ‘γώ θα τουρκέψω». Τότε καταλάγιασε ο θυμός των Τούρκων και τον πήγαν σ’ ένα ευγενή Τούρκο, που πέτυχε τον εξισλαμισμό του.
Ελεγχόμενος όμως από τη συνείδηση του, ο Λουκάς ζήτησε τη βοήθεια του κυρίου του από τη Ζαγορά, ο όποιος και προσπάθησε να τον απελευθερώσει με την επέμβαση της Ρωσικής Πρεσβείας. Αλλά η Ρωσική Πρεσβεία, για ν’ αποφύγει τυχόν ανωμαλίες, είπε ότι θα δεχόταν τον Λουκά μόνο αν αυτός διέφευγε από το σπίτι του Τούρκου αφέντη του. Πράγματι μετά από λίγες ήμερες ο Λουκάς κατόρθωσε και απόδρασε από το σπίτι του αφέντη του και αφού, επιβιβάστηκε σε πλοίο πήγε στη Σμύρνη, και από ‘κεί στη Θήρα. Εκεί με τη συμβουλή ενός πνευματικού ήλθε στο Άγιο Όρος, όπου παρέμεινε αρκετά. Εκεί αφού γύρισε διάφορες Σκήτες και Μονές, τελικά έκάρη μοναχός στη Μονή Σταυρονικήτα. Τον κατέλαβε όμως ό πόθος του μαρτυρίου και αναχώρησε για τη Μυτιλήνη κατά τον Μάρτιο του 1802 μ.Χ.
Λόγω κάποιου γεγονότος, η Μυτιλήνη εκείνη την εποχή βρισκόταν σε μεγάλη αναταραχή. Ο Λουκάς, με τις ευχές των Πατέρων του Αγίου Όρους, παρουσιάστηκε στον κριτή της πόλης και ομολόγησε με θάρρος τον Χριστό. Παρά τις κολακείες και τους φοβερισμούς των Τούρκων, ο Θρακιώτης μάρτυρας παρέμεινε αμετακίνητος στην πίστη και την απόφαση του να μαρτυρήσει. Οδηγούμενος προς τον Ναζήρη, στο δρόμο συνάντησε τον Μητροπολίτη Μυτιλήνης, που τον πήγαιναν στο κριτήριο, έσκυψε του φίλησε το χέρι και ζήτησε τις προσευχές του. Για την ενέργεια του αυτή, οι συνοδοί Τούρκοι τον έδειραν ανελέητα.
Μπροστά στον Ναζήρη, ο Λουκάς με ευτολμία κήρυξε τον Χριστό και κατηγόρησε τη μουσουλμανική θρησκεία. Μετά από τριήμερη προθεσμία, που εξέπνευσε χωρίς αποτέλεσμα για τους Τούρκους, ο Ναζήρης εξέδωσε καταδικαστική απόφαση. Έτσι στις 23 Μαρτίου 1802 μ.Χ., ο Λουκάς άπαγχονίστηκε στη Μυτιλήνη και έλαβε το ένδοξο στεφάνι του μαρτυρίου. Το Άγιο λείψανο του παρέμεινε για τρεις μέρες στην αγχόνη, κατόπιν το έριξαν στη θάλασσα.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ’.
Ασκητικώς προγυμνασθείς εν τω Άθω, τας νοητάς των δυσμενών παρατάξεις, την πανοπλίαν ώλεσας παμμάκαρ του Σταυρού, αύθις δε προς άθλησιν, ανδρικώς απεδύσω, κτείνας τους της πίστεως, αισθητούς πολεμίους, Οσιομάρτυς ξίφει νοητώ, διό εστέφθης, Λουκά διττοίς στέμμασι.
Ήχος δ’.
Ασκητικώς προγυμνασθείς εν τω Άθω, τας νοητάς των δυσμενών παρατάξεις, την πανοπλίαν ώλεσας παμμάκαρ του Σταυρού, αύθις δε προς άθλησιν, ανδρικώς απεδύσω, κτείνας τους της πίστεως, αισθητούς πολεμίους, Οσιομάρτυς ξίφει νοητώ, διό εστέφθης, Λουκά διττοίς στέμμασι.
Άγιος Δομέτιος.
Ο Μάρτυς του Χριστού Δομέτιος έζησε κατά τους χρόνους του Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363 μ.Χ.) και καταγόταν από την χώρα της Φρυγίας. Βλέποντας όμως ότι πολλοί αρνούνταν τον Χριστό και προσκυνούσαν τα είδωλα, δυσφορούσε και αγανακτούσε. Μία ημέρα, λοιπόν, ενώ γινόταν ιπποδρομία και προσφερόταν θυσία στα είδωλα, δεν μπόρεσε να υπομείνει άλλο. Ποθώντας με Θεϊκό ζήλο να μαρτυρήσει το Όνομα του Θεού, στάθηκε στο μέσο του θεάτρου και με μεγάλη φωνή καταράστηκε τον αποστάτη Ιουλιανό, έπτυσε όλους όσους λάτρευαν τα είδωλα και χλεύασε τους ψεύτικους θεούς. Γι’ αυτό συνελήφθη και υπέστη πολλά βασανιστήρια. Στο τέλος, επειδή δεν αρνιόταν τον Χριστό, του απέκοψαν διά ξίφους την ιερά κεφαλή του.
Όσιος Παχώμιος ο Αναχωρητής.
Ο Όσιος Παχώμιος, της Νερέκτα, κατά κόσμον Ιάκωβος, γεννήθηκε από μια ιερατική οικογένεια στο Βλαντιμίρ του Κλιάζμα. Ο πατέρας του ήταν ο ιερεύς Ιγνάτιος, ο οποίος διακονούσε στο ναό του Αγίου Νικολάου. Η οικογένειά του τον έστειλε στο σχολείο και σε ηλικία επτά ετών ο Όσιος είχε μάθει πολύ καλά την Αγία Γραφή.
Ποθώντας τον μοναχικό βίο κατέφυγε στη μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου του Βλαντιμίρ και έγινε μοναχός.
Για μεγαλύτερη άσκηση ο Όσιος έφυγε από τη μονή και πήγε στα περίχωρα της Νερέκτα. Εδώ, στον ποταμό Γκριντένκα, βρήκε ένα κατάλληλο μέρος για μοναστήρι, ένα υπερυψωμένο τοπίο, σα νησί, μέσα στο πυκνό δάσος. Ο Όσιος ζήτησε από τους ανθρώπους να κτίσουν ένα μοναστήρι στην περιοχή του Σιπάνοβο, στα σύνορα με την πόλη Κοστρόμα. Οι κάτοικοι της Νερέκτα με χαρά συναίνεσαν και βοήθησαν στην ανέγερση της μονής. Ο Όσιος Παχώμιος αγιογράφησε μια εικόνα της Αγίας Τριάδος και αφού έψαλλε τον Παρακλητικό Κανόνα, την μετέφερε στο μέρος όπου θα έκτιζε το ναό, αφιερωμένο στην Αγία Τριάδα. Όταν η κατασκευή ολοκληρώθηκε, ο Όσιος Παχώμιος οργάνωσε το νέο μοναστήρι, το οποίο σύντομα άρχισε να προσελκύει μοναχούς.
Στο νέο μοναστήρι οι μοναχοί έπρεπε από μόνοι τους να καλλιεργούν τη γη και να τρέφουν τους εαυτούς τους με τον μόχθο των χεριών τους. Ο Όσιος έδιδε πρώτος το παράδειγμα για τους αδελφούς με την εργασία του.
Ο Όσιος Παχώμιος κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας το 1384 μ.Χ., και ενταφιάσθηκε στο ναό της Αγίας Τριάδος, τον οποίο και έκτισε. Η Εκκλησία τιμά, επίσης, την μνήμη του Οσίου Παχωμίου στις 15 Μαΐου.
Ο Όσιος Παχώμιος κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας το 1384 μ.Χ., και ενταφιάσθηκε στο ναό της Αγίας Τριάδος, τον οποίο και έκτισε. Η Εκκλησία τιμά, επίσης, την μνήμη του Οσίου Παχωμίου στις 15 Μαΐου.
Όσιος Εφραίμ ο εν σπηλαίω (Ρώσος).
Ο Όσιος Εφραίμ ασκήτεψε στη μονή των Σπηλαίων του Κιέβου κατά τον 13ο αιώνα μ.Χ., και κοιμήθηκε με ειρήνη. Δεν έχουμε άλλες λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου.
Όσιος Θεοδόσιος ο Θαυματουργός (Ρώσος).
Δομήτωρ και αρχηγός της μονής του Σωτήρος στην Τοτίμη της Ρωσίας. Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο του Οσίου.
Όσιος Νίκων καθηγούμενος της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου.
Ο Όσιος Νίκων έζησε στην Ρωσία κατά τον 11ο αιώνα μ.Χ. και ήταν μαθητής του Οσίου Αντωνίου (τιμάται 10 Ιουλίου). Ήταν μοναχός στη Λαύρα του Κιέβου και είχε τιμηθεί από τον Θεό με το ιερατικό αξίωμα. Με την ευλογία του Οσίου Αντωνίου έκειρε μετά από κανονική δοκιμασία και κατάλληλη πνευματική προετοιμασία όσους ζητούσαν με πόθο το αγγελικό σχήμα. Αξιώθηκε μάλιστα την μεγάλης τιμής να κείρει με τα χέρια του τον Όσιο Θεοδόσιο (τιμάται 3 Μαΐου), τον μεγάλο θεμελιωτή της μοναχικής ζωής στη Ρωσία. Έκειρε ακόμη, περί το έτος 1062 μ.Χ., δύο μεγάλες μορφές της Λαύρας, τον επιφανή βογιάρο Βαρλαάμ και τον ευνούχο ηγεμόνα Εφραίμ.
Γι’ αυτές όμως τις μοναχικές κουρές υπέμεινε μεγάλη θλίψη. Ο ηγεμόνας Ιζιασλάβος οργίσθηκε πολύ, επειδή έχασε από κοντά του δύο σπουδαία πρόσωπα, δύο χρήσιμους συνεργάτες και θύμωσε με τους Οσίους. Διέταξε να φέρουν μπροστά του εκείνον που τόλμησε να τους κείρει μοναχούς. Ο Όσιος Νίκων οδηγήθηκε στον ηγεμόνα. Εκείνος τον κοίταξε με περισσή οργή και φώναξε:
– Εσύ καλόγερε, τόλμησες να κάνεις σαν κι εσένα, τον βογιάρο και τον ευνούχο μου;
– Ναι, εγώ, με την εντολή του Οσίου πατέρα μου και την ευλογία του ουράνιου Βασιλέως Ιησού Χριστού, που τους κάλεσε σε αυτό το δρόμο της ασκήσεως, αποκρίθηκε ο Όσιος ήρεμα και θαρρετά.
– Εσύ καλόγερε, τόλμησες να κάνεις σαν κι εσένα, τον βογιάρο και τον ευνούχο μου;
– Ναι, εγώ, με την εντολή του Οσίου πατέρα μου και την ευλογία του ουράνιου Βασιλέως Ιησού Χριστού, που τους κάλεσε σε αυτό το δρόμο της ασκήσεως, αποκρίθηκε ο Όσιος ήρεμα και θαρρετά.
Ο ηγεμόνας με μανία του έδωσε εντολή οι νέοι μοναχοί να επιστρέψουν στην πρότερή τους κατάσταση. Σε αντίθεση περίπτωση θα κατέστρεφε το σπήλαιο.
Μετά από το επεισόδιο αυτό, οι αδελφοί αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν το σπήλαιο και να φύγουν μακριά, σε άλλο τόπο, όπου δεν θα έφθανε η ηγεμονική οργή. Τότε ο Όσιος Νίκων πήγε στο Τμουταρακάν και εκεί, κοντά στην πολίχνη, βρήκε έναν έρημο τόπο, όπου εγκαταστάθηκε. Επιδόθηκε αμέσως σε σκληρούς ασκητικούς αγώνες, ζώντας με σιωπή, «μόνος μόνω τω Θεώ προσευχόμενος». Η παρουσία του δεν άργησε να γίνει γνωστή και η φήμη του να απλωθεί σε ολόκληρη την περιοχή.
Η Ορθόδοξη χριστιανική πίστη δεν είχε ακόμη στερεωθεί εκεί και η μοναχική ζωή ήταν τελείως άγνωστη. Σιγά – σιγά οι κάτοικοι άρχισαν να πλησιάζουν τον Όσιο και να εντυπωσιάζονται από την παράξενη γι’ αυτούς ζωή του. Εκείνος τότε, για την δόξα του Κυρίου, έλυνε την σιωπή του και τους μιλούσε για τον αληθινό Τριαδικό Θεό και την Ορθόδοξη πίστη. Όλοι σαγηνεύονταν από τη σοφία, την γνώση και την αγιότητά του, μετανοούσαν και δόξαζαν τον Κύριο με την ζωή και τα έργα τους. Αργότερα, ορισμένοι ζήτησαν από τον Όσιο να τους κάνει μοναχούς. Κει εκείνος, αφού τους δοκίμαζε και τους νουθετούσε, τους έκειρε. Έτσι τέθηκαν τα θεμέλια για την κατοπινή ανέγερση της μονής της Υπεραγίας Θεοτόκου, που έγινε σπουδαίο μοναστικό κέντρο, ισάξιο της μονής των Σπηλαίων.
Μετά τον θάνατο του ηγεμόνα του Τμουταρακάν Ροστισλάβου Βλαντιμίροβιτς, οι κάτοικοι της χώρας παρακάλεσαν τον Όσιο Νίκωνα, στον οποίο έτρεφαν απεριόριστη εμπιστοσύνη και αφοσίωση, να πάει στον ηγεμόνα του Τσερνιγκώφ Σβιατοσλάβο Γιαροσλάβιτς και να ζητήσει τον υιό του Γκλεμπ για την ηγεμονία του Τμουταρακάν.
Ο Όσιος εκτέλεσε με επιτυχία την δακονία που του ανέθεσε το ποίμνιό του. Επιστρέφοντας μαζί με τον πρίγκιπα Γκλεμπ Σβιατοσλάβιτς, πέρασε από το Κίεβο και επισκέφθηκε τη μονή των Σπηλαίων. Όταν ο μακάριος ηγούμενος Θεοδόσιος αντίκρισε, μετά από τόσα χρόνια, τον παλαιό συνασκητή του, σκίρτησε από χαρά. Έπεσαν και οι δύο στην γη και έβαλαν βαθιά μετάνοια ο ένας στον άλλο. Ύστερα αγκαλιάσθηκαν κλαίγοντας από συγκίνηση και κάθισαν να συζητήσουν.
Όταν ο Όσιος Νίκων, μετά από πολύ ώρα ετοιμάσθηκε να φύγει, ο μακάριος Θεοδόσιος ξέσπασε πάλι σε λυγμούς και τον παρακαλούσε να μείνει στα Σπήλαια, για να συνεχίσουν μαζί την επίγεια ασκητική οδοιπορία τους.
– Πρέπει να πάω, είπε ο Νίκων, να ρυθμίσω ότι αφορά στο μοναστήρι μου. Έπειτα, αν είναι θέλημα Θεού, θα επιστρέψω.
Πράγματι ο Όσιος, πήγε στο Τμουταρακάν με τον πρίγκιπα Γκλεμπ, ο οποίος ανέλαβε και την ηγεμονία της χώρας. Ο ίδιος φρόντισε να τακτοποιήσει με επιμέλεια τις υποθέσεις της μονής του και κατόπιν, σύμφωνα με την υπόσχεσή του, γύρισε στη Λαύρα, κοντά στον Όσιο Θεοδόσιο. Υποτάχθηκε με ταπείνωση στον Άγιο ηγούμενο και εκτελούσε με ακρίβεια όλες του τις εντολές, νεκρώνοντας το δικό του θέλημα. Και ο μακάριος Θεοδόσιος, όταν χρειαζόταν να λείψει από τη μονή, άφηνε ως αντικαταστάτη του, στη διαποίμανση της αδελφότητας, τον Νίκωνα.
Πολλές φορές ο Όσιος Νίκων, που γνώριζε την τέχνη της βιβλιοδεσίας, έραβε και έδενε βιβλία. Τότε ο Θεοδόσιος καθόταν ταπεινά δίπλα του, αν και ήταν ηγούμενος και του ετοίμαζε τους σπόγγους που χρειαζόταν για το εργόχειρό του. Την ώρα εκείνη, αλλά και σε άλλες ευκαιρίες, οι δύο Όσιοι μάζευαν γύρω τους τούς αδελφούς και τους νουθετούσαν με πνευματικές διδαχές και ασκητικούς λόγους.
Αργότερα όμως, όταν ξέσπασε η γνωστή διαμάχη ανάμεσα στους τρεις αδελφούς ηγεμόνες, του Κιέβου Ιζιασλάβο, του Τσερνιγκώφ Σβιατοσλάβο και του Περεγιασλάβ Βσέβολοντ, ο Όσιος Νίκων επέστρεψε στο Τμουταρακάν, όπου έζησε μερικά χρόνια με τον ίδιο ασκητικό ζήλο.
Όταν έμαθε ότι ειρήνευσε ο τόπος του Κιέβου, ο Όσιος πήρε πάλι τον δρόμο για την Λαύρα. Φθάνοντας όμως εκεί, διαπίστωσε πως ο Όσιος Θεοδόσιος δεν ήταν πια στην ζωή. Ηγούμενος τώρα ήταν ο φιλόθεος Στέφανος. Ο Όσιος Νίκων αποφάσισε να τελειώσει τον επίγειο βίο του στη μονή της μετάνοιάς του. Έμεινε λοιπόν εκεί και επισκεπτόταν συχνά τον τάφο του Οσίου Θεοδοσίου, λούζοντάς τον κάθε φορά με δάκρυα χαρμολύπης.
Όταν με τη συνεργία του πονηρού, ορισμένοι αδελφοί δημιούργησαν αναταραχή στην αδελφότητα και απομάκρυναν τον μακάριο Στέφανο από την ηγεμονία της μονής, ηγούμενος αναδείχθηκε ο Όσιος Νίκων. Με διάκριση και σοφία αγωνίσθηκε ο Όσιος να φέρει την ειρήνη και την ομόνοια στην αδελφότητα. Και το κατόρθωσε με μεγάλο κόπο, πολύ υπομονή και περισσότερη προσευχή. Οι αδελφοί, αναγνωρίζοντας την ακεραιότητα, την σύνεση και την αγιότητά του, ησύχασαν και υποτάχθηκαν σε αυτόν, ως σε φωτισμένο πατέρα, διδάσκαλο και πνευματικό οδηγό.
Πολλές φορές ο μοχθηρός διάβολος προσπάθησε να δημιουργήσει νέα σκάνδαλα και να βάλει εμπόδια στην ανύσταχτη φροντίδα του Οσίου να καθοδηγεί στον δρόμο της σωτηρίας τις ψυχές που του εμπιστεύθηκε ο Κύριος. Οι σκοτεινοί σκοποί του όμως δεν μπορούσαν να σβήσουν το φως των αρετών του πιστού δούλου του Θεού. Στα χρόνια της ηγουμενίας του Οσίου Νίκωνος, έγινε με τρόπο θαυμαστό η αγιογράφηση του ναού των Σπηλαίων από Έλληνες αγιογράφους, σταλμένους από την Κυρία Θεοτόκο. Ο Όσιος Νίκων κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1088 μ.Χ. Ενταφιάσθηκε στη μονή των Σπηλαίων, όπου μέχρι σήμερα το τίμιο λείψανό του αναπαύεται άφθορο και ακέραιο, τιμημένο με τη δόξα και τη Χάρη του Θεού και επιτελεί πολλά θαύματα.
Άγιος Βασσιανός Επίσκοπος Ροστώβ της Ρωσίας.
Ο Άγιος Βασσιανός έζησε στη Ρωσία κατά τον 15ο αιώνα μ.Χ. Εξελέγη Επίσκοπος της πόλεως Ροστώβ και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1481.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου