Κυριακή 5 Μαρτίου 2017

Σήμερα 5 Μαρτίου γιορτάζουν…

Α΄ Κυριακή των Νηστειών – της Ορθοδοξίας.  Η αγία αυτή ημέρα είναι ξεχωριστή, διότι παρά το κατανυκτικό κλίμα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, εορτάζει λαμπρά η Ορθοδοξία μας, η αληθινή Εκκλησία του Χριστού. Ποιούμε ανάμνηση του κορυφαίου γεγονότος της εκκλησιαστικής μας ιστορίας, της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων, το οποίο επισυνέβη το 843 μ.Χ. στο Βυζάντιο, χάρις στην αποφασιστική συμβολή της βασιλίσσης και μετέπειτα αγίας Θεοδώρας, συζύγου του αυτοκράτορα Θεοφίλου (840 – 843 μ.Χ.).

Αναφερόμαστε στη μεγάλη εικονομαχική έριδα, η οποία συντάραξε κυριολεκτικά την Εκκλησία μας για περισσότερα από εκατό χρόνια. Το 726 μ.Χ. ο αυτοκράτωρ Λέων ο Γ’ ο Ίσαυρος (717 – 741 μ.Χ.) αποφάσισε να επιφέρει στο κράτος ριζικές μεταρρυθμίσεις. Μια από αυτές ήταν η απαγόρευση προσκύνησης των ιερών εικόνων, επειδή, παίρνοντας αφορμή από ορισμένα ακραία φαινόμενα εικονολατρίας, πίστευε πως η χριστιανική πίστη παρέκλινε στην ειδωλολατρία. Στην ουσία όμως εξέφραζε δικές του ανεικονικές απόψεις, οι οποίες ήταν βαθύτατα επηρεασμένες από την ανεικονική ιουδαϊκή και ισλαμική πίστη. Η αναταραχή ήταν αφάνταστη. Η αυτοκρατορία χωρίστηκε σε δύο φοβερά αντιμαχόμενες ομάδες, τους εικονομάχους και τους εικονολάτρες. Οι διώξεις φοβερές. Μεγάλες πατερικές μορφές ανάλαβαν να υπερασπίσουν την ορθόδοξη πίστη. Στα 787 μ.Χ. συγκλήθηκε η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία διατύπωσε με ακρίβεια την οφειλόμενη τιμή στις ιερές εικόνες. Σε αυτή επίσης διευκρινίστηκαν και άλλα δυσνόητα σημεία της χριστιανικής πίστεως, έτσι ώστε να έχουμε πλήρη αποκρυστάλλωση του ορθοδόξου δόγματος και να ομιλούμε για θρίαμβο της Ορθοδοξίας μας.
Η εικόνα στην Ορθοδοξία μας δεν αποτελεί αντικείμενο λατρείας, αλλά λειτουργεί αποκλειστικά ως μέσον τιμής του εικονιζόμενου προσώπου. Ακόμα και ο Χριστός μπορεί να εικονισθεί, διότι έγινε άνθρωπος. Μάλιστα όποιος αρνείται τον εικονισμό του Χριστού αρνείται ουσιαστικά την ανθρώπινη φύση Του! Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με προσοχή και ευλάβεια. Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, διότι η τιμή δεν απευθύνεται στην ύλη, αλλά στο εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ.Βασίλειος P . G . 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄αυτών τοις εν αυταίς εικονιζομένοις» (Ι. Δαμασκ. P . G .94 1356). Η ευλογία και η χάρη που λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.
Η εικόνα έχει τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα με γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθούνται να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείον.
Βεβαίως η ηρεμία δεν αποκαταστάθηκε, διότι εξακολουθούσαν να βασιλεύουν εικονομάχοι αυτοκράτορες. Στα 843 η ευσεβής αυτοκράτειρα Θεοδώρα, επίτροπος του ανήλικου γιου της Μιχαήλ του Γ΄, έθεσε τέρμα στην εικονομαχική έριδα και συνετέλεσε στο θρίαμβο της Ορθοδοξίας.
Οι Πατέρες όρισαν να εορτάζεται ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος την πρώτη Κυριακή των Νηστειών για να δείξει στους πιστούς πως ο πνευματικός μας αγώνας θα πρέπει να συνδυάζεται με την ορθή πίστη για να είναι πραγματικά αποτελεσματικός. Νηστεία και ασκητική ζωή έχουν και άλλες αιρέσεις ή θρησκείες, και μάλιστα με πολύ αυστηρότερους κανόνες άσκησης. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να σωθούν και να ενωθούν με το Θεό. Η σωτηρία είναι συνώνυμη με την αλήθεια, αντίθετα η πλάνη και το ψεύδος οδηγούν σε αδιέξοδα και εν τέλει στην απώλεια. 
Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ήχος β’.
Την άχραντον εικόνα σου προσκυνούμεν αγαθέ, Αιτούμενοι συγχώρεσιν των πταισμάτων ημών βουλήσει γαρ ηυδόκησας ανελθείν εν τω Σταυρώ ίνα ρύση ους έπλασες εκ της δουλείας του εχθρού όθεν ευχαρίστως βοώμεν χαράς επλήρωσας τα πάντα ο σωτήρ ημών ο παραγενόμενος εις το σώσαι τον κόσμον.
Άγιος Κόνων ο Ίσαυρος. Ο Άγιος Κόνων γεννήθηκε περί τα τέλη του 1ου αιώνα μ.Χ. στη Βαδινή, χωριό της Ισαυρίας της Μικράς Ασίας και έζησε στους Αποστολικούς χρόνους. Οι γονείς του, Νέστωρ και Νάδα ήταν αρχικά ειδωλολάτρες. Σε νεαρή ηλικία έγινε Χριστιανός και όταν οι γονείς του τον πίεσαν να νυμφευθεί, συμφώνησε με τη σύζυγό του να ζουν ως αδελφοί αφιερωμένοι στον Θεό.
Στο Συναξάρι αναφέρεται, ότι τον Άγιο καθοδηγούσε ο Αρχιστράτηγος Μιχαήλ, ο οποίος και τον βάπτισε, του δίδαξε το Όνομα της Αγίας Τριάδος, μετέδωσε τα Θεία Μυστήρια σε αυτόν, μέχρι τέλους της ζωής του, του συμπαραστεκόταν και του χορήγησε μάλιστα και τη χάρη των παράδοξων θαυμάτων.
Ο Άγιος Κόνων οδήγησε στην Χριστιανική πίστη και τους γονείς του, ο δε πατέρας του Νέστωρ μαρτύρησε για τον Χριστό. Αλλά και τους Έλληνες, που αντιστέκονταν σε αυτόν και έλεγαν ότι δεν υπάρχει άλλος Θεός εκτός των ειδώλων, τους έπεισε και τους προετοίμασε να ομολογήσουν με μεγάλη φωνή τον Χριστό και να βαπτισθούν. Με τη χάρη του Θεού, ο Άγιος υπέταξε και τους δαίμονες και άλλοι μεν με εντολή του προστάτευαν τους αγρούς, άλλοι δε εγκλείστηκαν σε πιθάρια.
Όμως οι ειδωλολάτρες συμπολίτες του αντιμετώπιζαν με μεγάλη δυσαρέσκεια την ιεραποστολική δραστηριότητά του και την επιρροή που ασκούσε πάνω στους Εθνικούς. Κάποια μέρα ο Άγιος επισκέφθηκε έναν ειδωλολατρικό ναό, όπου προσευχήθηκε θερμά στον Κύριο. Αποτέλεσμα ήταν να γίνουν κομμάτια όλα τα είδωλα του ναού. Για τον λόγο αυτό συνελήφθη από τον άρχοντα Μάγνο και βασανίσθηκε. Όταν αφέθη ελεύθερος, οι Χριστιανοί τον περιέθαλψαν και τον περιέβαλαν με το σεβασμό τους. Μετά από δύο χρόνια, ο Άγιος Κόνων κοιμήθηκε με ειρήνη παραδίδοντας την αγία του ψυχή στον Θεό. Ίσως στο όνομα του Αγίου Κόνωνος να υπήρχε ναός, ο οποίος έκειτο πέραν της Κωνσταντινουπόλεως και αναφέρεται ως μονή κατά τα χρόνια της βασιλείας του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α’ (527 – 565 μ.Χ.). Κατά τα χρόνια της εικονομαχίας χριστιανοί μετέφεραν στην Πάφο την αγία Κάρα του οσιομάρτυρος, που φυλάσσεται μέχρι σήμερα στην Ιερά Μονή της Χρυσορροϊατίσσης μέσα σε κομψή σιντεφένια θήκη. 
Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ἐνδεδυμένος σοφέ, τὸ κράτος διέλυσας, τῆς ἀσεβείας στερρῶς. Ἐκλάμπων τοὶς θαύμασιν ὅθεν πεφοινιγμένος, ταὶς ροαὶς τῶν αἱμάτων. Κόνων Ὁσιομάρτυς, τὸν Δεσπότην δοξάζεις, τὸν παρέχοντα ἠμὶν διὰ σοῦ, χάριν καὶ ἔλεος.
Όσιος Μάρκος ο ασκητής και Θαυματουργός. Ο Όσιος Μάρκος ήταν Αθηναίος και έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ. Αφού έλαβε αξιόλογη μόρφωση, εγκατέλειψε την Αθήνα και πήγε στην Αντιόχεια, όπου μαθήτευσε κοντά στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο (βλέπε 13 Νοεμβρίου). Αργότερα εκάρη μοναχός και αφιέρωσε τον εαυτό του στην μελέτη των Θείων Γραφών και έφθασε στον ύψιστο βαθμό της αρετής. Φανερές αποδείξεις και οι λόγοι που εγράφησαν από αυτόν για την ωφέλεια και την ενέργεια των θαυμάτων. Γιατί κάποτε, ενώ ησύχαζε, πλησίασε αυτόν μια ύαινα που είχε το παιδί της τυφλό, με ταπεινή στάση σαν να παρακαλούσε να την ευσπλαχνισθεί για την τύφλωση του μικρού της. Και ο Όσιος, αφού κατάλαβε, έπτυσε στα μάτια του ζώου και αυτό βρήκε την όρασή του. Μετά από ημέρες ήλθε πάλι η ύαινα στον Άγιο, μεταφέροντάς του το δέρμα ενός μεγάλου κριαριού ως ανταπόδοση για την θεραπεία. Αυτός όμως δεν δεχόταν να το λάβει, προτού το θηρίο υποσχεθεί να μην βλάπτει πια τα πρόβατα των πτωχών.
Ο Όσιος είχε φθάσει σε τέτοια ύψη αρετής, ώστε ο πρεσβύτερος της μονής έλεγε ότι ποτέ αυτός δεν μετέδωσε Θεία Κοινωνία στον Όσιο, αλλά την παρείχε σε αυτόν χέρι Αγγέλου. Ο Όσιος Μάρκος κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας. Από τα έργα του σώζονται μόνο μερικοί λόγοι, επιστολές και συμβουλευτικές πραγματείες. Είναι δε τόση η πρακτικότητα και η ωφέλεια τους, ώστε ελέχθη για τον συγγραφέα τους, ότι: «Πάντα πώλησαν καὶ Μᾶρκον ἀγόρασαν». Να όμως, και μερικά από τα πολύτιμα παραγγέλματα του: «Προτιμότερον να σε βλάπτουν οι άνθρωποι παρά να σε εξουσιάζουν οι δαίμονες». «Ο απλούς, αλλά ταπεινόφρων άνθρωπος είναι σοφότερος από τους σοφούς». «Όποιος ενθυμείται τα προηγούμενα σφάλματα του, προφυλάσσεται από τα μέλλοντα». «Εάν δεν υπέστης θλίψεις να μη νομίζεις ότι έχεις αρετήν. Διότι δεν είναι τίποτε ό,τι φύεται μέσα εις την άνεσιν». 
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἄγγελος ἔζησας, ἐν τῇ ἐρήμῳ σοφέ, καὶ ὤφθης ἀνάπλεως, τῶν ἐκ Θεοῦ δωρεῶν, ὦ Μᾶρκε Πατὴρ ἡμῶν· ὅθεν ἐν σοὶ ἐξέστη, Σεραπίων ὁ θεῖος, καὶ ἤγγειλε τοῖς ἐν κόσμῳ, τὴν ἁγίαν ζωήν σου· μεθ’ οὗ ἀεὶ δυσώπει, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.
Άγιος Γεώργιος ο Νεομάρτυρας εκ Ραψάνης. Ο Άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος ανήκε σε ανώτερη κοινωνικά και οικονομικά οικογένεια της Ραψάνης. Ο πατέρας του ονομαζόταν Χατζηλάσκαρης και ήταν υιός του Αναστασίου Ψάλτου. Δεν είναι γνωστό όμως αν το Ψάλτου είναι επώνυμο ή ιδιότητα του Αναστασίου. Η μητέρα του Νεομάρτυρα είχε το όνομα Σμαράγδα και ήταν θυγατέρα του Θεόδωρου Σακελλαρίδου. Σε κωνικό πώμα παλαιάς – πριν το 1900 – αργυρής λειψανοθήκης, η οποία αντικατέστησε ακόμη παλαιότερη πρόχειρη και απλή κατασκευή, είναι χαραγμένα με κεφαλαία γράμματα ακριβώς τα εξής:
«Ο ΕΝΔΟΞΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΘΛΗΣΑΣ ΕΝ ΤΥΡΝΑΒΩ ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 1818 ΕΠΙ ΒΑΛΗ ΠΑΣΙΑ ΥΙΟΥ ΑΛΗ ΠΑΣΙΑ ΗΤΟΝ ΥΙΟΣ ΧΑΤΖΗ ΛΑΣΚΑΡΕΩΣ ΥΙΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΕΙΟΥ ΨΑΛΤΟΥ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΣ ΣΜΑΡΑΓΔΑΣ ΘΥΓΑΤΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΔΟΥ».
Δεν είναι γνωστό αν είχε ή πόσα αδέλφια είχε ο Νεομάρτυς. Όμως η παράδοση ομόφωνα παρουσιάζει τον Γεώργιο να συνδέεται συγγενικά με το λογιότατο κληρικό της Ραψάνης «παπά κυρ Χριστόδουλον» Καραζήση, που ήταν οικονόμος.
Ένα πωλητήριο έγγραφο του 1852 μ.Χ., το οποίο βρέθηκε μαζί με άλλα έγγραφα στην παλαιά βιβλιοθήκη που φυλασσόταν στην παλαιά και αρχοντική οικία Καραβασίλη, είναι αρκετά διαφωτιστικό. Σε αυτό παρουσιάζεται «ὁ ἐλάχιστος ἱερεὺς καὶ οἰκονόμος (Χριστόδουλος) υἱὸς Χατζηβασιλείου Καραζήση καὶ Κερασίνης θυγατρὸς παπὰ Ἀθανασίου Γεροπασχάλη» να πωλεί «πρὸς ἀνεψιὸν αὐτοῦ Βασίλειον Χαδούλη Γογούρα» κτήματα, τα οποία στο εξής «ὑπάρχουσιν… ἰδιοκτησίαι τοῦ ρηθέντος ἀνεψιοῦ αὐτοῦ Βασιλείου ἀναπόσπαστοι τὲ καὶ ἀναφαίρετοι παρὰ παντὸς ἑτέρου κληρονόμου αὐτοῦ καὶ τῆς μακαρίτιδος συζύγου αὐτοῦ Μαρίας Α. Χατζηλασκάρεως…».
Από αυτό συνεπάγεται το συμπέρασμα ότι ο Νεομάρτυς είχε τουλάχιστον μία αδελφή, τη Μαρία, τον δε παπά κυρ Χριστόδουλο Καραζήση, γαμπρό από την αδελφή του. Αξίζει να υπογραμμισθεί ότι την εξ αγχιστείας αυτή συγγένεια συμπλήρωσε η πνευματική, γιατί ο Χριστόδουλος υπήρξε διδάσκαλος του Γεωργίου. Μόνο δεν γνωρίζουμε ακριβώς ποια υπήρξε πρώτη ή εάν η μία συγγένεια προκάλεσε την άλλη.
Ο Γεώργιος παρουσιάζεται από την παράδοση ως τρόφιμος και απόφοιτος της ανωτέρου επιπέδου Σχολής Ραψάνης, στην οποία χρημάτισε διδάσκαλος και ο κυρ Χριστόδουλος Καραζήσης. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, η ορεινή κωμόπολη της Ραψάνης άκμαζε οικονομικά τον 18ο μ.Χ. αιώνα, όπως και ο Τύρναβος και τα Αμπελάκια. Είχε βιομηχανία, έκανε εξαγωγή εξαίρετου κρασιού και αποτελούσε πόλο έλξεως για τα γύρω χωριά του κάτω Ολύμπου.
Ενώ λοιπόν υπήρχαν οι οικονομικές προϋποθέσεις, ο λογιότατος και ιδιαίτερα δραστήριος Επίσκοπος Πλαταμώνος και Λυκοστομίου Διονύσιος, ο οποίος θεμελίωσε και προστάτευσε και τη σπουδαία Σχολή στα Αμπελάκια, προέβη στην ίδρυση και της εν λόγω Σχολής στη Ραψάνη το έτος 1767 μ.Χ. Ονομαστό υπήρξε το πνευματικό αυτό Ίδρυμα. Στην ακμή του συγκρινόταν με τις Σχολές των Μηλέων, της Ζαγοράς, των Αμπελακίων, του Τυρνάβου κ.α. Σε αυτή μαθήτευσαν και ο Βασίλειος ο Ραψανιώτης, ένας από τους άριστους μαθητές στην Αθωνιάδα Ακαδημία (1753 – 1758 μ.Χ.) του Ευγενίου Βούλγαρη και ο Ιωνάς Σπερμιώτης, ένας από τους διακεκριμένους δασκάλους εκείνης της εποχής και περιζήτητος γι’ αυτό στη Μακεδονία και στη Θεσσαλία και άλλοι. Κατά την Επανάσταση και λίγο πριν από αυτή, σταμάτησε να λειτουργεί η Σχολή και επαναλειτούργησε το 1830 μ.Χ.
Με το δεδομένο ότι ο Νεομάρτυς άθλησε το 1818 μ.Χ., θα πρέπει να συμπεράνουμε με ασφάλεια ότι αποφοίτησε από τη Σχολή το 1815 – 16 μ.Χ. Αφού αποφοίτησε ο Γεώργιος από τη Σχολή, ασκούσε στην γενέτειρά του το επάγγελμα του γραμματοδιδασκάλου με ζήλο ένθεο και νεανικό σφρίγος, εμπνέοντας τους νεαρούς μαθητές του και δημιουργώντας στις αδιαμόρφωτες ψυχές τους ζωηρά ιερά και εθνικά βιώματα.
Αναφέραμε πριν ότι η Ραψάνη αποτελούσε πόλο έλξεως για τα χωριά του κάτω Ολύμπου. Αυτό συνέβαινε για πολλές δεκαετίες μέχρι και τις αρχές του 20ου μ.Χ. αιώνα. Και βέβαια όχι μόνο για την υλική ευπορία και την εμπορική και βιομηχανική της κίνηση, αλλά και για την πνευματική της άνθηση και καλλιέργεια των γραμμάτων, όπως ελέχθη. Αποτελούσε αφορμή καυχήσεως για ένα γονέα να αποστέλλει για σπουδές τον υιό του στη Ραψάνη. Την εποχή εκείνη, για την οποία κάνουμε λόγο, τα παραποτάμια χωριά της περιοχής κατοικούνταν ως επί το πλείστον από Οθωμανούς, που συναλλάσσονταν, μέχρι και συνδέονταν ακόμη σε περιορισμένη βέβαια κλίμακα, με Έλληνες Χριστιανούς.
Ένας από τους Οθωμανούς, κάτοικος της κωμοπόλεως Δερελί (Γόννοι) και οικογενειάρχης, επιθυμώντας ο υιός του να τύχει αξιόλογης παιδείας, τον απέστειλε οικότροφο σε φίλο του που διέμενε στη Ραψάνη. Άρχισε έτσι το τουρκόπουλο να παρακολουθεί και να μαθαίνει τα στοιχειώδη γράμματα μαζί με τα ελληνόπουλα, στα πόδια του γραμματοδιδάσκαλου Γεωργίου.
Ο μικρός Αγαρηνός προσαρμόστηκε σύντομα στο κλίμα του σχολείου και συναγωνιζόταν τους συμμαθητές του, ενθαρρυνόμενος και από τον διδάσκαλό του, ίσως τυγχάνοντας από εκείνον και ιδιαίτερης φροντίδας.
Με το δεδομένο ότι αιώνες πριν η Ελληνική παιδεία με δυσκολία διαχωριζόταν από τη χριστιανική κατήχηση, ο μικρός αλλοεθνής, συγχρόνως προς την ελληνική εκπαίδευση, λίγο – λίγο αλλά σταθερά επηρεαζόταν από τη χριστιανική πίστη και ζωή. Σε αυτό ασφαλώς και αποφασιστικά συνέβαλε και η προσωπικότητα του δασκάλου του. Συνέβαλε όμως και η γοητεία των εκκλησιαστικών Ακολουθιών, τις οποίες ως αυτοπρόβλητος κατηχούμενος παρακολουθούσε.
Αλλά η σημειούμενη αλλαγή του μικρού Αγαρηνού, στα φρονήματα, τις πεποιθήσεις και τα ήθη, δεν ήταν δυνατόν να μείνει απαρατήρητη. Αρχικά στο οικογενειακό του περιβάλλον, κάθε φορά που μετέβαινε για διακοπές στο Δερελί, και στη συνέχεια στο συγγενικό και ευρύτερο κύκλο γινόταν αισθητή η μεταβολή, κάτι που δημιουργούσε ανησυχίες και ερέθιζε τους Οθωμανούς. Αλλά η πρόκληση έγινε μεγαλύτερη και η δυσφορία των Αγαρηνών αφόρητη, όταν με τον καιρό ο μικρός και αυθόρμητος προσήλυτος όχι μόνο εκφραζόταν με εκτίμηση για τα ιερά των Ρωμιών, αλλά και, αντιδιαστέλλοντας αυτά προς τα αντίστοιχα των ομοεθνών του, υποτιμούσε τα ιερά των Μωαμεθανών και τα περιφρονούσε.
Όπως ήταν επόμενο, όσοι εξοργίσθηκαν αναζήτησαν τον ένοχο της «προσβολής». Τον εντόπισαν στο σχολείο της Ραψάνης. Τον έσυραν δέσμιο για τα περαιτέρω στον Τύρναβο, όπου από το 1811 μ.Χ. είχε έδρα του ο διορισμένος Σατράπης της Θεσσαλίας, Βελή Πασάς, υιός του Αλή Πασά του Τεπελενλή, αφού η Υψηλή Πύλη τον μετέθεσε εκεί από την Πελοπόννησο.
Η κατηγορία εναντίων του κατηγορουμένου ήταν συγκεκριμένη, σαφής και, σύμφωνα με όσα ίσχυαν στους Οθωμανούς, βαρύτατη: απόπειρα εκχριστιανισμού μουσουλμανόπαιδος. Αυτό και μόνο, ανεξάρτητα του αποτελέσματος της προσπάθειας, συνεπαγόταν ανελέητη καταδίκη σε μαρτυρικό θάνατο.
Στον Τύρναβο είχε την έδρα του Στρατοδικείο. Δεν είναι, εν τούτοις, γνωστό αν τον Γεώργιο τον δίκασε στρατοδίκης, προσωπικά ο Βελή Πασάς, κάποιος άλλος μουλάς (δικαστής) ή δικαστήριο με πολυμελή σύνθεση, όπως και στην περίπτωση του Γεδεών, που μαρτύρησε το ίδιο έτος στον Τύρναβο.
Γνωστό είναι ότι η διαδικασία ήταν σύντομη και τελεσίδικη. Η απόφαση δεν ήταν η προβλεπόμενη και η συνηθισμένη σε παρόμοιες αφορμές: εκτέλεση διά βασανισμού. Συγκεκριμένα ο Νεομάρτυς Γεώργιος αποκεφαλίσθηκε, αφού προηγουμένως υπέστη πολλά και ποικίλα οδυνηρότατα μαρτύρια.
Τον έκλεισαν σε πυρακτωμένο λουτρό, γυμνό από το κεφάλι μέχρι τα πόδια. Τον τρύπησαν με σιδερένια νύχια. Του κάρφωσαν τα πόδια σε πέταλα. Τον διαπόμπευσαν σε όλο τον Τύρναβο. Τον κάρφωσαν σε τετράγωνο στύλο ίσο στο ύψος με τον Μάρτυρα και αφού τον περιτύλιξαν με σχοινιά βουτηγμένα στην πίσσα, στη νάφθα (ακάθαρτο πετρέλαιο) και σε άλλα ελαιώδη και οινοπνευματώδη υγρά, τον παρέδωσαν στη φωτιά. Όμως με τη Χάρη του Θεού, προς ενίσχυση του Αγίου, ο Μάρτυρας δεν έπαθε τίποτα.
Στις ιστορήσεις των εικόνων παρουσιάζονται συμπληρωματικά και άλλες σκηνές βασανισμών. Στραγγαλισμοί, εξαρθρώσεις, κτυπήματα με το σπαθί, μέχρι και τοποθέτηση πυρακτωμένου σιδερένιου στεφανιού πάνω στο γυμνό σώμα του Νεομάρτυρος.
Στις ιστορήσεις των εικόνων, επίσης, παρουσιάζεται ο αθλητής της πίστεως Γεώργιος, έχοντας το κεφάλι στους ώμους, να μεταφέρεται προς ενταφιασμό, παρουσία κάποιου ιερέα ονόματι Δημητρίου που θυμιάζει και ο οποίος είχε προσκληθεί και διαταχθεί ειδικά για το λόγο αυτό. Σύμφωνα με άλλη παράδοση ο Νεομάρτυς αποκεφαλίζεται προτού προλάβει να πεθάνει από τα μαρτύρια που ήδη είχαν γίνει. Σε αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι μεταξύ των ιερών λειψάνων του Αγίου δεν υπάρχει η αγία του κάρα, αφού εξαφανίσθηκε από τους Αγαρηνούς.
Το έτος της αθλήσεως του Νεομάρτυρα Γεωργίου είναι το 1818 μ.Χ. Τότε ο Άγιος βρισκόταν στο εικοστό, τουλάχιστον, έτος της ηλικίας του.
Από τα υπάρχοντα στοιχεία υποδηλώνεται ότι η αρχή του μαρτυρίου έγινε σε κάποιο διοικητικό κτίριο στον Τύρναβο. Ίσως, όπως και του Οσιομάρτυρα Γεδεών, «εἰς τὸ τοῦ Ἡγεμόνος Παλάτιον». Ακολούθως και «ἐπειδὴ τοὶς ἀνωτέρω βασάνοις οὐκ ἐνέδωκε (ὁ Γεώργιος), δι’ ἐπιταγῆς τοῦ Βαλῆ πασιᾶ, δι’ ὤλου τοῦ Τυρνάβου πομπευθεῖς καὶ τοῦ ποταμοῦ (Τιταρησίου) περαιωθεῖς…», οδηγήθηκε στη δεύτερη και σκληρότερη φάση των βασανιστηρίων του. Γι’ αυτό και ήταν άλλοι δήμιοι εκεί, ο Αγά Σεβράνι και κάποιος Φράγκος.
Από τα παλαιότατα χρόνια μέχρι και σήμερα, από τη μεριά του Τιταρησίου (ή Σαλαμπριά αποκαλούμενου) ποταμού, υπήρχαν στρατώνες. Εκεί λοιπόν και κοντά στη μακρά γέφυρα, άθλησε και ενταφιάσθηκε ο Νεομάρτυς Γεώργιος. Η άποψη αυτή ενισχύεται και από το λόγο ότι και στις δύο ιστορήσεις στις άγιες εικόνες, στα πόδια του Αγίου εικονίζεται η εν λόγω γέφυρα.
Την πρώτη ήδη εκείνη νύχτα είδαν οι Τούρκοι σκοποί των στρατώνων «οὐρανομήκη» στήλη φωτός, που σημάδευε τον τάφο του Νεομάρτυρα. Την επόμενη ενημέρωσαν γι’ αυτό τους προϊσταμένους τους. Εκείνοι και με τα ίδια τα μάτια τους διαπίστωσαν την φωτοφάνεια και κατά την δεύτερη νύχτα και ανέφεραν σχετικά την επόμενη στον Βελή πασά, τον οποίο και προκαλούσαν, εάν επιθυμούσε, να διαπιστώσει και προσωπικά το εξαίσιο φαινόμενο.
Εκείνος ο υπερφίαλος, αφού απαξίωσε να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο γεγονός, διέταξε να προσκληθούν το συντομότερο στη Ραψάνη οι συγγενείς του Νεομάρτυρα, να ξεθάψουν και να παραλάβουν το ιερό σκήνωμά του, πράγμα το οποίο και έγινε.
Μετά από λίγο καιρό, με πολλή ευλάβεια και κατάνυξη, τα άγια λείψανα μετακομίσθηκαν από το κοιμητήριο της Ραψάνης, το οποίο ήταν στο χώρο γύρω από το ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στην ευρύχωρη αρχοντική οικία Καραζήση που βρισκόταν κοντά.
Εκεί βρίσκονται μέχρι σήμερα θησαυρισμένα σε ειδικά γι’ αυτό τον σκοπό αφιερωμένο δωμάτιο, το οποίο φωτίζεται από άσβεστο καντήλι με ιλαρό φως και είναι προσιτό σε κάθε ευλαβή προσκυνητή.
Πραγματικά, εφαρμόστηκαν πλήρως και οι λόγοι του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, τους οποίους έγραψε στο Νέο Μαρτυρολόγιο και τους απηύθυνε προς τους Νεομάρτυρες: «Τὰ τίμια λείψανά σας θέλει δοξάσει (ὁ Θεός) ἐδῶ κάτω εἰς τὴν γῆν ἢ μὲ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ Φωτός του ἢ καὶ μὲ ἄλλα σημεῖα καὶ θαύματα, καθὼς ἤθελε κρίνει ἡ θεία δικαιοσύνη Του, ἢ τὸ ὀλιγώτερον ὀλιγώτερον θέλει τὰ τιμήση μὲ τὴν παρὰ τῶν Χριστιανῶν προσκύνησιν καὶ εὐλάβειαν…» 
Ἀπολυτίκιον
Ήχος α’.
Της Ραψάνης τόν γόνον καί θερμόν αντιλήπτορα, και νεοφανή στρατιώτην, του των όλων δεσπόζοντος, Γεώργιον τον Νέον αθλητήν, τιμήσωμεν εν ύμνοις οι πιστοί· πάσαν χάριν γαρ παρέχει παρά Θεώ, τοις προς αυτόν κραυγάζουσι· δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δια σου, πάσιν ιάματα.
Άγιος Κόνων ο Κηπουρός. Ο Άγιος Μάρτυς Κόνων καταγόταν από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και έζησε κατά τα χρόνια της βασιλείας του Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Αφού ήλθε στην χώρα της Παμφυλίας και διάλεξε μικρό τόπο, τον μετασκεύασε σε κήπο φυτεύοντας λάχανα, από τα οποία προμήθευε τον εαυτό του και τους πτωχούς ξένους με τροφή. Ήταν στο χαρακτήρα απλός, ώστε και αυτούς ακόμα που επρόκειτο να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν στον άρχοντα, για να τιμωρηθεί επειδή ήταν Χριστιανός, όταν τον ασπάσθηκαν με περιπαικτικό τρόπο, και εκείνος τους ανταπέδωσε τον ασπασμό. Και όταν του είπαν, ότι σε καλεί ο ηγεμόνας, αποκρίθηκε: «Γιατί; Ποια ανάγκη έχει εκείνος από μένα και περισσότερο που είμαι Χριστιανός;». οι στρατιώτες τον έδεσαν και τον οδήγησαν ενώπιον του ηγεμόνος. Εκείνος τον προέτρεψε να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Άγιος τότε είπε προς τον ηγεμόνα με πνευματική ανδρεία: «Μακάρι, ηγεμόνα και εσύ να μπορούσες να απαρνηθείς τα είδωλα και να προσέλθεις στον Χριστό». Τότε ο ηγεμόνας έδωσε εντολή να τον βασανίσουν. Του τρύπησαν τους αστραγάλους, τον καθήλωσαν με σιδερένια καρφιά και τον ανάγκασαν να τρέχει μπροστά από άρμα αλόγων. Έτσι μαρτύρησε ο Άγιος Κόνων και εισήλθε στη χαρά του Κυρίου του.
Όσιος Μάρκος ο Αθηναίος. Συγκεχυμένες και ασαφείς οι πληροφορίες για τη ζωή του Οσίου Μάρκου του Αθηναίου. Από διήγηση του Όσιου Σεραπίωνος μαθαίνουμε ότι ασκήτευσε τον 4ο αιώνα μ.Χ. στην έρημο πέραν της χώρας των Χετταίων, μάλλον πέραν της Αιγύπτου, στο όρος της Θράκης (όχι βέβαια της ελληνικής) για 95 ολόκληρα χρόνια. Πατρίδα του ήταν η Αθήνα. Απεβίωσε ειρηνικά. Ίσως να είναι το ίδιο πρόσωπο με τον όσιο Μάρκο τον Ασκητή (βλέπε ίδια ημέρα).
Άγιος Παρθένιος Παρθενιάδης. Ο Άγιος Παρθένιος Παρθενιάδης ήταν μέλος του κινήματος των Κολλυβάδων και όταν έπρεπε να αφήσουν το Άγιο Όρος, πήγε στο Μοναστήρι του Ευαγγελισμού στην Ικαρία. Το 1798 μ.Χ. έφτασε στην Πάτμο και με τη βοήθεια κτιστών από τη Σάμο, έχτισε ένα μικρό μοναστήρι στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή με το όνομα «Λιβάδι Καλογήρων». Για την ολοκλήρωση των εργασιών χρειάστηκε περισσότερους πόρους και για τον λόγο αυτό πήγε στη Θράκη, ώστε να συγκεντρώσει τα απαιτούμενα χρήματα. Στη Θράκη, εργάστηκε ως ιερέας και κάποια στιγμή συμβούλεψε μια νεαρή Χριστιανή να αποφύγει μια σχέση με ένα μουσουλμάνο Τούρκο. Ο Μουσουλμάνος μαθαίνοντάς το, θύμωσε και σκότωσε τον Παρθένιο την 5η Μαρτίου 1805 μ.Χ.
Άγιος Ευλόγιος. Ο Άγιος Μάρτυς Ευλόγιος καταγόταν από την Παλαιστίνη και ήταν υιός πλούσιων ειδωλολατρών γονέων. Ο ίδιος, αφού έγινε Χριστιανός και βαπτίσθηκε, μετά τον θάνατο των γονέων του, διαμοίρασε τα πλούτη του στους πτωχούς και περιερχόταν σε όλη την πόλη και τη χώρα, διδάσκοντας στους ειδωλολάτρες τον λόγο του Χριστού και βαπτίζοντας πολλούς από αυτούς στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Όμως κατηγορήθηκε από τους ειδωλολάτρες στον άρχοντα της χώρας, ο οποίος έδωσε εντολή να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν ενώπιόν του. Ο Άγιος με θάρρος και παρρησία ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό και αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα. Αμέσως άρχισαν τα βασανιστήρια. Αφού τον έγδυσαν, τον κτύπησαν βίαια με σκληρές χορδές από νεύρα βοδιών και στην συνέχεια απέκοψαν την τίμια κεφαλή αυτού. Έτσι ο Άγιος Ευλόγιος έλαβε το αμαράντινο στέφανο της δόξας και εισήλθε στην ουράνια ζωή της Βασιλείας του Θεού.
Άγιος Ευλάμπιος. Ο Άγιος Ευλάμπιος μαρτύρησε στην Παλαιστίνη διά ξίφους.
Άγιος Αρχέλαος και οι μαζί μ’ αυτόν Εκατόν πενήντα δύο μάρτυρες. Οι Άγιοι μαρτύρησαν δια ξίφους. (Στο Κουτλουμουσιανό Μηναίο οι μάρτυρες αριθμούνται Εκατόν σαράντα δύο).
Άγιοι Φώτιος και Κύριλλος. Οι Άγιοι Φώτιος και Κύριλλος μάλλον άνηκαν στους 152 Μάρτυρες, που μαρτύρησαν μαζί με τον Άγιο Αρχέλαο (βλέπε ίδια ημέρα).
Άγιος Νικόλαος Επίσκοπος Αχρίδος και Ζίτσης. Ο Άγιος Νικόλαος (Βελιμίροβιτς) γεννήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 1880 μ.Χ. στο χωριό Λέλιτς της κεντροδυτικής Σερβίας. Ήταν το πρώτο από τα εννέα τέκνα των ευσεβών αγροτών Δραγομίρου και Αικατερίνης. Ασθενικός στην σωματική του διαπλαση και κράση, επέδειξε από μικρός την ευφυΐα του, τη μεγάλη του αγάπη προς τον Θεό και την Εκκλησία και την κλίση προς τον μοναχικό βίο. Σπούδασε, παρά το γεγονός της μεγάλης πτωχείας της οικογένειάς του, στη θεολογική σχολή Βελιγραδίου, ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Θεολογίας στη Βέρνη της Ελβετίας (1908 μ.Χ.), διδάκτωρ στην Οξφόρδη της Αγγλίας (1909 μ.Χ.) και το Χάλλε της Γερμανίας (1911 μ.Χ.). Γνώριζε επτά γλώσσες, μεταξύ των οποίων και την ελληνική.
Ο Νικόλαος λάτρευε τον Θεό εξ όλης της καρδίας, ισχύος και διανοίας αυτού, και ο Θεός του έδωσε στόμα και σοφία ασυναγώνιστο και ακαταγώνιστο. Εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στη μονή Ρακόβιτσα, κοντά στο Βελιγράδι, τον Δεκέμβριο του έτους 1909 μ.Χ. Είχε αρρωστήσει βαριά από δυσεντερία και έταξε, εάν ο Κύριος τον θεραπεύσει, να Του αφιερωθεί διά βίου με όλη του την ύπαρξη, όπως και έγινε.
Κατά την περίοδο 1915 – 1919 μ.Χ. απεστάλη στην Αμερική και στην Αγγλία, για να συντρέξει και να ενισχύσει τον πολύπαθο Σερβικό λαό. Το έτος 1919 μ.Χ. εξελέγη Επίσκοπος Ζίτσης στην κεντρική Σερβία και το έτος 1920 μ.Χ. μεταφέρθηκε στην Αχρίδα, όπου ανέπτυξε ένα τεράστιο ιεραποστολικό, ποιμαντικό, κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο.
Ο Επίσκοπος Νικόλαος, παρά την τεράστια μόρφωσή του και τα πολλά του χαρίσματα, διακρινόταν για την απλότητα του ήθους του, την καλοσύνη και την αγάπη του. Η αρετή, η οποία κατ’ εξοχήν τον στόλιζε, ήταν η ταπείνωση. Η μελέτη των Πατέρων της Εκκλησίας και η συναναστροφή του με Αγιορείτες Πατέρες πλούτιζαν την πνευματικότητά του. Με τα συγγράμματά του και την πνευματική του καθοδήγηση ο λαός αναγεννιέται πνευματικά και ο μοναχισμός ανθίζει.
Το 1941 μ.Χ. οι αρχές κατοχής της χώρας του, οι Γερμανοί, τον συλλαμβάνουν, τον περιορίζουν και το 1944 μ.Χ. τον στέλνουν στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως του Νταχάου στη Γερμανία, όπου υπέστη πάνδεινα βασανιστήρια. Ο δούλος του Κυρίου βάσταζε τα στίγματα του μαρτυρίου στο σώμα του, που όλο είχε γίνει μια πληγή. Μάλιστα δέρμα στην πλάτη και στα πέλματα δεν υπήρχε.
Μετά την απελευθέρωσή του, το Μάιο του 1945 μ.Χ., δεν θέλησε πλέον να επιστρέψει στην πατρίδα του. Το τότε καθεστώς τον θεωρούσε ανεπιθύμητο πρόσωπο. Πήγε, λοιπόν, στην Αμερική και παρά την κλονισμένη υγεία του συνέχισε το φιλανθρωπικό και ιεραποστολικό έργο του Χριστού. Δίδαξε στην ιερατική σχολή της μονής του Αγίου Σάββα στο Λίμπερτβιλ του Ιλλινόις και από το 1951 μ.Χ. εγκαταστάθηκε στη Ρωσική μονή του Αγίου Τύχωνος στην Πενσυλβάνια, όπου καθοδηγούσε τους μοναχούς και διηύθυνε το θεολογικό σεμινάριο της μονής. Οι δυσκολίες και τα προβλήματα δεν τον αποθάρρυναν ποτέ. Αισθανόταν έντονα την παρουσία της Θείας Πρόνοιας στο βίο του και αυτό του έδινε δύναμη, ανδρεία και χαρά.
Η προσευχή του ήταν αδιάλειπτη και έρεε ως ποταμός του παραδείσου. Πενθούσε αβίαστα και έχυνε δάκρυα μετάνοιας, παρακλήσεως, μεσιτείας και δοξολογίας. Προσευχόμενος το πρωί της Κυριακής του έτους 1956 μ.Χ. στο ταπεινό κελί του και προετοιμαζόμενος να λειτουργήσει, κοιμήθηκε με ειρήνη. Το ιερό του σκήνωμα επέστρεψε στην Σερβία το 1991 μ.Χ.
Όσιος Κόνων ο εκ Κύπρου. Ο Όσιος Κόνων έζησε περίπου τον 4ο αιώνα μ.Χ. Γεννήθηκε στην περιοχή του Ακάμα της Κύπρου, λίγα χρόνια μετά από την κοίμηση του Οσίου Ιλαρίωνος του Μεγάλου (βλέπε 21 Οκτωβρίου), από ευσεβείς και φιλόθεους γονείς. Από την παιδική του ηλικία, αγάπησε την εγκράτεια, την άσκηση και την αρετή. Έτσι αποφάσισε να εγκαταλείψει τον κόσμο και να εγκατασταθεί σ’ ένα σπήλαιο, μακριά από το χωριό του. Εκεί ο Όσιος αγωνιζόταν τον καλό αγώνα και προέκοπτε στην κατά Χριστόν ζωή. Σιγά σιγά γύρω του συγκεντρώθηκε μια ομάδα νέων ανθρώπων και έτσι δημιουργήθηκε μια μοναστική αδελφότητα. Τα χρόνια ήσαν δύσκολα. Η φτώχεια και οι ασθένειες ταλαιπωρούσαν τους ανθρώπους. Έτσι ο Όσιος, τον οποίο εχαρακτήριζε η φιλοθεΐα και η φιλανθρωπία, εφρόντισε να ιδρύσει γύρω από τη μονή ένα νοσοκομείο και ένα γηροκομείο, το γνωστό Πτωχείο, για να ευρίσκουν εκεί ελπίδα και καταφύγιο οι ασθενείς και οι πτωχοί. Ο Όσιος Κόνων, αφού αγωνίσθηκε θεοφιλώς με τέλεια αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο, εκοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας. Ιερά λείψανα του φυλάσσονται στις μονές Κύκκου και Μαχαιρά της Κύπρου. 
Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ’. Ταχύ προ κατάλαβε.
Ιδρώσιν ασκήσεως Κόνων ηγίασας γήν, Ακόμα και έβαλες ως Θεοφόρον φυτόν, εν ώ κατασκήνωσαν, σμήνη των αρετών σου, κατευφραίνοντα πάντας, όσοι κατατρυφώσι, σων αγώνων τρισμάκαρ, διό και χάριν είληφας, την των ιάσεων.
Άγιος Ιωάννης ο Νεομάρτυρας εκ Βουλγαρίας. Ο Άγιος Νεομάρτυς Ιωάννης καταγόταν από τη Βουλγαρία και ήταν ωραίος στην όψη και εγγράμματος. Κάποτε ενεπλάκη σε μια περιπέτεια και αρνήθηκε τον Χριστό. Αισθανόμενος όμως τύψεις για την αποστασία του, έφυγε από τη Βουλγαρία και ήλθε στο Άγιον Όρος, όπου έκανε υπακοή σε κάποιον ανάπηρο κατά το ένα χέρι μοναχό στη Λαύρα του Αγίου Αθανασίου. Σε ηλικία 18 ετών αναχώρησε από το Άγιον Όρος και ήλθε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ενδύθηκε τουρκικά ενδύματα και εισήλθε στο ναό της Αγίας Σοφίας, που είχε μετατραπεί σε τέμενος (τζαμί). Ενώπιον των Τούρκων έκανε τον σταυρό του και προσκύνησε στο ναό χριστιανοπρεπώς. Οι Τούρκοι αμέσως τον συνέλαβαν και τον πίεσαν να αρνηθεί τον Χριστό. Ο Άγιος Ιωάννης με πνευματική ανδρεία ομολόγησε την πίστη του στην πατρώα ευσέβεια. Έτσι τον αποκεφάλισαν στην αυλή του ναού της του Θεού Σοφίας το έτος 1784 μ.Χ.
Άγιος Νέστωρ. Ο Άγιος Νέστωρ ήταν πατέρας του Αγίου Κόνωνος του Ισαύρου (βλέπε ίδια ημέρα). Σύζυγός του ήταν η Νάδα. Στην αρχή ήταν ειδωλολάτρες. Όμως με την Χάρη του Θεού, ο υιός του Άγιος Κόνων τους οδήγησε στην Χριστιανική πίστη και τους βάπτισε. Ο Άγιος Νέστωρ μαρτύρησε λαμβάνοντας το στέφανο της δόξης του Κυρίου.
Άγιος Θεόφιλος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Καισαρείας. Ο Άγιος Θεόφιλος ήταν Επίσκοπος Καισαρείας της Παλαιστίνης. Έλαβε μέρος σε Σύνοδο που συγκλήθηκε στην Παλαιστίνη για τον καθορισμό της ημέρας του εορτασμού του Πάσχα. Μαρτύρησε επί αυτοκράτορα Κομμόδου (180 – 192 μ.Χ.).
Όσιοι Αδριανός και Λεωνίδας οι Μάρτυρες εκ Ρωσίας. Ο Όσιος Αδριανός του Ποσεσόνε έζησε στη Ρωσία κατά τον 16ο αιώνα μ.Χ. Αρχικά μόνασε στην μονή του Αγίου Κορνηλίου της περιοχής Κομέλ, όταν το 1540 μ.Χ. είδε σε όραμα ένα γηραιό μοναχό με το όνομα Βεστούζ, που τον καλούσε να ιδρύσει ένα καινούργιο μοναστήρι. Με την ευλογία του ηγουμένου, που του παρέδωσε μία εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ο Όσιος Αδριανός και ο μαθητής του Όσιος Λεωνίδας, άφησαν τη μοναστική κοινότητά τους. Φθάνοντας στα βάθη ενός δάσους, οι δύο μοναχοί τοποθέτησαν την εικόνα πάνω σε μια ψηλή βελανιδιά και απομακρύνθηκαν, για να διαλέξουν το νέο τόπο της ασκήσεώς τους. Πέρασαν όμως από εκείνο το σημείο κάποιοι ψαράδες και βλέποντας την εικόνα προσπάθησαν να την πάρουν. Μια μυστική δύναμη όμως τους απωθούσε. Τρομαγμένοι από το θαυμαστό γεγονός άφησαν ψωμί και ψάρια κάτω στο δένδρο. Οι μοναχοί ευχαρίστησαν τον Θεό για το θεόσταλτο αυτό δώρο και κατάλαβαν ότι εκείνο ήταν το μέρος που τους παραχωρήθηκε για να οικοδομήσουν το νέο μοναστήρι, προς τιμήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ο Όσιος Λεωνίδας, αφού ασκήτεψε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1549 μ.Χ. Δέκα χρόνια μετά την ίδρυση της μονής, στις 5 Μαρτίου 1550 μ.Χ., μια συμμορία ληστών λεηλάτησε το μοναστήρι, βασάνισε και φόνευσε τον ηγούμενο Όσιο Αδριανό. Τα ιερά λείψανα του Οσίου Αδριανού ευρέθησαν το έτος 1626 μ.Χ. και με ευλάβεια, κατόπιν εντολής του Πατριάρχου Φιλάρετου, μετεκομίσθησαν στο μοναστήρι που ο ίδιος ίδρυσε στην πόλη του Ποσεσόνε.
Ανακομιδή των τιμίων Λειψάνων του Αγίου Θεοδώρου του Πρίγκιπος και των υιών αυτού Δαβίδ και Κωνσταντίνου.
Σύναξη της Παναγιάς της Παντάνασσας στην Σίκινο. Η Παναγία η Παντάνασσα είναι η προστάτις της Σικίνου. Για την εύρεση της εικόνας της Θεοτόκου γράφει ο πρωτοπρεσβύτερος Σπυρίδων Βουρλάκος, Αρχιερατικός Επίτροπος Σικίνου.
«Τα παλιά τα χρόνια, στο μικρό νησί της Σίκινου, που βρίσκεται μεταξύ των νησιών Ίου και Φολεγάνδρου και βόρεια της Σαντορίνης, υπήρχαν πολλές ιδιόκτητες εκκλησίες, οι οποίες είχαν και τον εφημέριό τους. Στον εφημέριο λοιπόν μίας εξ αυτών των εκκλησιών, που ήταν αφιερωμένη στον Τίμιο Πρόδρομο, συνέβη το παρακάτω θαυμαστό γεγονός.
Ένα βράδυ είδε στον ύπνο του μία θαυμάσια και μεγαλοπρεπή γυναίκα, η οποία τον προέτρεπε να πάει στο βόρειο μέρος του νησιού, στη θέση του Καρρά, στο αυλάκι να την παραλάβει. Το πρωί ο Ιερέας διηγήθηκε το όνειρό του στην πρεσβυτέρα και η οποία όμως τον συμβούλευσε να μην δίνει προσοχή στα όνειρα. Αυτό το όνειρο επαναλήφθηκε και την επομένη βραδιά και ο Ιερέας πάλι επηρεασμένος από την αποτροπή της πρεσβυτέρας του, αδιαφόρησε. Την τρίτη βραδιά παρουσιάστηκε και πάλι η οπτασία αυτής της θαυμαστής γυναίκας, η οποία τον έλεγξε για την απιστία του και του είπε ότι αν δεν πάει, θα πάθει μεγάλο κακό.
Έντρομος ο Ιερέας ξύπνησε, φόρεσε το ράσο του και χωρίς να πει σε κανέναν τίποτα, έφυγε αμέσως για το μέρος που του είχε υποδείξει η γυναίκα στον ύπνο του. Μόλις έφτασε στο μέρος εκείνο, που ήταν βραχώδες και παραθαλάσσιο, είδε φως (σαν καντήλι) πάνω στη θάλασσα και κοντά στην ακτή. Όταν πλησίασε, αντί του φωτός είδε μία εικόνα που στεκόταν όρθια πάνω στη θάλασσα. Αμέσως έβγαλε τα υποδήματά του, ανασκούμπωσε το ράσο του και μπήκε στη θάλασσα για να πιάσει την εικόνα. Όσο όμως ο ιερέας πλησίαζε, τόσο απομακρύνονταν η Αγία Εικόνα στη θάλασσα. Ενώ συνέχισε κολυμπώντας, όλες οι προσπάθειες απέβαιναν μάταιες.
Απελπισμένος ο Ιερέας βγήκε από τη θάλασσα και αναχώρησε για την κωμόπολη. Εκεί ανακοίνωσε το γεγονός και με κωδωνοκρουσίες όλοι οι ιερείς ενδεδυμένοι με τα άμφιά τους καθώς και ο λαός με λαμπάδες και εξαπτέρυγα αναχώρησαν για το προαναφερθέν σημείο και είδαν την αγία εικόνα να στέκεται όρθια επί της θαλάσσης. Τότε ο ιερέας που είχε δει το όραμα, γονάτισε και προσευχήθηκε. Έτσι μπόρεσε και παρέλαβε από τη θάλασσα την Αγία Εικόνα της Θεοτόκου. Στην συνέχεια εν πομπή και με ψαλμούς μετέφεραν την αγία εικόνα της Θεοτόκου στην εκκλησία του Αγίου Προδρόμου, όπου ήταν εφημέριος ο Ιερέας.
Την επομένη όμως το πρωί η εικόνα δεν ήταν στο ναό που την είχαν εναποθέσει και όλοι οι κάτοικοι ανησύχησαν ότι κάποιοι έκλεψαν το Ιερό Εικόνισμα. Κατόπιν ερευνών βρέθηκε η εικόνα στην εκκλησία του Τιμίου Σταυρού στο κέντρο της κωμόπολης στη θέση Κάστρο, όρθια πάνω σε στασίδι, παραπλεύρως της αριστεράς θύρας του Ταξιάρχη. Τότε άρχισε φιλονικία μεταξύ των ιδιοκτητών των δύο εκκλησιών. Η δε εικόνα μετεφέρθη και πάλι στην προηγουμένη εκκλησία. Αυτό το γεγονός όμως επαναλήφθηκε και την επομένη νύχτα και αποφάσισαν να μείνουν το βράδυ στο γυναικωνίτη κρυμμένοι δύο άντρες για να δουν ποιός παίρνει την εικόνα. Τα μεσάνυχτα άκουσαν να ανοίγει η κλειδωμένη πόρτα της εκκλησίας και η εικόνα να φεύγει μόνη της και να εισέρχεται στην άλλη εκκλησία. Τότε κατανόησαν την θέληση της Θεοτόκου να παραμείνει στην άλλη εκκλησία και ανακοίνωσωσαν στον λαό την θαυματουργό μετάβασή της. Έτσι αποφάσισαν οι κάτοικοι να παραμείνει στην εκκλησία του Τιμίου Σταυρού, όπου μέχρι σήμερα βρίσκεται ενθρονισμένη. Ο ιδιοκτήτης του ναού σε ένδειξη σεβασμού προς την Θεοτόκο κατασκεύασε ξύλινο θρόνο και την τοποθέτησαν στο αριστερό μέρος του ναού, τον οποίο η ίδια η Παναγία είχε επιλέξει.
Η Σύναξη της ιεράς εικόνος της Παναγίας Παντανάσσης τελείται με ιδιαίτερο τυπικό την ημέρα της ευρέσεώς της, Α´ Κυριακή των Νηστειών, της Ορθοδοξίας».
  • Νηστεία – Επιτρέπεται το λάδι και ο οίνος
ΠΗΓΗ: http://www.saint.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου